facebook
Αρχική Νομολογία Δικονομικά φλέγοντα θέματα Αίτηση Αναίρεσης Ασφαλιστικής Εταιρίας για παραβίαση διδαγμάτων κοινής πείρας εφόσον το ατύχημα έλαβε χώρα σε οδό που όφειλε να είναι κλειστή λόγω επικινδύνων έργων Απορριπτέα ως απαράδεκτος Αίτηση Αναίρεσης κατ΄ άρθρ. 559 αρ. 17 ΚΠολΔ Απόφ. Α.Π. 111/200

Αίτηση Αναίρεσης Ασφαλιστικής Εταιρίας για παραβίαση διδαγμάτων κοινής πείρας εφόσον το ατύχημα έλαβε χώρα σε οδό που όφειλε να είναι κλειστή λόγω επικινδύνων έργων Απορριπτέα ως απαράδεκτος Αίτηση Αναίρεσης κατ΄ άρθρ. 559 αρ. 17 ΚΠολΔ Απόφ. Α.Π. 111/200

Η αναιρεσείουσα ασφαλιστική εταιρεία πρόβαλε την αιτίαση ότι με βάση τα διδάγματα κοινής πείρας η οδός όπου έλαβε χώρα το ατύχημα όφειλε να είναι κλειστή λόγω των εκτελούμενων επικίνδυνων έργων και συνεπώς δεν υπέχει ευθύνη για το προκληθέν αυτοκινητικό ατύχημα. Ο εκ του άρθρ. 559 αρ.1 ΚΠολΔ ανωτέρω λόγος αναίρεσης κρίθηκε απορριπτέος ως απαράδεκτος διότι υπό την επίκληση των ως άνω διδαγμάτων κοινής πείρας βάλλεται η αποδεικτική αξία των αποδεικτικών μέσων που προσκομίσθηκαν και έλαβε υπόψη της η προσβαλλόμενη απόφαση για να καταλήξει στο προαναφερόμενο αποδεικτικό της πόρισμα, περίπτωση η οποία δεν ιδρύει λόγο αναιρέσεως από την ως άνω διάταξη.

Σχόλια Παρατηρήσεις

1) Τροχαίο και Εργατικό Ατύχημα
Προβληματική είναι η περίπτωση του καθορισμού της προσήκουσας διαδικασίας όταν ο δικαιούχος αποζημιώσεως, ο οποίος υπέστη βλάβη σε αυτοκινητικό ατύχημα συνδέεται με τον υπόχρεο σε αποζημίωση εργοδότη του, ο οποίος είναι κύριος ή κάτοχος του ζημιογόνου αυτοκινήτου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Γεννάται, λοιπόν το ερώτημα αν θα εφαρμοστεί η εργατική διαδικασία των διατάξεων 663 επ. ΚΠολΔ, ή η διαδικασία των άρθρων 681Α του ιδίου Κώδικα. 
Αν θεωρηθεί κρίσιμο το αυτοκίνητο ως πηγή προκλήσεως της ζημίας , τότε εφαρμογή έχει η διαδικασία της ΚΠολΔ 681Α . Αν, αντίθετα, θεωρηθεί κρίσιμη η σχέση που συνδέει το ζημιωθέντα με τον υπόχρεο σε αποζημίωση, τότε εφαρμογή θα έχει η διαδικασία των εργατικών διαφορών (663 επ. ΚΠολΔ). Καίτοι στο νόμο δεν υπάρχει ρύθμιση, θα πρέπει η επιλογή της διαδικασίας να γίνει από τον ίδιο τον ζημιωθέντα ο οποίος και κρίνει μέσω ποιας διαδικασίας από τις ως άνω δύο\’ διαδικασίες θα ικανοποιήσει καλύτερα τις απαίτησεις του. Μον.Πρ.Λαρ. 195/2005 ΣΕΣυγκΔ 2005/470.

Καταπλάκωση Εργάτου κατά την εκτέλεση μεταφοράς υπό γερανού μεταφερομένου φορτίου. Το ατύχημα οφείλεται σε συνυπαιτιότητα των προστηθέντων – υπευθύνων της εργοδότριας εταιρίας (συντονιστή ασφαλείας – διευθυντή εργοταξίου – υπεύθυνου κατασκευής – εργοδηγών – χειριστή του γερανού), καθότι δεν επέδειξαν την κατ\’ αντικειμενική αντίληψη επιμέλεια εφόσον δεν έλαβαν τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των εργαζομένων στο εργοτάξιο, όπως αυτά προβλέπονται. Εφ.Πατρ. 194/2007 ΣΕΣυγκΔ 1007/157.

Σε περίπτωση αυτοκινητικού ατυχήματος που είναι και εργατικό, εφόσον πρόκειται περί παθόντος ασφαλισμένου στο ΙΚΑ, απαλλάσσονται από την ευθύνη για την περιουσιακή του ζημία ο εργοδότης, κύριος και κάτοχος του ζημιογόνου αυτοκινήτου και ο παρ΄ αυτού προστηθείς οδηγός. Δικαιούνται όμως να στραφούν κατά του ασφαλιστή του ζημιογόνου αυτοκινήτου, διότι κατ-αυτού έχουν ιδία αξίωση από τη σύμβαση ασφαλίσεως, κατά το άρθ. 10 περ. 1 του ν. 489/1976. Α.Π. 496/1999 ΣΕΣυγκΔ 2000/597.


Κείμενο Απόφ. Α.Π. 111/2007


Ο τρίτος αναιρεσίβλητος …. , όπως προκύπτει από την … ληξιαρχική πράξη θανάτου του ληξιάρχου Ελειού – Προννών Κεφαλληνίας, απεβίωσε στις 4-10-2005, οι δε μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του τέταρτη, πέμπτη, έκτη, έβδομη και όγδοη των αναιρεσιβλήτων, γνωστοποίησαν δια του πληρεξουσίου των δικηγόρου το ως άνω γεγονός, με δήλωσή τους που καταχωρήθηκε στα πρακτικά του παρόντος δικαστηρίου, ενώ, περαιτέρω, δήλωσαν ότι επαναλαμβάνουν εκουσίως τη διακοπείσα λόγω του θανάτου δίκη (άρθρ. 286 περ. α΄, 287 παρ. 1 και 290 ΚΠολΔ. Επομένως, νομίμως συνεχίζεται η δίκη μεταξύ των ανωτέρω αναιρεσιβλήτων και της αναιρεσείουσας.
Σύμφωνα με το άρθρο 559 αριθμ. 1 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο, ελληνικό ή ξένο, εσωτερικό ή διεθνούς δικαίου. Εξάλλου, κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 1 του ν. 2696/1999 (Κ.Ο.Κ.) \”Ο κώδικας οδικής κυκλοφορίας εφαρμόζεται σε οδούς και σε χώρους που χρησιμοποιούνται για δημόσια κυκλοφορία οχημάτων, πεζών και ζώων\”, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 εδ. 36 του ίδιου νόμου \”οδός είναι ολόκληρη η επιφάνεια η οποία προορίζεται για τη δημόσια κυκλοφορία\”. Τέλος, κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθμ. 19 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως για έλλειψη νόμιμης βάσης ιδρύεται, όταν από τις αιτιολογίες της αποφάσεως δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είναι αναγκαία για την κρίση του δικαστηρίου στη συγκεκριμένη περίπτωση περί της συνδρομής των νόμιμων όρων και προϋποθέσεων της διατάξεως που εφαρμόστηκε ή περί της μη συνδρομής τούτων, που αποκλείει την εφαρμογή της, καθώς και όταν η απόφαση έχει ανεπαρκείς ή αντιφατικές αιτιολογίες ως προς το νομικό χαρακτηρισμό των περιστατικών που έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης (Ολ. ΑΠ 30/1997). 

Συνθήκες Ατυχήματος
Στην προκείμενη περίπτωση με τους πρώτο, δεύτερο και τέταρτο, πρώτο μέρος, λόγους της αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα ασφαλιστική εταιρεία προβάλλει την αιτίαση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβίασε κανόνες ουσιαστικού δικαίου και δη τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 παρ. 1 εδ. 36 του ν. 2696/1999 (Κ.Ο.Κ.) και περιέλαβε σ΄ αυτήν ανεπαρκείς αιτιολογίες για ζήτημα που έχει ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι αυτή δέχθηκε ανελέγκτως, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : \”Το έργο της μεταφοράς των υλικών και την επιχωμάτωση των τάφρων που προορίζονταν για την τοποθέτηση των αγωγών ομβρίων υδάτων, ανέθεσε η εναγόμενη κοινοπραξία στη δεύτερη εναγόμενη της ίδιας αγωγής και προσεπικαλούσα – ενάγουσα, ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία \”….. Ο.Ε\”, ασκούντος (η κοινοπραξία), ως εργοδότρια, το δικαίωμα γενικής διεύθυνσης και επίβλεψης της εκτέλεσης του έργου. Για την εκτέλεση τούτου είχαν προσληφθεί από την κοινοπραξία, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, ο Χ1 γιός των εναγόντων της από 15-10-2001 κύριας αγωγής, ως εργοδηγός του έργου αυτού, και ο Χ2 , γιός των δύο πρώτων και αδελφός των λοιπών εναγόντων της από 14-11-2001 κύριας, επίσης, αγωγής, ως εργάτης. Σ\’ εκτέλεση του έργου αυτού ο … , ως επιβλέπων πολιτικός μηχανικός, κατασκεύασε όρυγμα πλάτους 1 μέτρου περίπου, βάθους 1,50 – 2,50 μέτρων και μήκους 45,40 μέτρων. Σε απόσταση 2,50 μέτρων από το αριστερό ρείθρο της οδού Σάμου με κατεύθυνση από Γέρακα προς Παλλήνη τοποθετήθηκαν οι αγωγοί όμβριων υδάτων και άρχισαν οι εργασίες επανεπίχωσης της τάφρου. Όμως, μολονότι είχε υποχρέωση ως επιβλέπων μηχανικός, δεν επισήμανε με τις κατάλληλες πινακίδες (κινδύνου, ρυθμιστικές και πληροφοριακές) τη μειωμένη αντοχή του οδοστρώματος στο σημείο των εργασιών και δεν τοποθέτησε τ\’ αναγκαία στηρίγματα κατά μήκος της ανοιχτής τάφρου, για τη στήριξη των τοιχωμάτων, λαμβάνοντας μόνο ως προστατευτικό μέτρο την περίφραξη της ανοιγμένης τάφρου με κόκκινο πλαστικό πλέγμα. Κατά τ΄ άλλα η οδός Σάμου, στο σημείο όπου εκτελούνταν τα πιο πάνω έργα, ήταν προσιτή και σε τρίτους (κατάθεση του μάρτυρα …. ενώπιον προανακριτικού υπαλλήλου, κατά την οποία ο ίδιος οδηγώντας το ΙΧΕ αυτοκίνητό του στην οδό Σάμου έφθασε, έως το σημείο που η τάφρος ήταν ανοιχτή). Με τις εργασίες εκσκαφής, τοποθετήθηκαν οι αγωγοί όμβριων υδάτων, επιχωματώθηκε το μεγαλύτερο τμήμα της τάφρου και απέμεινε μήκος λίγων μέτρων για να τελειώσει η επαναχωμάτωσή της. Στις 18-10-1999, οπότε και άρχισε το τελευταίο στάδιο της εργασίας αυτής, ο πρώτος εναγόμενος της πρώτης και δεύτερης κύριας αγωγής, …. , προστηθείς στην οδήγηση από τη δεύτερη εναγομένη της πρώτης και δεύτερης αγωγής και προσεπικαλούσα – ενάγουσα \”…. Ο.Ε\”, οδηγούσε το ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στη τρίτη εναγόμενη και των δύο κύριων αγωγών ασφαλιστική εταιρία με αριθμό κυκλοφορίας … αυτοκίνητο ιδιοκτησίας της εναγόμενης \”… Ο.Ε\”, στην οδό Σάμου, με κατεύθυνση από Γέρακα προς Παλλήνη, φορτωμένο με χαλίκι, παραλλήλως προς το επιχωματωμένο όρυγμα και σε απόσταση 1,50 μέτρων απ\’ αυτό, με σκοπό να φθάσει στο ήδη επιχωματωμένο τμήμα του ορύγματος και να αδειάσει το χαλίκι στο μη περατωθέν ακόμη από την άποψη της επιχωμάτωσης τμήμα της τάφρου. Την 11.15 ώρα, ενώ σκόπευε να εκφορτώσει το περιεχόμενο του οχήματός του (χαλίκι) στην ανοιχτή τάφρο της οδού Σάμου, δεν επέδειξε τη σύνεση και τεταμένη προσοχή που επιβάλλει ο νόμος, ώστε να είναι σε θέση να ενεργήσει τους απαιτούμενους χειρισμούς και συγκεκριμένα, για να πραγματοποιήσει την επιχωμάτωση του απομένοντος τμήματος της ανοιχτής τάφρου, οδήγησε το έμφορτο με χαλίκι φορτηγό παράλληλα προς το μη επιχωματωμένο άνοιγμα της τάφρου και σε απόσταση μόνον 1,50 μέτρων από αυτό, χωρίς να λάβει υπόψη του ότι το οδόστρωμα στο χώρο εκείνο ήταν μειωμένης αντοχής, εξαιτίας της βροχής της προηγούμενης ημέρας και της προηγηθείσας, πρόσφατης εκσκαφής του οδοστρώματος για τη δημιουργία της τάφρου. ΄Ετσι, όταν έφθασε στο σημείο εκείνο της τάφρου, το έδαφος αριστερά υποχώρησε, το έμφορτο όχημα ανατράπηκε και πέφτοντας με την αριστερή του πλευρά στο όρυγμα καταπλάκωσε τον Χ1 εργοδηγό και Χ2, εργάτη, που εκείνες τις στιγμές αφαιρούσαν το κόκκινο πλαστικό πλέγμα περίφραξης της ανοιχτής τάφρου, για να γίνει επιχωμάτωση αυτής, με αποτέλεσμα το θανάσιμο τραυματισμό τους\”. Με αυτά που δέχθηκε η πληττόμενη απόφαση δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου με αντιφατικές αιτιολογίες τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 1 και 2 παρ. 1 εδ. 36 του ν. 2696/1999, αφού αναφέρονται σ΄ αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα προκύψαντα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου ότι το ατύχημα συνέβη σε οδό που δεν είχε αφαιρεθεί από τη δημόσια κυκλοφορία, ούτε περαιτέρω, απαιτούνταν για την πληρότητα της αιτιολογίας της απόφασης να αναφέρονταν οι εφαρμοζόμενες διατάξεις του νόμου, και οι εκ του άρθρου 559 αριθμ. 1 και 9 ΚΠολΔ αντίθετοι λόγοι της αναιρέσεως είναι αβάσιμοι. Τέλος, οι με τους λόγους αυτούς προβαλλόμενες αιτιάσεις, με τις οποίες, υπό την επίκληση της παραβιάσεως των άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεων, πλήττεται η από το Εφετείο εκτίμηση των αποδείξεων, που είναι ανέλεγκτη αναιρετικά (ΚΠολΔ 561 παρ. 1), είναι απαράδεκτες.

Ως διδάγματα κοινής πείρας θεωρούνται γενικές αρχές που συνάγονται επαγωγικά από την καθ΄ ημέρα παρατήρηση της εμπειρικής πραγματικότητας, τη συμμετοχή στις συναλλαγές και τις γενικές τεχνικές ή επιστημονικές γνώσεις, οι οποίες έχουν γίνει κοινό κτήμα και χρησιμοποιούνται από το δικαστήριο για την εξειδίκευση των αόριστων νομικών εννοιών και για την έμμεση απόδειξη κρίσιμων γεγονότων ή την εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των αποδεικτικών μέσων που προσκομίσθηκαν. Εξάλλου, κατά την σαφή έννοια του άρθρου 559 αριθμ. 1 παρ. 2 του ΚΠολΔ, η παραβίαση των διδαγμάτων αυτών ιδρύει λόγο αναιρέσεως μόνον αν αυτά χρησιμοποιήθηκαν εσφαλμένα από το δικαστήριο κατά την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή σ΄ αυτούς των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών, αποκλειομένης έτσι της αναιρέσεως για την εσφαλμένη χρησιμοποίησή τους προς έμμεση απόδειξη ή προς εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των αποδεικτικών μέσων που προσκομίσθηκαν. Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως η αναιρεσείουσα ασφαλιστική εταιρεία προβάλλει την αιτίαση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβίασε τα διδάγματα της κοινής πείρας, αφού δέχθηκε ότι η οδός Σάμου, όπου έγινε το ατύχημα, ήταν οδός που μπορούσαν να κυκλοφορήσουν αυτοκίνητα, και, επομένως, ότι υπάρχει ευθύνη αυτής από αυτοκινητικό ατύχημα, ως ασφαλίζουσα το ζημιογόνο αυτοκίνητο, ενώ με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας δεν μπορούσε να είναι ανοικτός ένας δρόμος, όπου ελάμβαναν χώρα επικίνδυνα έργα (ανοιχτοί τάφροι για την κατασκευή αγωγών ομβρίων υδάτων). Ο εκ του άρθρου 559 αριθμ. 1 παρ. 2 ΚΠολΔ, αυτός λόγος αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι υπό την επίκληση των ως άνω ως διδαγμάτων κοινής πείρας βάλλεται η αποδεικτική αξία των αποδεικτικών μέσων που προσκομίσθηκαν και έλαβε υπόψη της η προσβαλλόμενη απόφαση για να καταλήξει στο προαναφερόμενο αποδεικτικό της πόρισμα, περίπτωση η οποία δεν ιδρύει λόγο αναιρέσεως από την ως άνω διάταξη.

Ο λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 559 αριθμ. 17 ΚΠολΔ δημιουργείται αν η ίδια απόφαση περιέχει αντιφατικές διατάξεις. Για να ιδρυθεί λόγος αναιρέσεως με βάση την εν λόγω διάταξη πρέπει η αντίφαση μεταξύ των διατάξεων της προσβαλλόμενης αποφάσεως να υπάρχει στο διατακτικό της, έτσι ώστε να καθίσταται, εξαιτίας αυτής, αδύνατη η εκτέλεσή της ή να εμποδίζεται η παραγωγή και η ενέργεια του δεδικασμένου. Αν η αντίφαση υπάρχει στο αιτιολογικό ή ανάμεσα στο αιτιολογικό και το διατακτικό της αποφάσεως, δεν θεμελιώνεται ο ως άνω λόγος αναιρέσεως. Με τον τέταρτο, μέρος δεύτερο, λόγο της αναιρέσεως προβάλλεται ότι είναι αναιρετέα η προσβαλλόμενη απόφαση γιατί περιέχει στο αιτιολογικό της αντιφατικές διατάξεις και συγκεκριμένα δέχεται ότι το συγκεκριμένο ατύχημα ήταν εργατικό και αυτοκινητικό συγχρόνως, ενώ θα έπρεπε να δεχθεί ότι τούτο ήταν μόνο εργατικό. Ο εκ του άρθρου 559 αριθμ. 17 ΚΠολΔ λόγος αυτός αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως απαράδεκτος, γιατί η πλημμέλεια που αποδίδεται από την αναιρεσείουσα στην προσβαλλόμενη απόφαση, δεν μπορεί να θεμελιώσει τον ως άνω λόγο αναιρέσεως.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 15-3-2005 αίτηση της Ευρωπαϊκής Πρόνοιας ΑΕΓΑ για αναίρεση της 327/2005 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών. Και

Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων και δη των πρώτου και δεύτερης εκ χιλίων εκατόν εβδομήκοντα (1.170) ευρώ και των τέταρτης έως όγδοης εκ χιλίων εκατόν εβδομήκοντα (1.170) ευρώ.

Κρίθηκε