Όπως ο ασφαλισμένος έχει απαίτηση κατά του ασφαλιστή να του παράσχει ασφαλιστική κάλυψη, την ίδια απαίτηση έχει κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου. Αν από τον ζημιωθέντα τρίτον ενάγεται ο ασφαλισμένος – κύριος του ζημιογόνου αυτοκινήτου, ο τελευταίος δικαιούται να προσεπικαλέσει το Επικουρικό Κεφάλαιο, ενώνοντας με την προσεπίκληση και αγωγή αποζημιώσεως για την περίπτωση της ήττας του (άρθρο 69 1 ε ΚΠολΔ), όπως το ίδιο θα μπορούσε να κάνει για τον ασφαλιστή του που δεν θα είχε πτωχεύσει, ή του οποίου η άδεια δεν θα είχε ανακληθεί.
Συνεπώς, αν συμπληρωθεί από το ατύχημα διετία, οπότε παραγράφεται η αξίωση του παθόντος – ασφαλιστή κατά το άρθρο 10 παρ. 1 παραγρ. του Ν. 489/1976 ο παθών προστατεύεται με την πλαγιαστική άσκηση (Κ.Πολ.Δ. 72) των δικαιωμάτων του ασφαλισμένου κατά του ασφαλιστή.
Στην περίπτωση αυτή ισχύει η παραγραφή των τεσσάρων (4) ετών του άρθρου 10 του Ν. 2496/1997 με χρόνο έναρξης το τέλος του έτους μέσα στο οποίο γεννήθηκαν αυτά.
Το ίδιο ισχύει και όταν ανακαλείται η άδεια του ασφαλιστή ή ο τελευταίος πτωχεύει. Τούτο γιατί κατ’ άρθρο 25παρ. 4 του ν. 489/1976 στις περιπτώσεις αυτές το Επικουρικό Κεφάλαιο υπεισέρχεται αυτοδικαίως στο σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της ασφαλιστικής επιχειρήσεως που πηγάζουν από ασφαλιστικές συμβάσεις του κλάδου αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκινητιστικά οχήματα. Έτσι όπως ο παθών – τρίτος, αν δεν επήρχετο ανάκληση ή πτώχευση του ασφαλιστή θα μπορούσε να ασκήσει κατ’ αυ τού τα δικαιώματα του ασφαλισμένου, το ίδιο πρέπει να ισχύει, όταν επέρχεται υπεισέλευση του Επικουρικού Κεφαλαίου στην θέση του ασφαλιστή και συνεπώς στα κατ’ αυτού δικαιώματα του ασφαλισμένου.
Ειδικότερα, εάν η ασφαλιστική εταιρία αναδέχθηκε, σωρευτικώς με τον ασφαλισμένο, κατά την έννοια του άρθρου 477 ΑΚ, να καταβάλλει αποζημίωση, το Επικουρικό Κεφάλαιο δεν ευθύνεται εκ της σωρευτικής αυτής αναδοχής από την οποία παράγεται πρόσθετη και αυτοτελής ενοχή. Ευθύνεται όμως αυτό μόνο αα την εκ του άρθρου 10 παρ. 1 του ν. 479/76 έναντι του ζημιωθέντος προσώπου ευθύνη της ασφαλιστικής εταιρείας η οποία πηγάζει απο την ασφαλιστική σύμβαση.
Σχόλια – Παρατηρήσεις
1) Το επικουρικό κεφάλαιο αποτελεί οργανισμό που προεχόντως ιδρύθηκε από το νόμο για χάρη του ζημιωθέντος τρίτου στις προβλεπόμενες από το νόμο περιπτώσεις, στις οποίες οι αξιώσεις του παθόντος δεν είναι αρκούντως εξασφαλισμένες στην ικανοποίηση τους κατά του υπόχρεου ή υπεύθυνου για το ατύχημα. Αυτό σαφώς καταφαίνεται από το μηχανισμό της υποκατάστασης που καθιερώνεται από την παράγραφο 4 του άρθρου 19 ν. 489/196, μέσω του οποίου το επικουρικό κεφάλαιο μετακυλύει την υποχρέωση για αποζημίωση στον υπόχρεο για το ατύχημα. Όμως τέτοια δυνατότητα, κατ’ εξαίρεση, δεν ισχύει όταν το ζημιογόνο αυτοκίνητο ήταν πράγματι ασφαλισμένο, αλλά ο ασφαλιστής πτώχευσε, ή η σε βά¬ρος του εκτέλεση απέβη άκαρπη ή ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας της ασφαλιστικής επιχείρησης. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, αν το επικουρικό κεφάλαιο ικανοποιήσει τον παθόντα δεν έχει δικαίωμα υποκατάστασης κατά του ασφαλισμένου κυρίου, κατόχου ή οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου. ΑΠ 218/2005 ΣΕΣυγκΔ 2006/35 (μετά σχετικών σχολίων παρατηρήσεων και σχετικής νομολογίας). Ομοίως και ΑΠ 1258/01
Ο υπόχρεος σε αποζημίωση του παθόντος (οδηγός, κύριος ή κάτοχος του ζημιογόνου αυτοκινήτου) μη συνδεόμενος μετά του επικουρικού κεφαλαίου με κάποια έννομη σχέση στηριζόμενη είτε στο νόμο, είτε στη σύμβαση που να παρέχει σ’ αυτόν δικαίωμα αποζημιώσεως κατ’ αυτού, δεν νομιμοποιείται ενεργητικώς να προσεπικαλέσει, κατά το άρθρο 88 Κ.Πολ.Δικ., το εν λόγω νομικό πρόσωπο, γιατί τούτο δεν τυγχάνει δικονομικός εγγυητής του και στραφεί περαιτέρω κατ’ αυτού και ζητήσει με αγωγή να καταβάλει σαυτόν (υπόχρεο) την αποζημίωση που οφείλει στον τρίτο ζημιωθέντα, όταν ενάγεται παρά του τελευταίου λόγω του αυτοκινητιστικού ατυχήματος. Εξαίρεση ισχύει σε περίπτωση πτωχεύσεως του ασφαλιστή ή ανακλήσεως της αδείας λειτουργίας του που έλαβαν χώρα μετά την έναρξη της ισχύος του Ν.1569/85, δηλαδή την 25.10.85, οπότε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 4 του Ν.489/76, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 50 παρ. 13 Ν. 1569/85 “το επικουρικό κεφάλαιο υπεισέρχεται αυτοδικαίως στο σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του πτωχεύσαντος ασφαλιστή που πηγάζουν από την ασφαλιστική σύμβαση”. Πρόκειται δηλαδή για μία οιονεί καθολική διαδοχή θεσπιζόμενη από το νόμο. Όπως λοιπόν εναγόμενος ο ασφαλισμένος από τον ζημιωθέντα τρίτο δικαιούται να προσεπικαλέσει τον ασφαλιστή του ενώνοντας και αγωγή αποζημιώσεως για την του νόμου υπεισέρχεται αυτοδικαίως στη θέση του πτωχεύσαντος ασφαλιστή. Συνεπώς υπάρχει έννομη σχέση που μετά την πτώχευση του ασφαλιστή και την υπεισέλευση του επικουρικού κεφαλαίου, συνδέει το τελευταίο και τον ασφαλισμένο. Εφ.Αθ. 9102/1998 ΣΕΣυγκΔ 2003/357
βλ. και σχετικώς ανωτέρω άρθρο Μαρίας Καρασαρλιδου Ονουφριάδη «Ανάκληση άδειας λειτουργίας Ασφαλιστικής Εταιρίας για παράβαση Νόμου – Ευθύνη Επικουρικού Κεφαλαίου»
…