facebook

Ή στην περίπτωση αυτή εξετάζεται η καλή πίστη  του ασφαλισμένου οπότε η αναζήτηση της παροχής είναι επιστρεπτέα εντός ευλόγου  χρόνου   (άρθρο   πρώτο  παρ.ΙΑ,  υποπαρ. ΙΑ6 περ. 2 Ν. 4093/2012 περί εικοσαετούς παραγραφής των αξιώσεων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης  και πρόνοιας).

 Προδικαστικό Ερώτημα 

τεθέν από Τακτικό Διοικητικό Δικαστήριο στο ΣτΕ του ανωτέρω   γενικότερου  ενδιαφέροντος ζητήματος  (άρθρ. 1 παρ. 2 Ν. 3900/2010)   

Επίλυση από το ΣτΕ  – 7μελής  Σύνθεση

Κατά την έννοια της γενικής Αρχής της Χρηστής Διοίκησης και παράλληλα της  κοινωνικοασφαλιστικής νομοθεσίας παρόμοιων με την επίμαχη διάταξη (περ. 2 υποπαραγράφου  ΙΑ 6  του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012) σε περίπτωση αναζήτησης  παροχών μετά την παρέλευση  Ευλόγου χρόνου ο λαβών ΔΕΝ ΦΕΡΕΙ ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ της ΚΑΛΟΠΙΣΤΙΑΣ του  ή του οικονομικού  κλονισμού του  σε περίπτωση  επιστροφής παροχών, ο δε ασφαλιστικός φορέας  φέρει το βάρος απόδειξης του δόλου του λαβόντος 

Κατ’ εξαίρεση  αποκλείεται η αναζήτηση των εν λόγω παροχών λόγω της εφαρμογής της αρχής της χρηστής διοικήσεως, όταν η οικονομική θυσία στην οποία θα υποβληθεί ο λήπτης των παροχών εξαιτίας της επιστροφής αποδόσεώς τους είναι σε τέτοιο βαθμό που θα επιφέρει σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στην αξιοπρεπή διαβίωσή του, και τούτο, όμως μόνον εφόσον αυτός είναι καλόπιστος

Με την υπ’ αρίθμ. ΔΕφΘεσ 104/2021 υποβλήθηκε στο ΣτΕ προδικαστικό ερώτημα αναφορικά με το «εάν η διάταξη του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 2 του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) περί εικοσαετούς παραγραφής των αξιώσεων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας για την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών, εφαρμόζεται ανεξαρτήτως υπαιτιότητας του εισπράξαντος αυτές ασφαλισμένου ή μήπως και στην περίπτωση αυτή είναι εξεταστέα η καλή πίστη (έλλειψη υπαιτιότητας) αυτού, οπότε η αναζήτηση της παροχής είναι επιστρεπτέα μόνον εντός ευλόγου χρόνου».

  Επί του ανωτέρω τεθέντος προδικαστικού ερωτήματος, το ΣτΕ έκρινε πως από τη διάταξη του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 2 του ν. 4093/2012, ερμηνευόμενη σύμφωνα με το Σύνταγμα συνάγονται τα εξής: α) Καθιερώνεται η εικοσαετία ως γενικός κανόνας, που ισχύει πλέον για όλους τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως, όσον αφορά τη διάρκεια της παραγραφής των αξιώσεων των φορέων αυτών από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές (από την τελευταία καταβολή) και β) η αναζήτηση χωρεί πλέον σε κάθε περίπτωση ανεξαρτήτως της υπαιτιότητας του λαβόντος, είναι δε αδιάφορο το ότι οι παροχές καταβλήθηκαν με πράξεις των οργάνων του ασφαλιστικού φορέα κατόπιν αιτήσεως – υπεύθυνης δηλώσεως του ίδιου του λήπτη των παροχών (με βάση στοιχεία που κατέχει ο φορέας και στοιχεία που επικαλείται και προσκομίζει ο ασφαλισμένος). Κατ’ εξαίρεση, αποκλείεται η αναζήτηση των εν λόγω παροχών λόγω της εφαρμογής της αρχής της χρηστής διοικήσεως, όταν η οικονομική θυσία στην οποία θα υποβληθεί ο λήπτης των παροχών εξαιτίας της επιστροφής (αποδόσεώς) τους είναι σε τέτοιο βαθμό που θα επιφέρει σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στην αξιοπρεπή διαβίωσή του, και τούτο, όμως, μόνον εφόσον αυτός είναι καλόπιστος. Έννοια καλοπιστίας. Ούτως, η καθυστέρηση του ασφαλιστικού φορέα να επιδιώξει την αναζήτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθεισών παροχών δεν συνεπάγεται ότι η πράξη αναζητήσεως/επιστροφής είναι παράνομη ούτε συνιστά νόμιμο λόγο αποκλεισμού της αναζητήσεως των παροχών αυτών, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Αρχή προστασίας δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Δεν μπορεί να αποκλείσει την αναζήτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθεισών παροχών η αδράνεια του ασφαλιστικού φορέα για σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα. Βάρος απόδειξης. Ο ασφαλιστικός φορέας πρέπει να αποδείξει το θετικό γεγονός της καταβολής των κοινωνικοασφαλιστικών παροχών και το αχρεώστητο ή παράνομο αυτής και γενικότερα την ανυπαρξία της νόμιμης αιτίας, ενώ ο ασφαλισμένος/συνταξιούχος για να απαλλαγεί από την υποχρέωση επιστροφής των παροχών που του καταβλήθηκαν αχρεωστήτως ή παρανόμως πρέπει αυτός να επικαλεσθεί και να αποδείξει σωρευτικώς α) την ύπαρξη των πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν την καλή πίστη του και β) τις σοβαρές δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις καθώς και την έκταση των επιπτώσεων αυτών στην αξιοπρεπή διαβίωσή του σε περίπτωση επιστροφής των παροχών. Ο ασφαλιστικός φορέας μπορεί να αντιτάξει κακοπιστία του λήπτη, οπότε βαρύνεται με την απόδειξη των πραγματικών περιστατικών από τα οποία αυτή προκύπτει. Μειοψηφία.

Επιλύει προδικαστικό ζήτημα  –  Παραπέμπει

Απόφ.ΣτΕ…

 

BANNER-LINKEDIN

Για να διαβάσετε περισσότερα παρακαλώ συνδεθείτε συμπληρώνοντας τα στοιχειά σας