facebook
Αρχική Νομολογία Δικονομικά φλέγοντα θέματα Δικαστικό Ένσημο – Δεν απαιτείται η καταβολή του σε περίπτωση τροπής καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό για αγωγές που κατατέθηκαν προ της έναρξης ισχύος του Ν.3994/2011.

Δικαστικό Ένσημο – Δεν απαιτείται η καταβολή του σε περίπτωση τροπής καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό για αγωγές που κατατέθηκαν προ της έναρξης ισχύος του Ν.3994/2011.

Δικαστικό Ένσημο

Δεν απαιτείται η καταβολή του (1)

σε περίπτωση τροπής

καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό

για αγωγές που κατατέθηκαν προ της έναρξης ισχύος του Ν.3994/2011

Με την κατωτέρω δημοσιευόμενη απόφαση έγινε δεκτή η μετατροπή  του καταψηφιστικού αιτήματος  σε αναγνωριστικό ΑΝΕΥ καταβολής δικαστικού ενσήμου εφόσον, σύμφωνα με το άρθρο 72 παρ. 14 του Ν. 3994/2011, η υπό κρίση αγωγή έχει ασκηθεί πριν την έναρξη ισχύος, του ανωτέρω νόμου, (ήτοι μετά την 25.7.2011) οπότε εφαρμογή έχει το προγενέστερο δίκαιο.

(ΣΣ βλ. κατωτέρω Σχόλια – Παρατηρήσεις υπ΄αρ.1)

Δικαστική Ομολογία (2)

  Η έγγραφη δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας με την οποία συνομολογείται η αποκλειστική υπαιτιότητα του ασφαλισμένου της οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου αποτελεί  πλήρη απόδειξη (άρθρ. 352 παρ. 1, 591 παρ. 1 και 681 Α’ του ΚΠολΔ,

Σύγκρουση Αντιθέτως Κινουμένων

  Αποκλειστική υπαιτιότητα οδηγού ΙΧΕ ο οποίος εισερχόμενος σε αριστερή στροφή, απώλεσε τον έλεγχο του οχήματος του, λόγω και της ολισθηρότητας του οδοστρώματος (εξαιτίας βροχόπτωσης), και εισήλθε αιφνιδιαστικά στο αντίθετο ως προς την πορεία του ρεύμα κυκλοφορίας, με αποτέλεσμα να συγκρουσθεί με το αντιθέτως κανονικά κινούμενο όχημα (παραβ. άρθρα 5 παρ. παρ. 1, 2α, 3α, 8α, 12 παρ. 1, 16 παρ. 4, 19 παρ. 1 Κ.Ο.Κ)

Ζώνη Ασφαλείας

Απόδειξη χρήσης με φωτογραφία

 Η χρήση της ζώνης ασφαλείας από την  ενάγουσα (παθούσα) συνάγεται από την απλή επισκόπηση των προσκομιζομένων από την ίδια φωτογραφιών, στις οποίες εμφαίνεται αιμάτωμα επίμηκες στην κοιλιακή χώρα της, απορριπτόμενου ως εκ τούτου του ισχυρισμού της εναγομένης,  περί συντρέχοντος πταίσματος της ενάγουσας στον τραυματισμό της, λόγω της μη χρήσης ζώνης ασφαλείας.

Ηθική Βλάβη

 Η  ενάγουσα παθούσα υπέστη κάταγμα μεσότητας στέρνου, με ελαφρά επί τα έσω παρεκτόπηση, μικρές αιμορραγικές θλάσεις στον οπίσθιο λοβό (ΑΡ) κάτω λοβού με συνοδό υπεξωκοτική συλλογή, εικόνα πνευμομεσοθωρακίου, αιμορραγικά και φλεγμονώδη στοιχεία του οπισθοστερηκού λίπους. Επιδικάσθηκε ποσό 46.000 ευρώ

Απόφ. Μον.Πρ.Αθ. 4546/2011

Πρόεδρος Δημήτριος Μάκος

Δικηγόροι Ευθύμιος Παναγιωτόπουλος – Δημήτριος Πετρουντζής

Σχόλια – Παρατηρήσεις

  • 1) Δικαστικό Ένσημο σε Αναγνωριστικές Αγωγές

   Με χαρά μας υποδεχόμεθα την κατωτέρω δημοσιευόμενη απόφαση που συνάδει με τις εκπεφρασμένες θέσεις του περιοδικού μας, αναφορικά με το μείζον ζήτημα που ενέσκηψε εν αιθρία, το προηγούμενο καλοκαίρι (εντός των δικαστικών διακοπών), όταν ψηφίσθηκε ο σχετικός νόμος (Ν.3994/2011).

  Τότε ακούσθηκαν διάφορες ερινύες, ερμηνεύοντας – βασιλικότεροι του βασιλέως – τις διατάξεις του ανωτέρω νόμου, που ισχυρίζονταν ότι, η καταβολή δικαστικού ενσήμου ήταν υποχρεωτική και για τις αγωγές που είχαν κατατεθεί προ της έναρξης ισχύος του νόμου (25.7.2011), εφόσον περιείχαν αίτημα καταψηφιστικό και όχι αναγνωριστικό, παρά το ότι  στο άρθρο 72 παρ. 14 του ανωτέρω νόμου (Μεταβατικές διατάξεις), προβλέπετο διαφορετικά.

   Τελευταία γίνονται προσπάθειες επαναφοράς του καθεστώτος περί  του δικαστικού ενσήμου που υπήρχε πριν από τον ν. 3994/2011, καθώς η επέκταση του δικαστικού ενσήμου και στις απλώς αναγνωριστικές αγωγές, επηρεάζει τα δικονομικά και συνταγματικά δικαιώματα των πολιτών που προσφεύγουν στη δικαιοσύνη.

   Το δικαίωμα του πολίτη για παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια αποτελεί θεμελιώδες συνταγματικό δικαίωμα (άρθρο 20 παρ.1 Συντάγματος), το οποίο κατοχυρώνεται και από την κυρωθείσα με το ν.δ. 53/1974 Ευρωπαϊκή Σύμβαση της Ρώμης του 1950 για τα δικαιώματα του ανθρώπου (ΕΣΔΑ άρθρα 6 και 13) και αποτελεί θεμελιώδη αρχή του κράτους δικαίου.

  βλ. σχετικό Άρθρο «Το δικαστικό ένσημο στις αναγνωριστικές αγωγές – Ζητήματα Συνταγματικότητας και Διαχρονικού Δικαίου διάταξης άρθρου 70 ν.3994/2011» υπό Ηλία Ι. Κλάππα   Δικηγόρου Πειραιά –  Μέλους Δ.Σ. του Δ.Σ.Πειραιά. ΕΣυγκΔ 2011/354

  • 2) Δικαστική Ομολογία

  ΟΜΟΛΟΓΙΑ Υπαιτιότητος από Υπεύθυνη Δήλωση Οδηγού στην οποία αποδέχεται την ευθύνη του. Εφ.Αθ. 7463/1992 ΕΣυγκΔ 1993/455

  Η ομολογία είναι ρητή (ΚΠολΔ 352 παρ.1) είτε τεκμαιρομένη (άρθρο 271, 272 ΚΠολΔ) παρέχει δε πλήρη δεσμευτική  απόδειξη (άρθρ. 338, 339 ΚΠολΔ), έστω και αν δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, οπότε για εκείνο που ομολόγησε, ισχύει ο κανόνας ότι, «ο εξ οικείου πταίσματος ζημιούμενος ου δοκεί ζημιούσθαι». Σύμφωνα με τα ανωτέρω, αν υπάρχει ρητή η τεκμαιρομένη ομολογίας κάποιου εναγομένου για τις εν γένει συνθήκες και την περιουσιακή ζημία του ενάγοντος από αδικοπραξία, το δικαστήριο, όσον αφορά την τέλεση της αδικοπραξίας και τη ζημία, θα την δεχθεί όπως ομολογείται, ενώ για την χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, που ανάγεται σε ζήτημα αξιολογικής κρίσης, (βλ. ΑΠ 112/1999 ΕλλΔνη 40(1999).773, ΑΠ 289/1997 ο.π), το Δικαστήριο θα αποφανθεί με βάση τα επικαλούμενα γεγονότα, ποιό είναι το ποσό αυτής, δηλαδή της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης του ενάγοντος από την ηθική βλάβη που υπέστη.

    Η δικαστική ομολογία του δεύτερου εναγόμενου, δεν δεσμεύει τον πρώτο εναγόμενο, δεδομένου ότι αυτοί τελούν σε σχέση απλής ομοδικίας (άρθρο 75 παρ.1 ΚΠολΔ). Η ενέργεια ή η αδράνεια του ενός δεν επηρεάζει τη δίκη του άλλου. Μον.Πρ.Χαλκ. 56/2001 ΣΕΣυγκΔ 2002/568 επ.

      Η Υπεύθυνη Δήλωση παθόντος (εξώδικος ομολογία)  περί αποκλειστικής υπαιτιότητάς του ληφθείσα εντός του νοσοκομείου δεν λαμβάνεται υπόψη. Εφ.Αθ. 2022/2010 ΕΣυγκΔ 2010/316

   Ομοίως η εξώδικη ομολογία του οδηγού  για την υπαιτιότητα στην πρόκληση της επίδικης σύγκρουσης, εκτιμάται υπό του δικαστηρίου ελεύθερα,σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 352 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ. Μον.Πρ.Αθ.. 3267/2007 ΣΕΣυγκΔ 2007/640

Κείμενο Απόφ. Μον.Πρ.Αθ. 4546/2011

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 294 και 297 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι ο ενάγων μπορεί, με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον αντίδικό του, να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής χωρίς συναίνεση του εναγομένου πριν αυτός προχωρήσει στην προφορική συζήτηση της ουσίας της υπόθεσης. Η παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής έχει ως αποτέλεσμα ότι η αγωγή θεωρείται πως δεν ασκήθηκε, κατ’ άρθρο 295 παρ. 1 του ΚΠολΔ. Στην προκειμένη περίπτωση η ενάγουσα με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρους της, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου, παραιτήθηκε, πριν από την προφορική συζήτηση της ουσίας της υπόθεσης, από το δικόγραφο της ένδικης αγωγής ως προς τον πρώτο εναγόμενο. Κατόπιν αυτού η ένδικη αγωγή θεωρείται ως προς αυτόν πως δεν ασκήθηκε.

  Η ενάγουσα εκθέτει στην υπό κρίση αγωγή ότι ο πρώτος εναγόμενος (για τον οποίο δηλώθηκε παραίτηση κατά τα ανωτέρω), οδηγώντας το αναφερόμενο στην αγωγή ΙΧΕ αυτοκίνητο, που ήταν ασφαλισμένο για τις προς τρίτους ζημίες στην εναγομένη ασφαλιστική εταιρία, προκάλεσε από υπαιτιότητά του, τον τραυματισμό της και την απώλεια εισοδημάτων της, κατά το τροχαίο οδικό ατύχημα, που έγινε υπό τις εκτιθέμενες στην αγωγή συνθήκες, ζητεί δε, όπως το αίτημα της αγωγής της παραδεκτά, κατ’ άρθρα 223 σε συνδ. με 295 και 297 του ΚΠολΔ, περιορίστηκε και μετατράπηκε εν μέρει σε έντοκο αναγνωριστικό να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης το ποσό των 61.750 ευρώ και να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη οφείλει να της καταβάλει το ποσό των 140.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, αφαιρουμένου ποσού 40 ευρώ, το οποίο επιφυλάσσεται να ζητήσει κατά την παράσταση της με την ιδιότητα της ως πολιτικώς ενάγουσας ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων. Η αγωγή αρμόδια και παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 14 παρ. 1 εδ. α’, 16 περ. 12, 25 παρ. 2 του ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 666, 667, 670 έως 676 και 681 Α’ του ΚΠολΔ και είναι νόμιμη, βασιζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 914, 297, 298, 330 εδ. β’, 340, 345, 346, 926, 932 ΑΚ, 2, 4, 9 του ν. ΓπΝ/1911, που διατηρήθηκε σε ισχύ με τα αρθρ. 47 και 114 ΕισΝΑΚ, 1,2, 6 και 10 του ν. 489/1976, 70, 907, 908 παρ. 1 δ’, 176 ΚΠολΔ. Πλην, όμως, το παρεπόμενο αίτημα περί κηρύξεως της απόφασης που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστής, μετά τη μετατροπή του ως άνω τμήματος του αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό κατέστη μη νόμιμο και απορριπτέο, όσον αφορά το εν λόγω αγωγικό αίτημα των 140.000 ευρώ, διότι σε αναγκαστική εκτέλεση και άρα και προσωρινή τέτοια υπόκεινται μόνον οι καταψηφιστικές και όχι οι αναγνωριστικές αποφάσεις. Σημειωτέον ότι παραδεκτά περιορίστηκε με τις προτάσεις της ενάγουσας το αίτημα σε αναγνωριστικό νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής για το αιτούμενο κονδύλιο, καθότι κατ’ άρθρο 72 παρ. 14 του Ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α’ 165/25.7.2011 – Μεταβατικές διατάξεις), η παράγραφος 3 του άρθρου 7 του νομοθετικού διατάγματος 1544/1942, η οποία τροποποιήθηκε με το άρθρο 70 του ίδιου (ως άνω) νόμου και προβλέπει πλέον την καταβολή δικαστικού ενσήμου και για τις αναγνωριστικές αγωγές, εφαρμόζεται στις αγωγές που ασκούνται μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 3994/2011, ήτοι μετά την 25.7.2011, η δε υπό κρίση αγωγή, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης δικογράφου, κατατέθηκε την 9.3.201 1 ήτοι πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύς του Ν. 3994/2011  και επιδόθηκε στην εναγομένη την 11.3.2011 (βλ. την υπ’ αριθ. 2432β/1 1.3. 2011 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …), οπότε εφαρμογή έχει το προγενέστερο δίκαιο, βάσει του οποίου μπορούσε να γίνει περιορισμός του αιτήματος της αγωγής σε  έντοκο αναγνωριστικό, χωρίς την καταβολή δικαστικού ενσήμου. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί η υπό κρίση αγωγή περαιτέρω κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι έχει κοινοποιηθεί αντίγραφο της αγωγής στην αρμόδια ΔΟΥ Χολαργού, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. 2431 β/1 1.3.201 1 έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή και έχουν καταβληθεί τα απαιτούμενα τέλη δικαστικού ενσήμου με τα ανάλογα ποσοστά υπέρ τρίτων (βλ. τα υπ’ αριθμ.   ____ παράβολα  αγωγοσήμου  μετά  των επικολληθέντων ενσήμων ΤΠΔΑ και το 674943 σειρά Α’ ένσημο ΕΤΑΑ-ΤΑΝ).

  Η εναγομένη ασφαλιστική εταιρία, με έγγραφη δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως και επαναλαμβάνεται στις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της, συνομολογεί την αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού του ζημιογόνου και ασφαλισμένου στην ίδια αυτοκινήτου, της δικαστικής αυτής ομολογίας αποτελούσας και κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία πλήρη απόδειξη εναντίον του [άρθρα 352 παρ. 1, 591 παρ. 1 και 681 Α’ του ΚΠολΔ, βλ. σχετ. ΑΠ 515/2007 δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ], περαιτέρω δε. ισχυρίζεται ότι ο τραυματισμός της ενάγουσας οφείλεται σε συντρέχον πταίσμα της για το λόγο ότι δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας, ο οποίος αποτελεί νόμιμη ένσταση εκ του άρθρου 300 ΑΚ και πρέπει να εξεταστεί και αυτός περαιτέρω στην ουσία του.

Συνθήκες ατυχήματος  – Υπαιτιότητα

  Από την ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ομολογία της εναγομένης, κατά τα ανωτέρω, από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρος απόδειξης, των φωτογραφιών, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται [άρθρα 444 αρ. 3, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 του ΚΠολΔ], των νομίμως προσαγομένων μετ’ επικλήσεως εγγράφων, που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, μεταξύ των οποίων και το δελτίο τροχαίου οδικού ατυχήματος με το σχετικό σχεδιάγραμμα, που συνέταξαν αρμόδια αστυνομικά όργανα και οι δοθείσες κατά τη διενεργηθείσα αστυνομική προανάκριση καταθέσεις, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για κάποια από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη σημείωση κατωτέρω, χωρίς πάντως να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης και τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως και χωρίς απόδειξη [άρθρα 336 παρ. 4 σε συνδ. με 591 παρ. 1 και 681 Α’ του ΚΠολΔ], αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

   Την 17.3.2009 και περί ώρα 16:40 ο Χ1, (ως άνω μάρτυρας και νυν σύζυγος της ενάγουσας) έβαινε κανονικά στο 22,5 χλμ. της εθνικής οδού Τριπόλεως – Καλαμάτας, οδηγώντας το υπ’ αριθ. … ΙΧΕ αυτοκίνητο κυριότητας, νομής και κατοχής του, με κατεύθυνση προς Τρίπολη με συνεπιβάτη στην θέση του συνοδηγού την ενάγουσα. Η εν λόγω οδός έχει στο σημείο εκείνο μία λωρίδα ανά κατεύθυνση, οι οποίες χωρίζονται μεταξύ τους με διπλή διαχωριστική γραμμή, όπως προκύπτει από το σχεδιάγραμμα της αστυνομίας. Στο αντίθετο με το όχημα του  Χ1 ρεύμα κυκλοφορίας, έβαινε ο Ψ1, οδηγώντας το υπ’ αριθ. …  Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, κυριότητας, νομής και κατοχής του, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για τις προς τρίτους ζημίες στην εναγομένη ασφαλιστική εταιρία. Όταν ο Ψ1 έφθασε στην ως άνω χιλιομετρική θέση (22,5) της ως άνω οδού και ενώ υπήρχε ελαφρά αριστερή καμπή ως προς την πορεία του, απώλεσε τον έλεγχο του οχήματος του λόγω και της ολισθηρότητας του οδοστρώματος εξαιτίας βροχόπτωσης, εισήλθε αίφνης με αυτό εντελώς στο αντίθετο ως προς την πορεία του ρεύμα κυκλοφορίας, όπου έβαινε κανονικά κατά τα ανωτέρω το όχημα του Χ1, με αποτέλεσμα να επιπέσει με το εμπρόσθιο τμήμα του, στο εμπρόσθιο τμήμα του οχήματος του Χ1, παρά την προσπάθεια του τελευταίου να τον αποφύγει με τροχοπέδηση και αφού έκανε δεξιό ελιγμό. Το ατύχημα οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του Ψ1, οδηγού του υπ’ αριθ. … ζημιογόνου Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου, ο οποίος δεν επέδειξε την επιμέλεια, που θα επεδείκνυε υπό τις ίδιες μ’ αυτόν συνθήκες, ο μέσος συνετός οδηγός και δεν ασκούσε τον έλεγχο και την εποπτεία του οχήματος, που οδηγούσε, με διαρκώς τεταμένη την προσοχή του, δεν είχε ρυθμίσει την ταχύτητα του, λαμβάνοντας υπ’ όψει τις επικρατούσες συνθήκες, ειδικότερα το γεγονός ότι έφθανε σε αριστερή ως προς την πορεία του καμπή και ο δρόμος ήταν ολισθηρός εξαιτίας βροχόπτωσης, με συνέπεια να απολέσει τον έλεγχο του οχήματος του, να εισέλθει εντελώς στο αντίθετο ως προς την πορεία του ρεύμα κυκλοφορίας  και να  επιπέσει  στο  κανονικά  κινούμενο  ΙΧΕ αυτοκίνητο του … (άρθρα 5 παρ. παρ. 1, 2α, 3α, 8α, 12 παρ. 1, 16 παρ. 4, 19 παρ. 1 Κ.Ο.Κ. και 330 εδ. β’ του ΑΚ). Τα ίδια δε άλλωστε πραγματικά περιστατικά δέχθηκε και η υπ’ αριθ. 6271/2010 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε μετά από αγωγή του νυν μάρτυρα απόδειξης κατά των και νυν εναγομένων επί του ιδίου ενδίκου συμβάντος.

Ζώνη Ασφαλείας – Σωματικές Βλάβες

   Από το ως άνω ένδικο ατύχημα η ενάγουσα, παρά τη χρήση ζώνης  ασφαλείας,  όπως το γεγονός αυτό ευχερώς συνάγεται από την απλή επισκόπηση των προσκομιζομένων από την ίδια φωτογραφιών, στις οποίες εμφαίνεται αιμάτωμα επίμηκες στην κοιλιακή χώρα της (ενάγουσας), απορριπτόμενου ως εκ τούτου του ως άνω ισχυρισμού της εναγομένης περί συντρέχοντος πταίσματος της στον τραυματισμό της, λόγω της μη χρήσης ζώνης, υπέστη κάταγμα μεσότητας στέρνου, με ελαφρά επί τα έσω παρεκτόπηση, μικρές αιμορραγικές θλάσεις στον οπίσθιο λοβό (ΑΡ) κάτω λοβού με συνοδό υπεξωκοτική συλλογή, εικόνα πνευμομεσοθωρακίου, αιμορραγικά και φλεγμονώδη στοιχεία του οπισθοστερηκού λίπους. Συνεπεία των εν λόγω κακώσεων διακομίστηκε άμεσα με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Τρίπολης, όπου παρέμεινε νοσηλευόμενη μέχρι 24.3.2009, στην Α’ χειρουργική κλινική. Κατά την έξοδο της από το νοσοκομείο, της δόθηκε αναρρωτική άδεια συνολικά μέχρι την 17.5.2009 (βλ. 1) το από 17.3.2009 εισιτήριο, 2) το από 18.3.2009 παραπεμπτικό ειδικού απεικονιστικού ελέγχου, 3) τις από 19.3.2009 και από 23.3.2009 ιατρικές γνωματεύσεις του ιατρού ακτινολόγου …, 4) την από 24.3.2009 ιατρική βεβαίωση του χειρουργού ιατρού …, 5) το από 24.3.2009 εξιτήριο, 6) την από 25.4.2009 ιατρική γνωμάτευση του χειρουργού ιατρού .., όλα εκ του ως άνω νοσοκομείου).

Ηθική Βλάβη

   Τέλος, από το ως άνω ατύχημα, η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη εκ της ψυχικής ταλαιπωρίας της από τις παραπάνω σωματικές της βλάβες, για τις οποίες δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης, η οποία, μετά την στάθμιση των κατά το νόμο στοιχείων, της αποκλειστικής υπαιτιότητας, όσον αφορά στο ατύχημα του οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου, τις οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης των μερών πλην της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας που έχει εγγυητική μόνο ευθύνη (βλ. σχετ. ΑΠ 1670/2006 ΕπισκΕΔ 2006.1073, ΕφΑθ 3790/2001 ΧρΙδΔ 2001.502), ανέρχεται στο ποσό των 46.000 ευρώ, το οποίο, κρίνεται εύλογο (άρθρο 932 του ΑΚ), αφού αφαιρεθεί εκ των προτέρων ποσό 40 ευρώ, για την παράσταση της ενάγουσας ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων ως πολιτικώς ενάγουσας. Όμως, από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προέκυψε ότι στη γενική διαγνωστική κλινική με την επωνυμία «ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ», στην οποία εργαζόταν η ενάγουσα ως ιατρός, κατά το χρόνο του ως άνω ενδίκου συμβάντος, ο μηνιαίος μισθός της (ενάγουσας) ανερχόταν στο ποσό των 500 ευρώ και για το λόγο αυτό το σχετικό κονδύλι πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμο. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει η υπό κρίση αγωγή, δεκτή εν μέρει, ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 46.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επομένης της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Περαιτέρω το Δικαστήριο κρίνει ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στην ενάγουσα που νίκησε εν μέρει, για το λόγο δ’ αυτό πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτό το αίτημα για κήρυξη της παρούσας απόφασης προσωρινά εκτελεστής κατά την καταψηφιστική της διάταξη [άρθρα 907 και 908 ΚΠολΔ]. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων επί της αγωγής αυτής πρέπει να κατανεμηθούν ανάλογα με την έκταση της νίκης και ήττας τους (άρθρο 178 του ΚΠολΔ), να επιβληθεί δε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας σε βάρος της εναγομένης, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση της αγωγής ως προς τον πρώτο εναγόμενο ….

 ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

 ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει αγωγή.

 ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ότι κρίθηκε απορριπτέο στο σκεπτικό.

 ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των σαράντα έξι χιλιάδων ευρώ (46.000 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της επιδόσεως της αγωγής, μέχρις εξοφλήσεως.

 ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση προσωρινά εκτελεστή κατά το ποσό των είκοσι πέντε χιλιάδων ευρώ (25.000 ευρώ). Και

 ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης ένα μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, το οποίο ορίζει σε χίλια διακόσια ευρώ (1.200 ευρώ).

Κρίθηκε

——————————————