facebook

ΤΡΟΧΑΙΟ ΑΤΥΧΗΜΑ

1.Παραγραφή κατ’ Ασφαλιστή 5ετής και όχι 2ετής (άρθρ. 7 Ν. 3557/2007 ΦΕΚ 100/Α/14/5/2007 που αντικατέστησε την παρ.2 του άρθρ. 2 Ν 489/1976)

2.Επιμήκυνση 5ετούς Παραγραφής σε 20ετία της Αξίωσης  Απώλειας Διαφυγόντων Εισοδημάτων  για Μεταγενέστερο Χρονικό Διάστημα που τελεσίδικα απορρίφθηκε ως Προώρως ασκηθείσα  (άρθρ. 7 Ν. 3557/2007 που αντικατέστησε  την παρ.2 του άρθρ. 2 Ν 489/1976 – άρθρ.268 ΑΚ)

Παραγραφή κατ’ Ασφαλιστή 5ετής και όχι 2ετής (άρθρ. 7 Ν. 3557/2007 ΦΕΚ 100/Α/14/5/2007 που αντικατέστησε την παρ.2 του άρθρ. 2 Ν 489/1976)

 (Δημοσιεύεται στην ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, τεύχος Οκτώβριος 2021)

Η παραγραφή διακόπτεται με την άσκηση της αγωγής (άρθρ. 215 ΑΚ,) ήτοι με την επίδοσή της και αρχίζει και πάλι από την έκδοση τελεσίδικης απόφασης ή την κατ΄ άλλο τρόπο περάτωση της δίκης (άρθρ. 261 εδ. α’ ΚΠολΔ ήδη παρ.1 εδ. α’ μετά την αντικατάστασή του από  το άρθρ. 101 παρ.1 Ν. 4139/2013) και 221  παρ.1 ΚΠολΔ. 

 

Η απόρριψη της πρώτης αγωγής για απώλεια διαφυγόντων εισοδημάτων ως Προώρως Ασκηθείσα  ΔΕΝ συνιστά απόρριψη για Τυπικούς Λόγους κατά την έννοια του άρθρου  263 ΑΚ –  Συνεπώς ο ενάγων δεν υποχρεούται να επανασκήσει την ένδικη αγωγή για μεταγενέστερο επίδικο χρονικό διάστημα εντός Εξαμήνου από την τελεσίδικη απόρριψη της πρώτης αγωγής ως Πρόωρης.

 

Η  5 ετής παραγραφή ΔΙΑΚΟΠΗΚΕ με την άσκηση της πρώτης αγωγής το έτος 2007 στην οποία περιλαμβανόταν και η ένδικη αξίωση απώλειας διαφυγόντων εισοδημάτων και ΑΡΧΙΣΕ  νέα 20ετής παραγραφή (άρθρ. 268 ΑΚ) από την Τελεσίδικη Απόρριψη της αγωγής για την ίδια αξίωση ως Προώρως Ασκηθείσα.

 Με την τελεσίδικη απόφαση αναγνωρίστηκε τελεσίδικα κάθε σχετική αξίωσή του ενάγοντος – αναιρεσείοντος τόσο του προγενέστερου όσο και του μεταγενέστερου χρόνου και συνεπώς και η επίδικη αξίωση  η οποία δεν είχε υποκύψει σε παραγραφή έως τη δημοσίευση της  τελεσίδικης απόφασης  στις 6/5/2010 αφού η  επίδικη αξίωση είχε περιληφθεί στην πρώτη αγωγή.

 

 Εσφαλμένα η εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε:

 Α) ότι η απόρριψη της πρώτης αγωγής  στην οποία περιλαμβανόταν και η επίδικη αξίωση απώλειας διαφυγόντων εισοδημάτων του ήδη αποβιώσαντος αρχικώς ενάγοντος (αρτεργάτη- ζυμωτή) στην θέση του οποίου υπεισήλθαν οι εκ διαθήκης νόμιμοι κληρονόμοι του – αναιρεσείοντες, στην οποία περιλαμβανόταν και η επίδικη αξίωση συνιστά απόρριψη για Τυπικούς Λόγους και ως εκ τούτου ο ενάγων όφειλε να επαναγείρει την αγωγή εντός 6μηνου από την τελεσιδικία της απορριπτικής απόφασης και

  Β) ότι η ένδικη αξίωση  του υπέπεσε στην διετή παραγραφή.

Δεκτοί ως βάσιμοι οι εκ του άρθρου 559 αριθ.1 ΚΠολΔ λόγοι  αναίρεσης.   

 

Ειδικότερα, με τη διάταξη του άρθρου 7 του Ν. 3557/2007 η παρ. 2 του άρθρου 10 του ν.489/1976, αντικαταστάθηκε ως εξής: «αξίωση αυτή παραγράφεται μετά πάροδο πέντε (5) ετών από την ημέρα του ατυχήματος, επιφυλασσομένων των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για την αναστολή και διακοπή της παραγραφής». Η διαφορά του χρόνου παραγραφής μεταξύ προγενέστερου και νέου δικαίου (δύο και πέντε έτη αντίστοιχα) θέτει ζητήματα διαχρονικού δίκαιου, για το οποίο, αφού το νέο δίκαιο δεν διαλαμβάνει σχετική ρύθμιση, επιβάλλεται, ως πλέον πρόσφορη, η προσφυγή στη διάταξη του αρθρου18 του ΕισΝΑΚ. Έτσι, αφού ο νέος νόμος καλείται να ρυθμίσει έννομες συνέπειες που γεννήθηκαν μεν μετά την έναρξη εφαρμογής του αλλά πηγάζουν από έννομες σχέσεις και καταστάσεις προϋφιστάμενες του νόμου, πρόκειται περί επιτρεπτής μη γνήσιας αναδρομής νόμου και η παραγραφή που έχει αρχίσει υπό το προγενέστερο δίκαιο και δεν έχει συμπληρωθεί κατά την έναρξη εφαρμογής του νέου δικαίου που την επιμηκύνει, τότε αυτή συνεχίζεται υπό το νέο δίκαιο και συμπληρώνεται κατά τους ορισμούς του ως πενταετής. Η πενταετής αυτή  παραγραφή αρχίζει κατ’ άρθρο 241 ΑΚ από την επομένη του ατυχήματος, ανεξαρτήτως του χρόνου γνώσης της ζημίας από μέρους του ζημιωθέντος, αφού η διάταξη του άρθρου 10 παρ. 2 του ν 489/1976, ως ειδική, επικρατεί της γενικής του άρθρου 937 ΑΚ. Η παραπάνω πενταετής παραγραφή, ως προς την αφετηρία της, καλύπτει όλες τις ζημίες που έχουν επέλθει, καθώς και τις προβλεπτές από την αρχή μέλλουσες ζημίες του παθόντος. Δεν εφαρμόζεται αν η ζημία είναι από την αρχή απρόβλεπτη, όπως αυτό μπορεί να συμβεί σε περίπτωση απρόβλεπτης, κατά τα ιατρικά δεδομένα, επιδείνωσης της υγείας του παθόντος

Περαιτέρω από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 261 παρ.1 ΚΠολΔ (ήδη παρ.1 εδ. α΄ μετά  την αντικατάσταση του με το άρθρο 101 παρ. 1 Ν 4139/2013) και 221 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η παραγραφή  διακόπτεται με την άσκηση της αγωγής, ήτοι από την επίδοσή της, αρχίζει δε και πάλι από την έκδοση τελεσίδικης απόφασης ή την κατά άλλο τρόπο περάτωση της δίκης, σε περίπτωση δε άσκησης αγωγής για μέρος μόνο της αξίωσης αποζημίωσης, η επίδοση της αγωγής διακόπτει την παραγραφή μόνο για το μέρος αυτό, ως προς το οποίο δημιουργείται εκκρεμοδικία. Εξάλλου κατά  διάταξη του  άρθρου 263 ΑΚ  «κάθε παραγραφή που διακόπηκε με την έγερση της αγωγής θεωρείται σαν να μη διακόπηκε, αν ο ενάγων παραιτηθεί από την αγωγή ή η αγωγή απορριφθεί τελεσίδικα για λόγους μη ουσιαστικούς. Αν ο δικαιούχος εγείρει και πάλι την αγωγή μέσα σε έξι μήνες, η παραγραφή θεωρείται ότι έχει διακοπεί με την προηγούμενη αγωγή». Κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης αυτή εφαρμόζεται όταν η απόρριψη της αγωγής γίνεται για λόγους τυπικούς. Απόρριψη της αγωγής για τυπικούς λόγους υπάρχει σε κάθε περίπτωση, κατά την οποία η παροχή δικαστικής προστασίας ματαιώνεται για λόγο που δεν ανάγεται στη νομική ή ουσιαστική βασιμότητα της υπό διάγνωση απαίτησης. Τέτοιοι λόγοι μπορεί να είναι η μη συνδρομή των διαδικαστικών προϋποθέσεων της δίκης, η έλλειψη της ικανότητας δικαστικής παράστασης, η αοριστία της αγωγής και γενικότερα οι λόγοι εκείνοι, οι οποίοι ερευνώνται πριν από την αξιολόγηση της ύπαρξης και του περιεχομένου της ουσιαστικής αξίωσης και των οποίων η θετική ή αρνητική συνδρομή παρεμποδίζει τη διάγνωσή της, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές είναι πρόδηλο ότι είναι αντικειμενικά δυνατόν με τη νέα αγωγή να διορθωθεί το τυπικό σφάλμα της απορριφθείσας προηγούμενης αγωγής. Πρόβλημα ανακύπτει στην περίπτωση, κατά την οποία μία αγωγή απορρίπτεται ως προώρως ασκουμένη, δηλαδή εάν η απόρριψη αυτής θεωρείται γενομένη για τυπικούς ή ουσιαστικούς λόγους. Συνήθως τέτοια απόρριψη γίνεται, όταν νεαρής ηλικίας πρόσωπο τραυματίζεται σοβαρά από αδικοπραξία τρίτου και αξιώνεται αποζημίωση για διαφυγόντα εισοδήματα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε μια τέτοια περίπτωση με την συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου η αγωγή του παθόντος γίνεται δεκτή ως βάσιμη στην ουσία της για τα πρώτα έτη και για τα υπόλοιπα απορρίπτεται ως προώρως ασκουμένη. Η απόρριψη όμως της αγωγής ως προώρως ασκουμένης δεν αποτελεί απόρριψη για τυπικούς λόγους και αυτό γιατί κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε ότι είναι αντικειμενικά δυνατή η εντός εξαμήνου από την προηγούμενη απόρριψη ως πρόωρης, έγερση νέας αγωγής, γεγονός, δηλαδή, που δεν είναι δυνατόν στην συγκεκριμένη περίπτωση.

   

  Στην ένδικη υπόθεση η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε ότι: α)  το ένδικο ατύχημα συνέβη στις 14/11/2005, β) ο αρχικώς ενάγων – αναιρεσείων άσκησε κατά της αναιρεσίβλητης ασφαλιστικής εταιρίας το έτος 2007 την από 25/10/2007 (πρώτη κατά σειρά) αγωγή,  στην οποία περιλαμβανόταν και αξίωση αποζημίωσης για διαφυγόντα εισοδήματα 35 ετών, από την εργασία του, ως αρτεργάτης – ζυμωτής, ήτοι από 15/11/2005 έως 15/11/2040, ως προβλεπτή εξ αρχής ζημία, γ) επί της  αγωγής εκδόθηκε η υπ΄αριθ. 909/6/5/2010 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης,  με την οποία επιδικάστηκε τελεσίδικα στον ενάγοντα- αναιρεσείοντα αποζημίωση για απώλεια εισοδημάτων από 15/11/2005 έως 1/10/2010 και για το υπόλοιπο διάστημα η αγωγή απορρίφθηκε ως προώρως ασκηθείσα,   δ) στη συνέχεια ο ενάγων – αναιρεσείων άσκησε την από 25/11/2010 (δεύτερη κατά σειρά) αγωγή, με την οποία αξίωνε αποζημίωση διαφυγόντων εισοδημάτων από 1/10/2010 έως 31/12/2016,  η οποία έγινε δεκτή για το διάστημα από 1/10/2010 έως 31/12/2011 με την 9640/2014 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης και για το υπόλοιπο απορρίφθηκε ως προώρως ασκηθείσα με την υπ΄αριθ.  12981/2012 εν μέρει οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, χωρίς να προκύπτει ως προς τις αποφάσεις αυτές τελεσιδικία, ε) με την ένδικη από 16/7/2014 (τρίτη κατά σειρά) αγωγή του ο ενάγων – αναιρεσείων άσκησε αξίωση διαφυγόντων εισοδημάτων για το διάστημα από 1/1/2012  έως 31/12/2025 (διάστημα που ενδιαφέρει στην παρούσα αναιρετική δίκη), ήτοι αξίωση η οποία είχε περιληφθεί εξ ολοκλήρου στην πρώτη από 25/10/2007, αγωγή του, πλην όμως είχε απορριφθεί τελεσίδικα ως πρόωρη και ε) η ένδικη τρίτη αγωγή επιδόθηκε στην αναιρεσίβλητη ασφαλιστική εταιρεία στις 24/7/2014, μετά τη δημοσίευση της υπ΄αριθ. 909/6/5/2010 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Ακολούθως το Εφετείο έκρινε : α)  ότι η απόρριψη της πρώτης αγωγής του αρχικώς ενάγοντος – αναιρεσείοντος, στην οποία περιλαμβανόταν και η επίδικη αξίωσή του περί διαφυγόντων εισοδημάτων από 1/1/2012 έως 31/12/2025, ως προώρως ασκηθείσας, συνιστά απόρριψη για τυπικούς λόγους, και ότι ο ενάγων – αναιρεσείων έπρεπε να επανεγείρει την αγωγή του εντός 6 μηνών από την τελεσιδικία της ανωτέρω υπ΄αριθ. 909/2010 απορριπτικής απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και β)   ότι η επίδικη αξίωση του ενάγοντος με την ένδικη  από 16/7/2014 (τρίτη κατά σειρά) αγωγή έχει υποπέσει σε διετή παραγραφή, κατά ουσιαστική παραδοχή  της ένστασης διετούς παραγραφής που πρόβαλε η εναγομένη – αναιρεσίβλητη ασφαλιστική εταιρία, και απέρριψε την αγωγή.

   Έτσι όμως που έκρινε το Εφετείο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις του νόμου, διότι με βάση τις παραπάνω παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης η ένδικη αξίωση του αρχικώς αναιρεσείοντος για διαφυγόντα εισοδήματα για το διάστημα από 1/1/2012 έως 31/12/2025 δεν έχει υποπέσει στην προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 10 παρ. 2 του ν. 489/1976 (όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 7 του ν. 3557/14-5-2007) πενταετή παραγραφή (σημειώνεται ότι εν προκειμένω o χρόνος παραγραφής για τον ασφαλιστή είναι πέντε και όχι δύο έτη, γιατί από την επομένη του ατυχήματος (15/11/2005) έως την έναρξη ισχύος του ν. 3557/2007 με τον οποίο καθιερώθηκε η πενταετής παραγραφή (14/5/2007) δεν είχε συμπληρωθεί διετία και έτσι η παραγραφή από διετής επεκτάθηκε σε πενταετή. Τούτο διότι  η ανωτέρω  πενταετής παραγραφή διακόπηκε με την άσκηση της πρώτης αγωγής το έτος 2007, στην οποία περιλαμβανόταν και το επίδικο κονδύλιο και άρχισε νέα παραγραφή από την τελεσίδικη απόρριψη αυτής ως προς το ίδιο κονδύλιο ως προώρως ασκηθείσας με την υπ΄αριθ. 909/6-5-2010 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Η νέα αυτή παραγραφή είναι πλέον εικοσαετής (20ετής), γιατί με την προαναφερόμενη απόφαση επιδικάστηκε στον αναιρεσείοντα αποζημίωση για απώλεια εισοδημάτων από 15/11/2005 έως 1/10/2010 και θεωρείται έτσι ότι αναγνωρίστηκε τελεσίδικα κάθε σχετική αξίωσή του τόσο του προγενέστερου όσο και του μεταγενέστερου χρόνου και συνεπώς και η επίδικη, η οποία δεν είχε υποκύψει σε παραγραφή έως τη δημοσίευση της ανωτέρω τελεσίδικης απόφασης 909/2010 απόφασης στις 6-5-2010, αφού η επίδικη αξίωση κατά τα προαναφερόμενα  είχε περιληφθεί στην πρώτη αγωγή του αναιρεσείοντος. Την παραπάνω  διακοπή της παραγραφής με την άσκηση της πρώτης αγωγής και την επιμήκυνση αυτής δυνάμει της παραπάνω  τελεσίδικης απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης είχε ήδη επικαλεστεί, καθ’ υποφοράν, ο αναιρεσείων στην ένδικη αγωγή του. Ο τελευταίος δε δεν είχε υποχρέωση επανάσκησης της αγωγής για το επίδικο διάστημα εντός εξαμήνου από την τελεσίδικη απόρριψη της πρώτης αγωγής ως πρόωρης, προκειμένου να θεωρηθεί διακοπείσα η παραγραφή με την άσκηση της πρώτης αγωγής, γιατί, όπως εκτέθηκε στη μείζονα σκέψη, η απόρριψη της αγωγής ως προώρως ασκουμένης δεν θεωρείται απόρριψη για τυπικό λόγο κατά την έννοια του άρθρου 263 του ΑΚ.

Δεκτοί οι πρώτος και δεύτερος λόγοι της αίτησης αναίρεσης εκ του άρθρ. 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ

Αναιρεί και Παραπέμπει την υπόθεση  για περαιτέρω εκδίκαση στο Μονομελές Εφετείο Θεσσαλονίκης.

Σχόλια – Παρατηρήσεις

Επιμήκυνση 5ετους παραγραφής σε 20ετία (άρθρ. 268 εδ’ α΄ ΑΚ)

Αξίωση Διατροφής για Μεταγενέστερο Χρόνο  – Δεν αποτελούν περιοδικές παροχές οι απλές δόσεις που προβλέπονται από το νόμο ή από σύμβαση για την καταβολή μιας ενιαίας οφειλής η οποία εξοφλείται τμηματικά. Από την τελεσιδικία της δικαστικής αποφάσεως για την ύπαρξη αξιώσεως για θετική και αποθετική ζημία από αδικοπραξία αρχίζει νέα εικοσαετής παραγραφή και ως προς το μέρος της αξίωσης για την αποκατάσταση της ζημίας που κρίθηκε τελεσίδικα, έστω και αν αυτή ανάγεται σε χρόνο μεταγενέστερο εκείνου για τον οποίο επιδικάσθηκε αποζημίωση, με την προϋπόθεση βέβαια, ότι κατά το χρόνο επέλευσης της τελεσιδικίας δεν είχε συμπληρωθεί η πενταετία του άρθρου 937 παρ. 1 Α.Κ. από του χρόνου της αδικοπραξίας και η καθόλου αξίωση δεν είχε υποκύψει τότε, στη, μέχρι της τελεσιδικίας, ισχύουσα βραχυχρόνια πενταετή παραγραφή και ανεξάρτητα από το γεγονός, ότι, η μετά την τελεσιδικία, ασκούμενη αξίωση, με αφετηρία το χρόνο της αδικοπραξίας, απέχει από εκείνον, χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της πενταετίας, όχι όμως και της εικοσαετίας, που ρυθμίζει πλέον, μετά την τελεσιδικία, αυτοτελώς την παραγραφή των επί μέρους αξιώσεων. ΑΠ.1270/2019, ΤΝΠ «ΣΟΛΩΝ».

Απόφ.ΑΠ….

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ Ο ΣΟΛΩΝBANNER-LINKEDIN

Για να διαβάσετε περισσότερα παρακαλώ συνδεθείτε συμπληρώνοντας τα στοιχειά σας