Η ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ μετά το Ν. 3557/2007
Θέματα Διαχρονικού Δικαίου
Υπό Ευθυμίου Κ. Καραϊσκου
Δικηγόρου Λαμίας
ΣΣ Δημοσιεύεται στην Επιθεώρηση Συγκοινωνιακού Δικαίου Τεύχος Απρίλιος 2010 Σελ. 146
1. Στο άρθρο 18 του ΕισΝΑΚ ορίζεται ότι, οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για την παραγραφή εφαρμόζονται και στις αξιώσεις που έχουν γεννηθεί αλλά δεν έχουν ακόμη παραγραφεί κατά την εισαγωγή του. Η έναρξη όμως, η αναστολή και η διακοπή της παραγραφής κρίνεται, ως προς τον πριν από την εισαγωγή του Κώδικα χρόνο, σύμφωνα με το δίκαιο που ισχύει έως τώρα. Αν ο χρόνος παραγραφής του Κώδικα είναι συντομότερος από αυτόν που προβλέπει το έως τώρα δίκαιο, υπολογίζεται ο συντομότερος, από την εισαγωγή του Κώδικα και αρχίζει από αυτήν. Στη περίπτωση όμως που ο χρόνος παραγραφής του έως τώρα δικαίου συμπληρώνεται νωρίτερα από το συντομότερο που ορίζεται στον Κώδικα, η παραγραφή συμπληρώνεται μόλις περάσει ο χρόνος παραγραφής του έως τώρα δικαίου. Από τις διατάξεις αυτές του ως άνω άρθρου 18 του ΕισΝΑΚ οι οποίες ρυθμίζουν μεν ζητήματα διαχρονικού δικαίου που προέκυψαν από την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα, αλλά απηχούν γενική αρχή διαχρονικού δικαίου και έχουν εφαρμογή, όχι μόνο επί των περί παραγραφής διατάξεων του ΑΚ και του προ αυτού δικαίου, αλλά και επί κάθε άλλης περί παραγραφής διατάξεως νεοτέρου νόμου, συνάγεται ότι, όταν οι διατάξεις νεοτέρου νόμου ορίζουν μακρότερο χρόνο παραγραφής σε σχέση με το χρόνο παραγραφής που καθόριζε ο προηγούμενος νόμος, εφαρμογή έχει ο νεότερος νόμος, επί των αξιώσεων που είχαν γεννηθεί υπό την ισχύ του προηγουμένου νόμου, αλλά δεν παραγράφηκαν ή αποσβέστηκαν μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου νόμου, διότι αν επήλθε το αποτέλεσμα αυτό, δεν ανατρέπεται από το νέο νόμο, εκτός αν ο νομοθέτης προσδώσει στη νέα διάταξη αναδρομική δύναμη εντός των επιτρεπτών συνταγματικών ορίων. Δεν εφαρμόζεται δε η περί της υπαγωγής στην επιφέρουσα την ταχύτερη συμπλήρωση της παραγραφής διάταξη δεύτερη παράγραφος του προαναφερθέντος άρθρου 18, διότι η παράγραφος αυτή προϋποθέτει για την εφαρμογή της, την καθιέρωση στο νεότερο νόμο βραχύτερης παραγραφής [βλ. Ολ.Α.Π. 13/2006, ΑΠ 1051/2002, ΝΟΒ 2003/253, ΑΠ 258/2002 αδημοσίευτη και Εφετ. Αθην.74/2008, ΕλλΔνση 2008/1523, Μον. Πρωτ. Λάρισας 192/2010 και 609/2009 αδημοσίευτες].
1.1. Για το ζήτημα αυτό βλ. και Κρητικού «Αποζημίωση από αυτοκινητικό ατυχήματα» εκδ. 2008 σελ. 714-715, κατά το οποίο : «.Η διαφορά του χρόνου παραγραφής του προγενεστέρου από το ισχύον δίκαιο (δύο έτη και πέντε έτη, αντιστοίχως) θέτει ενδιαφέροντα ζητήματα διαχρονικού δικαίου. Το νέο δίκαιο δεν περιέχει ειδική περί τούτου ρύθμιση. Επιβάλλεται, επομένως, να αναζητηθούν αλλαχού σχετικές ρυθμίσεις για την επίλυση του. Πλέον πρόσφορη κρίνεται η προσφυγή στο αρθ. 18 του ΕισΝΑΚ, η διάταξη του οποίου δύναται να χρησιμοποιηθεί ως μία κατευθυντήρια σκέψη και είναι σύμφω¬νη προς τη θεωρία του διαχρονικού δικαίου 235. Βέβαια από την ΑΚ2 καθιερώνεται η θεμελιακή για το δίκαιο αρχή της μη αναδρομικότητας του νόμου. Η ρύθμιση αυτή αφορά τη γνήσια αναδρομή. Δεν εφαρμόζεται όμως στη μη γνήσια αναδρομή, δηλαδή όταν ο νέος νόμος καλείται να ρυθμίσει έννομες συνέπειες που γεννήθηκαν μετά την έναρξη εφαρμογής του, αλλά πηγάζουν από έννομες σχέσεις ή καταστάσεις προϋφιστάμενες του νόμου. Επομένως όταν η παραγραφή έχει αρχίσει υπό το παλαιό δίκαιο και δεν έχει συμπληρωθεί κατά την έναρξη εφαρμογής του νέου δικαίου που επιμηκύνει την παραγραφή, τότε η τελευταία συνεχίζεται υπό το νέο δίκαιο και συμπληρώνεται κατά τους ορισμούς του νέου δικαίου. Δεν πρόκειται για απαγορευμένη γνήσια αναδρομή, αλλά για επιτρεπτή μη γνήσια αναδρομή. Από την διάταξη του αρθ. 18 ΕισΝΑΚ ορίζονται τα ακόλουθα: «Οι διατάξεις του ΑΚ για την παραγραφή εφαρμόζονται και στις αξιώσεις που έχουν γεννηθεί, αλλά δεν έχουν ακόμη παραγραφεί κατά την εισαγωγή του. Η έναρξη όμως, η αναστολή και η διακοπή της παραγραφής κρίνεται ως προς το πριν από την εισαγωγή του Κώδικα χρόνο, σύμφωνα με το δίκαιο που ισχύει έως τώρα». Η βασική διαπίστωση που προκύπτει από την αμέσως ανωτέρω εκτεθείσα διάταξη είναι ότι η διετής παραγραφή της αξιώσεως του παθόντος που άρχισε να τρέχει πριν από την έναρξη ισχύος του Ν. 3557/2007 (14.5.2007) ενόσω δεν είχε ακόμη συμπληρωθεί κατά την τελευταία αυτή ημερομηνία, εφεξής καθίσταται πενταετής στο σύνολο της»
2.- Ητοι κατά τα άνω, όταν η παραγραφή έχει αρχίσει υπό το παλαιό δίκαιο και δεν έχει συμπληρωθεί κατά την έναρξη εφαρμογής του νέου δικαίου που επιμηκύνει την παραγραφή, τότε η τελευταία συνεχίζει υπό το νέο δίκαιο και συμπληρώνεται κατά τους ορισμούς του νέου δικαίου.
3.- Συνεπώς, είναι λοιπόν προφανές ότι:
3.1.- Με το άρθρο 7 του Ν.3557/2007, αντικαταστάθηκε η παρ.2 του άρθρου 10 του Π.Δ.237/1986 και έλαβε την ακόλουθη διατύπωση : «Η αξίωση παραγράφεται μετά πάροδο πέντε (5) ετών από την ημέρα του ατυχήματος, επιφυλασσομένων των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για την αναστολή και τη διακοπή της παραγραφής». Η διάταξη αυτή, ισχύουσα από το χρόνο δημοσίευσης του εν λόγω νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από την 14/05/2007 [ΦΕΚ Α΄100], καταλαμβάνει και τις περιπτώσεις, για τις οποίες, κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του εν λόγω νόμου, δεν είχε συμπληρωθεί ο χρόνος της διετίας, που όριζε για την παραγραφή των εν λόγω αξιώσεων, η παρ.2 του άρθρου 10 του Π.Δ.237/1986.
3.2.- Η δε διετής παραγραφή της αξιώσεως του παθόντος, που άρχισε να τρέχει πριν από την έναρξη ισχύος του Ν. 3557/2007 (14.5.2007) ενόσω δεν είχε ακόμη συμπληρωθεί κατά την τελευταία αυτή ημερομηνία, εφεξής καθίσταται πενταετής στο σύνολο της
3.2.1.& Παράδειγμα: Εφόσον ένα ατύχημα συνέβη την 30-07-2005, ο χρόνος της διετίας, που όριζε για την παραγραφή, η παρ.2 του άρθρου 10 του Π.Δ.237/1986, συμπληρώθηκε στις 30/07/2007, ήτοι κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του Ν.3557/207 [14/05/2007], δεν είχε συμπληρωθεί αυτός, δηλαδή στη περίπτωση αυτή, ισχύει ο πενταετής χρόνος παραγραφής του άρθρου 7 του Ν.3557/2007.
ΣΣ βλ. Ομοίως σχετική Νομολογία στην ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ τεύχος Απρίλιος 2010 Σελ. 189