Οσα δεν κατάφεραν οι ανορθόδοξες, προβληματικές και αντιθεσμικές πρακτικές υπουργών της Δικαιοσύνης τα τελευταία χρόνια, να «αδειάσουν» τα πινάκια των δικαστηρίων και ταυτοχρόνως
να μειωθούν οι κρατούμενοι, φαίνεται ότι το κατορθώνει με την εφαρμογή του ο νέος Ποινικός Κώδικας. Οι διατάξεις του αλλά και η ψήφισή του, που είχαν αποτελέσει σημείο έντονων πολιτικών τριβών παραμονές των βουλευτικών εκλογών, μια και το νομοθέτημα τελικά ψηφίστηκε λίγο πριν κλείσει η Βουλή και με απούσα την τότε αξιωματική αντιπολίτευση, εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου και δέχθηκε ορισμένες τροποποιήσεις από την παρούσα κυβέρνηση, που όμως δεν μεταβάλλουν παρά μόνο συγκεκριμένες διατάξεις του.
Η εφαρμογή του νέου Ποινικού Κώδικα, η μεταρρύθμιση του οποίου ήταν εκ των πραγμάτων και επί της ουσίας αναγκαία, αναδεικνύει πριν καλά καλά κλείσει χρόνος από την έναρξη της ισχύος του, προβληματικές πλευρές των νέων ρυθμίσεων που προκαλούν αίσθηση όχι μόνο στους χιλιάδες πολίτες που έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη με αίτημα στην παροχή έννομης προστασίας, αλλά και στους ίδιους τους δικαστές.
Η αλλαγή πλεύσεως που εγκαινιάστηκε με τον νέο Ποινικό Κώδικα, ώστε να μην επιβάλλονται υπερβολικά υψηλές ποινές, που δεν εκτελούνταν κιόλας, σωστή και αναγκαία, οδήγησε σε προβλέψεις για ποινές δυσανάλογα χαμηλές, με αποτέλεσμα σοβαρές υποθέσεις για καταχρήσεις εις βάρος του Δημοσίου και οικονομική παραβατικότητα που έχουν απασχολήσει επί χρόνια τις δικαστικές αρχές, με την εφαρμογή του νέου κώδικα να «κατεδαφίζονται».
Οι δικαστές επιχειρούν σε πολλές περιπτώσεις να διασώσουν κάτι από το ποινικό οικοδόμημα μιας υπόθεσης, αρνούμενοι να αναγνωρίσουν ελαφρυντικά που ρίχνουν τις ποινές πολύ πολύ χαμηλά ή αξιοποιώντας άλλες διατάξεις, εκεί όπου η δωροδοκία που είχε γίνει πλημμέλημα με τον νέο κώδικα (τροποποιήθηκε τελευταία και έγινε πάλι κακούργημα), αλλά δεν επιτυγχάνουν πάντα τα αναμενόμενα.
Η υπόθεση της Siemens, που υπήρξε προβληματική εξαρχής, καθώς η ποινική ευθύνη διογκώθηκε για πολλούς που αποδείχθηκαν αθώοι, είναι χαρακτηριστική περίπτωση, όπου η εφαρμογή των διατάξεων του νέου Ποινικού Κώδικα δημιουργεί προβλήματα για την ποινική αξιολόγηση όσων δικάζονται επί χρόνια για την υπόθεση αυτή.
15 χρόνια το πολύ
Ηδη η εισαγγελική πρόταση στη συγκεκριμένη δίκη, σε εφαρμογή του νέου κώδικα, «ρίχνει χαμηλά» τις ποινές για τους κατηγορουμένους, το πολύ έως 15 χρόνια, και για ελάχιστους από αυτούς, ενώ η αναγνώριση ελαφρυντικών, που δεν μπορεί να αποφευχθεί, διότι δεν θα ήταν σωστό να μη δοθούν ελαφρυντικά εφόσον υπάρχουν, θα ρίξει τις ποινές ακόμη χαμηλότερα.
Στην υπόθεση της Siemens άλλωστε η αλλαγή του ποινικού περιβάλλοντος για το αδίκημα της δωροδοκίας που έγινε με τον νέο κώδικα, αλλά και η κατάργηση του νόμου περί καταχραστών, που ήταν σωστή αλλά ίσως ήθελε διαφορετική αντικατάσταση των ρυθμίσεών του, έχουν απομειώσει την ποινική ευθύνη των κατηγορουμένων, που δικάζονται μετά 14 ολόκληρα χρόνια από τότε που ξεκίνησαν οι έρευνες και 21 από τότε που υπογράφηκε η επίμαχη σύμβαση –που αποτελεί και το αντικείμενο της δίκης– ανάμεσα στον ΟΤΕ (κρατικό τότε) και στον γερμανικό κολοσσό.
Στη δίκη της Siemens, όπου δοκιμάστηκαν με αρνητικό πρόσημο το δικαστικό και το πολιτικό μας σύστημα, ο νέος Ποινικός Κώδικας ήρθε να ολοκληρώσει την προβληματική πραγματικότητα αυτής της υπόθεσης, που ξεκίνησε όπως πολλές άλλες ως μέγα σκάνδαλο πολιτικού χρήματος, για να καταλήξει να δικάζονται ύστερα από τόσα χρόνια στελέχη της εταιρείας που έχουν περάσει ήδη τα 80 τους χρόνια και έχουν τιμωρηθεί και στη Γερμανία, όπου η υπόθεση έληξε νωρίς, αλλά και πρώην στελέχη του ΟΤΕ που άλλοι ζουν και άλλοι έχουν φύγει από τη ζωή…
Ποινές όμως που προκάλεσαν αίσθηση είχε ως αποτέλεσμα και η εφαρμογή των διατάξεων του νέου Ποινικού Κώδικα και στην υπόθεση της Energa. Μια υπόθεση που, δυστυχώς, στην πορεία της απέκτησε και άλλα παρακλάδια που απλώθηκαν μέχρι την απόπειρα ανθρωποκτονίας του δικηγόρου Γιώργου Αντωνόπουλου, για να φθάσουν στο σημείο να δολοφονηθεί ο γνωστός ποινικολόγος Μιχάλης Ζαφειρόπουλος. Αλλά ας πάμε στην ουσία της υπόθεσης. Η απόφαση που εκδόθηκε σε δεύτερο βαθμό, από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, επέβαλε ποινές, τη μεγαλύτερη πέντε χρόνια φυλάκιση και τις υπόλοιπες το πολύ έως τρία χρόνια στους εμπλεκομένους στην υπόθεση αυτή.
Η αναγνώριση τριών ελαφρυντικών, όπως προβλέπει ο νέος κώδικας, στον επιχειρηματία Αρη Φλώρο μείωσε την ποινή του στα πέντε χρόνια (σε πρώτο βαθμό είχε καταδικαστεί σε 21 χρόνια) και βέβαια τον οδήγησε εκτός φυλακής.
Αλλωστε, κανένας από τους εμπλεκομένους σε αυτήν την υπόθεση δεν πήγε μέσα, όπως όμως ίσχυε και προ ισχύος νέου κώδικα, όπου υπήρξαν δεκάδες περιπτώσεις που τα δικαστήρια επέβαλλαν ποινές ακόμη και 20 χρόνια κάθειρξη και έδιναν αναστολή, δηλαδή δεν έστελναν κανέναν στη φυλακή!
Από το ένα στο άλλο άκρο
Πολλοί εκτιμούν μέσα στη Δικαιοσύνη ότι από το ένα άκρο μπορεί να έφθασε η κατάσταση στο άλλο. Δηλαδή, ότι ήταν αναγκαίο να εξορθολογιστούν οι ποινές, αλλά όχι και να μην τιμωρείται και κανένας…
Τώρα σε ό,τι αφορά τα ελαφρυντικά που αναγνωρίζονται στους καταδικασθέντες, που αποτελούν και το εργαλείο με το οποίο οι ποινές, που έτσι κι αλλιώς είναι χαμηλές, πέφτουν πολύ παρακάτω, τα πράγματα είναι αρκετά θολά με τις διατάξεις του νέου κώδικα.
Το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, που προβλεπόταν, καταργήθηκε και στη θέση προβλέφθηκε το ελαφρυντικό του σύννομου βίου. Τι θα πει όμως σύννομος βίος και μέχρι πού μπορεί να φθάνει η αναγνώριση ενός τέτοιου ελαφρυντικού; H δίκη και η καταδίκη σε δεύτερο βαθμό του αστυνομικού Κορκονέα για τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, που του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του σύννομου βίου, ανέδειξε την προβληματική του όλου θέματος.
Ο ίδιος ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασίλειος Πλιώτας, διαισθανόμενος το μέγεθος του προβλήματος και πού μπορεί να οδηγήσει, παρενέβη στο θέμα και σύντομα ο Αρειος Πάγος με απόφασή του θα αποφασίσει τι θα πει σύννομος βίος και μέχρι ποιου σημείου μπορεί να χρησιμοποιείται από τα δικαστήρια αυτό το ελαφρυντικό.
Και οι περιπτώσεις Siemens και Energa δεν είναι οι μόνες για τις οποίες η δικαστική τους κατάληξη έχει προκαλέσει αίσθηση. Εκατοντάδες δίκες καθημερινά ματαιώνονται, εκατοντάδες υποθέσεις δεν θα δικαστούν ποτέ, γιατί σωρεία αδικημάτων με τις διατάξεις του νέου κώδικα έγιναν, από κακουργήματα, πλημμελήματα και έχουν παραγραφεί.
Βέβαια, όπως τονίζουν δικαστικές πηγές, όποτε κι αν εφαρμοζόταν ένας νέος κώδικας, θα επέφερε τέτοιες συνέπειες, αφού είναι παραδοχή ειδικών και μη, ότι για ορισμένα αδικήματα ήταν απαραίτητη η αλλαγή στην ποινική τους αξιολόγηση.
Ομως, όπως τονίζουν οι ίδιες πηγές, οι αναγκαίες αυτές αλλαγές μάλλον έγιναν με υπερβολές, με αποτέλεσμα να αδειάζουν τα πινάκια των δικαστηρίων και να δοκιμάζεται το αίσθημα δικαιοσύνης των πολιτών.
Ιωάννα Μάνδρου