Μέθη Οδηγού – Απόδειξη (1)
Απόδειξη όταν ανιχνεύεται ποσότητα οινοπνεύματος
άνω του 0,50%ο στο αίμα (2)
Παρά την μη τήρηση της προβλεπόμενης
υπό της ΥΑ 13382 Φ 705.11/45/1977 διαδικασίας (3)
Η διάταξη του άρθρου 42 του Ν.2696/1999 που ισχύει από 23-5-1999, ορίζε,ι ότι ο ελεγχόμενος οδηγός θεωρείται, ότι βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος, όταν το ποσοστό αυτού στον οργανισμό υπερβαίνει τα 0,5 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος (0,5αΓ/Ι), χωρίς να εξαρτά την απόδειξη της μέθης ή μη μέθης αυτού και από άλλα στοιχεία παρά μόνον από το ποσοστό του οινοπνεύματος στο αίμα.
Αντίθετα επιτρέπεται η συνεκτίμηση και άλλων αποδεικτικών στοιχείων ως δικαστικών τεκμηρίων για τη συναγωγή συμπεράσματος ότι ο οδηγός τελούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος, όταν δεν τηρήθηκε η προβλεπομένη από την κοινή ΥΑ 13382 Φ 705.11/45/1977 διαδικασία διαπιστώσεως του οινοπνεύματος.
Αναιρείται η εφετειακή απόφαση κατ ‘άρθρ. 559 ΚΠολΔ εφόσον αποδίδεται σ αυτή η μη ορθή ερμηνεία του ως άνω κανόνα ουσιαστικού δικαίου, εφόσον έκρινε ότι ναι μεν απεδείχθη ότι στο αίμα του οδηγού ανιχνεύθηκε ποσότητα οινοπνεύματος σε ποσοστό 0,78%ο, από κανένα όμως στοιχείο δεν προκύπτει ότι υπήρξαν και άλλα συμπτώματα (διελσταμένη κόρη οφθαλμών, αστάθεια βαδίσματος μεταβολή της γραφής ή απόπνοια οσμής ή έξαλλη κατάσταση ή ασυνάρτητη ομιλία) από τα οποία να προκύπτει ότι αυτός τελούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος και δεν ήταν ικανός για οδήγηση.
Απόφ. Α.Π. 587/2005
Πρόεδρος : Στ. Πατεράκης
Εισηγητής : Ελ. Μαραμαθά
Δικηγόροι : Ιωάν. Αρνέλλος – Χρ. Τσιαμπαλής
Σχόλια – Παρατηρήσεις
1) Προσφάτως επιχειρείται η αποδέσμευση της εφαρμογής των όρων και των προϋποθέσεων που θεσπίσθηκαν με την σχετική κοινή Υ.Α. 13382.Φ.75.11/45, ως αναφορά την διαδικασία εξέτασης της μέθης. Πρέπει να τονιστεί ότι οι αναφερόμενοι ανωτέρω όροι και προϋποθέσεις απετέλεσαν πρόταση των ειδικών επιστημόνων που συμμετείχαν στις σχετικές επιτροπές για την κατάρτιση της ανωτέρω ΥΑ και έπρεπε να θωρακίσουν την διαδικασία με στόχο να καταστεί αυτή αδιάβλητη όσον αφορά το κρίσιμο αλλά και δύσκολο θέμα της πραγματικής διαπίστωσης της μέθης, καθόσον οι ειδικοί περί την τοξικολογία και ιατροδικαστική επιστήμονες έχουν κρούσει κατ’ επανάληψη τον κώδωνα του κινδύνου αναφορικά με τα προβλήματα που ανακύπτουν στην πράξη κατά τις εξετάσεις αυτές και την αναξιοπιστία τους εάν δεν τηρηθούν οι θεσπισθέντες όροι.
Συνεπώς δεν μας βρίσκει σύμφωνους η άποψη ότι, για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, για το οποίο μάλιστα η επιστημονική κοινότητα εγείρει πολλούς προβληματισμούς, θα μπορούσαμε να αποδεχθούμε τρόπους αδιάβλητης πιστοποίησης της μέθης χρησιμοποιώντας άλλα μη επιστημονικά μέσα και τρόπους. Ιδιαίτερα δε, όταν σύμφωνα με την κατωτέρω δημοσιευόμενη απόφαση (ελαφρά τη καρδία), αποδεχόμεθα ότι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τους μη επιστημονικούς αυτούς τρόπους και για τη διαπίστωση της χρήσης τοξικών ουσιών γενικά, (όπως αναφέρεται στην απόφαση) και όχι μόνο της ύπαρξης οι¬νοπνεύματος στο αίμα, σε ποσοστό που να έχει επίπτωση στην οδηγική συμπεριφορά.
Και στο παρελθόν έχουμε ασχοληθεί με το φλέγον θέμα της διαπίστωσης – απόδειξης της μέθης, και τα προβλήματα που ανακύπτουν στην πράξη, ιδιαίτερα τελευταία με την χρήση και των σύγχρονων μεθόδων ανίχνευσης οινοπνεύματος στον εμπνεόμενο αέρα. Πρβλ. σχετικώς άρθρο Ματθ. Τσούγκα Ιατροδικαστή – Καθηγητή Αριστοτελείου Πανεπιστημίου σχετικά με την αξιοπιστία της μεθόδου μέτρησης οινοπνεύματος στην αναπνοή. ΣΕΣυγκΔ 201/469.
Ομοίως βλ. και σχετικό άρθρο με τίτλο «Ασθένειες Αλκοολομέτρων, ως αιτία εσφαλμένων αποφάσεων και ταλαιπωριών των ελεγχομένων» ΣΕΣυγκΔ 2001/466
2) Αποκλειστική υπαιτιότης του εισελθόντος το αντίθετο ρεύμα και συγκρουσθέντος με οδηγού που στερείτο άδειας ικανότητας και οδηγούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος
(0,72%ο), πλην όμως τα γεγονότα αυτά δεν συνετέλεσαν στην επέλευση του ατυχήματος
ή στην επίταση των συνεπειών του, αφού ο οδηγός έβαινε κανονικά και εγκαίρως αντέδρασε αποφευκτικό. ΑΠ 1212/2002 ΣΕΣυγκΔ 2003/494.
Μέθη οδηγού (0,58 %0). Το ποσοστό αυτό δεν κρίνεται πρόσφορο να επηρεάσει την ικανότητα οδήγησης Μον.Πρ.Βερ. 86/ΑΥ/2000 ΣΕΣυγκΔ 2004/83
Μέθη οδηγού (0.88%°), δεν αποδείχθηκε ότι τελεί σε ουσιώδη συνάφεια προς το επελθόν ατύχημα το οποίο θα επερχόταν οπωσδήποτε και να ο οδηγός βρισκόταν σε πλήρη νηφαλιότητα, ενόψει της αμελούς συμπεριφοράς του υπαιτίου πεζού (που υπερπήδησε προστατευτικά κιγκλιδώματα της λεωφόρου Συγγρού). Εφ.Αθ.2209/1999 ΣΕΣυγκΔ 2005/205
3) Η διαδικασία που αναφέρεται στις σχετικές διατάξεις περί της εξέτασης ενός οδηγού για
μέθη και τα διαπιστωτικά στοιχεία της άνω καταστάσεως δεν είναι θεμελιωτικά της σχετικής αστικής αγωγής και γι’ αυτό η απόδειξη ότι ο οδηγός του ζημιογόνου αυτοκινήτου τελούσε κατά το ατύχημα υπό την επίδραση τοξικών ουσιών δύναται να προκύψει και από άλλα αποδεικτικά μέσα, που αναφέρονται την απόφαση του δικαστηρίου ουσίας, και όχι κατ’ ανάγκη από την μνημονευόμενη στην κοινή απόφαση των Υπουργών Υ.Α 13382 Φ.705.11/4δ από 25/26-11-1977, η εφαρμογή της οποίας δεν αποτελεί αποκλειστικό τρόπο διαγνώσεως, ότι ο οδηγός του ζημιογόνου οχήματος τελεί υπό τη επίδραση τοξικών ουσιών και συνεπώς για το λόγο αυτό δεν πάσχει το αποτέλεσμα της διαγνώσεως της, που
στηρίζεται σε άλλα αποδεικτικά μέσα. Εφ.Αθ. 1476/2004 ΣΕΣυγκΔ 2005/106
Η τήρηση της προβλεπόμενης στην ΥΑ 13382 Φ 705.11/4δ/1977 διαδικασίας έχει κριθεί υπό της νομολογίας μας απαραίτητη για την απόδειξη της μέθης. Βλ. Μον.Πρωτ.Εδεσ. 18/2000
ΣΕΣυγκΔ 2001/236, που έκρινε αναξιόπιστο το αποτέλεσμα της τοξικολογικής εξέτασης διότι δεν ετηρήθησαν οι όροι και οι προϋποθέσεις της ανωτέρω Υ.Α.
Ακύρωση της Πράξης Εξέτασης Μέθης κατά το στάδιο της προδικασίας με αίτηση ενώπιον του Συμβουλίου Πλημ/κων καθότι δεν ετηρήθησαν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται σχετικώς στη ανωτέρω ΥΑ. Η παράλειψη αυτή ιδρύει απόλυτη ακυρότητα κατά το αρθρ. 171 του ΚΠΔ, καθώς παραβιάζεται κατά τη προδικασία διάταξη του αφορά την υπεράσπιση του κατηγορουμένου. Βούλ.Συμβ.Πλημ. Γιαννιτσών 7802/2002 ΣΕΣυγκΔ 2003/471 Πρβλ. ομοίως και ΑΠ 115/1995 ΣΕΣυγκΔ 281/1996, και Βουλ.Συμβ. Πλημ.θεσ/κης 750/2001 ΣΕΣυγκΔ 2001/330 και Βούλ.Συμβ.Πλημ.Ρόδου 93/2001 ΣΕΣυγκΔ 2003/479.
Κείμενο Απόφ. Α.Π, 587/2005
Με το άρθρο 25 παράγραφο 8 της Κ4.585/1978 Δ.Υ.Ε ορίζεται ότι αποκλείονται της ασφαλίσεως ζημίας προξενούμεναι… 8) καθ’ον χρόνον ο οδηγός του αυτοκινήτου οχήματος, ετέλει υπό την επίδραση οινοπνεύματος ή τοξικών ουσιών κατά την έννοια και τις προϋποθέσεις του άρθρου 42 του ΚΟΚ (Ν.614/1977). Με βάση το άρθρο 42 παρ.5 του Ν.614/1977 εκδόθηκε η υπ’αριθμόν 13382 Φ 705.11/45 της 25/26 Νοεμβρίου 1977 (ΦΕΚ Β 1266) κοινή απόφαση των Υπουργών Συγκοινωνιών και Δημοσίας Τάξεως, η οποία ορίζει ότι «η μεγίστη επιτρεπομένη συγκέντρωση οινοπνεύματος εν τω αίματι πέραν της οποίας το άτομον υπέχει ευθύνην είναι των 0,50 ο/οο. Από της ποσότητος ταύτης και μέχρι των 0,80 ο/οο δέον να απαγγέλλεται κατηγορία καθ’ όσον και εξ άλλων συμπτώσεων (καταστάσεις, τρόπος οδηγήσεως κλπ.) εξάγονται συμπεράσματα υπάρξεως μέθης. Από 0,80%, και άνω υφίσταται πλήρης απόδειξις. Ο Ν. 614/1977 καταργήθηκε από το Ν. 2094/1992 (νέος ΚΟΚ). Η προαναφερθείσα όμως κοινή υπουργική απόφαση διατηρήθηκε σε ισχύ βάσει του β’εδ. της παραγράφου 7 του άρθρου 112 του Ν. 2094/1992 που ορίζει ότι υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί με βάση εξουσιοδοτική διάταξη του Ν. 614/1977 και τους μεταγενέστερους αυτού τροποποιητικούς νόμους εξακολουθούν να ισχύουν εφ’ όσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νέου αυτού Κώδικα. Αλλά και ο νόμος αυτός (2094/1992) καταργήθηκε από τον επακολουθήσαντα νέο ΚΟΚ (Ν.2696/1999 άρθρο 110 παρ. 1). Με την παράγραφο 1 του άρθρου 42 του νέου ΚΟΚ ορίζονται τα ακόλουθα «Απαγορεύεται η οδήγηση κάθε οδικού οχήματος σε οδηγό ο οποίος βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος, τοξικών ουσιών ή φαρμάκων που σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης τους ενδέχεται να επηρεάζουν την οδηγητική ικανότητα του οδηγού, θεωρείται ότι ο ελεγχόμενος οδηγός βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος όταν το ποσοστό αυτού στον οργανισμό υπερβαίνει τα 0,5 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος (0,5 αι7Ι). Με τις κοινές αποφάσεις της παραγράφου 5 του παρόντος μπορεί να ορισθεί και μικρότερο ποσοστό. Επίσης ορίστηκε ότι με αποφάσεις των Υπουργών Υγείας και Πρόνοιας, Δημοσίας Τάξης, Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται οι επιστημονικοί τρόποι διαπίστωσης όχι μόνο της χρήσης οινοπνεύματος αλλά τοξικών ουσιών ή φαρμάκων.
Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλομένης αποφάσεως του δέχθηκε τα ακόλουθα: «Το ατύχημα έγινε στις 28-9-1999 και ώρα 04.45. Στο ατύχημα τραυματίσθηκε θανάσιμα η συνεπιβαίνουσα Ο.Μ. Από τα αποδεικτικά στοιχεία αποδεικνύεται μεν ότι στο αίμα του ως άνω οδηγού Σ.Κ. (νυν αναιρεσιβλήτου) ανιχνεύθηκε ποσότητα οινοπνεύματος σε ποσοστό 0,78%ο από κανένα όμως στοιχείο δεν προκύπτει ότι υπήρξαν και άλλα συμπτώματα (διελσταμένη κόρη οφθαλμών, αστάθεια βαδίσματος μεταβολή της γραφής ή απόπνοια οσμής ή έξαλλη κατάσταση ή ασυνάρτητη ομιλία) από τα οποία να προκύπτει ότι αυτός τελούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος και δεν ήταν ικανός για οδήγηση. Ο δε μάρτυρας Θ. Κ., ο οποίος αναφέρεται ειδικώς στο θέμα αυτό και είδε τον εν λόγω οδηγό στο Νοσοκομείο αμέσως μετά το ατύχημα καταθέτει ότι δεν μύριζε αλκοόλ και δεν έδειχνε σημείο μέθης». Με βάση τα ως άνω που δέχθηκε το Εφετείο απέρριψε την αγωγή εξ αναγωγής της ενάγουσας και νυν αναιρεσείουσας ασφαλιστικής εταιρίας κατά του ως άνω ασφαλισμένου της ως ουσία αβάσιμη. Έτσι που έκρινε το Εφετείο παραβίασε την ως άνω ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 42 του Ν.2696/1999 που ισχύει από 23-5-1999, επομένως και κατά τον χρόνο του ατυχήματος, με την οποία ορίζεται, ότι ο ελεγχόμενος οδηγός θεωρείται, ότι βρίσκεται υπό την επίδραση οινοπνεύματος όταν το ποσοστό αυτού στον οργανισμό υπερβαίνει τα 0,5 γραμμάρια ανά λίτρο αίματος (0,5αι7Ι) χωρίς να εξαρτά την απόδειξη της μέθης ή μη μέθης αυτού και από άλλα στοιχεία παρά μόνον από το ποσοστό του οινοπνεύματος στο αίμα (άνω των 0,5 αινΊ). Αντίθετα επιτρέπεται η συνεκτίμηση και άλλων αποδεικτικών στοιχείων ως δικαστικών τεκμηρίων για τη συναγωγή συμπεράσματος ότι ο οδηγός τελούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος, όταν δεν τηρήθηκε η προβλεπομένη από την κοινή υπουργική απόφαση (υπ’αριθμόν 13382 Φ 705.11/4δ/1977) διαδικασία διαπιστώσεως του οινοπνεύματος. Συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτός ο εκ του άρθρου 559 αριθμός τα ΚΠολΔ μοναδικός λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως με τον οποίο αποδίδεται η πλημμέλεια στην προσβαλλομένη απόφαση της μη ορθής ερμηνείας του ως άνω κανόνα ουσιαστικού δικαίου, να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο που θα συντεθεί από άλλους δικαστές.
…