facebook
Αρχική Νομολογία Υπαιτιότης - Συνυπαιτιότης Πρόσκρουση ΙΧΕ επί ακινητοποιημένου έμπροσθεν Ερυθρού σηματοδότη οχήματος1) Ζώνη Ασφαλείας & Έλλειψη (τεύχος Ιανουαρίου 2010) Απόφ. Μον.Πρ.Λαμίας 169/ 2009

Πρόσκρουση ΙΧΕ επί ακινητοποιημένου έμπροσθεν Ερυθρού σηματοδότη οχήματος1) Ζώνη Ασφαλείας & Έλλειψη (τεύχος Ιανουαρίου 2010) Απόφ. Μον.Πρ.Λαμίας 169/ 2009

Αποκλειστική υπαιτιότητα του προσκρούσαντος, ο οποίος οδηγώντας χωρίς να έχει τεταμένη την προσοχή του, με υπερβολική ταχύτητα, δεν αντελήφθηκε το ακινητοποιηθέν έμπροσθεν ερυθρού σηματοδότη όχημα, με αποτέλεσμα να προσκρούσει επ΄αυτού και να το παρασύρει σε απόσταση 55, 5 μέτρων από το αρχικό σημείο της σύγκρουσης (παράβ. άρθρων 12 παρ.1, 19 παρ.1 και 2 ΚΟΚ).

Ζώνη Ασφαλείας & Έλλειψη

Ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι η δεύτερη ενάγουσα είναι συνυπαίτια για την έκταση των σωματικών βλαβών, που υπέστη διότι δεν ήταν προσδεδεμένη με τη ζώνη ασφαλείας, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του, διότι λόγω της σφοδρότητας της σύγκρουσης αν αυτή δεν ήταν προσδεδεμένη με τη ζώνη ασφαλείας πιθανότατα θα εκτινάσσονταν εκτός του οχήματος και σε κάθε περίπτωση θα έφερε εντονότερες κακώσεις στην κεφαλή της από την εκτίναξη της στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου. 



Απόφ. Μον.Πρ.Λαμίας 169/ 2009
Πρόεδρος Ασημένια Παλαιρούτη
Δικηγόροι Γεώργιος Δούμας & Νικόλαος Τσακτάνης
Νίκος Ανδροβιτσανέας & Ευθύμιος Καραϊσκος & Ιουλία Ψαλίδα



Σχόλια & Παρατηρήσεις

1) Ζώνη Ασφαλείας & Έλλειψη
Βλ. σχετικώς και ΑΠ 176/2009 Ιανουάριος 2010Ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι η δεύτερη ενάγουσα είναι συνυπαίτια για την έκταση των σωματικών βλαβών, που υπέστη διότι δεν ήταν προσδεδεμένη με τη ζώνη ασφαλείας, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος στην ουσία του, διότι λόγω της σφοδρότητας της σύγκρουσης αν αυτή δεν ήταν προσδεδεμένη με τη ζώνη ασφαλείας πιθανότατα θα εκτινάσσονταν εκτός του οχήματος και σε κάθε περίπτωση θα έφερε εντονότερες κακώσεις στην κεφαλή της από την εκτίναξη της στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου. 





Κείμενο Απόφ. Μον.Πρ.Λαμίας 169/2009

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 929 εδ. αν ΑΚ, “Σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας προσώπου η αποζημίωση περιλαμβάνει, εκτός από τα νοσήλια και τη ζημία που έχει ήδη επέλθει, οτιδήποτε ο παθών θα στερείται στο μέλλον ή θα εξοδεύει επιπλέον εξαιτίας της αύξησης των δαπανών”. Κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως, τα “νοσήλια” περιλαμβάνουν κάθε δαπάνη που έγινε ή κρίθηκε αναγκαίο να γίνει για την αποκατάσταση της υγείας του θύματος. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται: η δαπάνη αγοράς φαρμάκων, αμοιβής ιατρού, παραμονής στο νοσοκομείο ή την κλινική, λουτροθεραπείας και φυσιοθεραπείας (ιδίως στις περιπτώσεις καταγμάτων και εξαρθρώσεων), για τη μίσθωση ταξί προς μετάβαση του θύματος στο νοσοκομείο και για εξετάσεις, προσλήψεως νοσοκόμου, ειδικής βελτιωμένης διατροφής, όταν αυτό επιβάλλεται στη συγκεκριμένη περίπτωση, αγοράς ειδικού στρώματος, πολυθρόνας, αναπηρικού αμαξιδίου ή άλλου ορθοπεδικού μηχανήματος. Περαιτέρω, από τα έξοδα θεραπείας του παθόντος αποδίδονται μόνον τα εύλογα, ήτοι εκείνα τα οποία από την άποψη ενός συνετού παρατηρητή φαίνονται σκόπιμα βάσει των δεδομένων της συγκεκριμένης περιπτώσεως. Τη σκοπιμότητα αυτήν οφείλει να την επικαλεσθεί και αποδείξει ο παθών, προσκομίζοντας αντίστοιχη ιατρική απόδειξη, διότι άλλως το σχετικό κονδύλιο είναι απορριπτέο κατ’ ουσίαν. (ΕφΑΘ 5508/1993 ΕλλΔνη 36.1579). Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 930 παρ. 3 ΑΚ, “η αξίωση αποζημιώσεως δεν αποκλείεται από το λόγο ότι κάποιος άλλος έχει την υποχρέωση να αποζημιώσει ή να διαθρέφει αυτόν που αδικήθηκε”. Η διάταξη αυτή αποτελεί εκδήλωση της νομοθετικής βούλησης να μην αποβεί σε όφελος του ζημιώσαντος το γεγονός ότι κάποιος άλλος υποχρεούται από το νόμο ή από άλλο λόγο να διατρέφει αυτόν που αδικήθηκε. Τέτοιος τρίτος κατά την έννοια της διάταξης αυτής είναι ο γονέας του τραυματισθέντος ή άλλο συγγενικό του πρόσωπο, που στα πλαίσια της οικογένειας έχει τη νομική και ηθική υποχρέωση να συμπαραστέκεται και να επιδεικνύει αγάπη και στοργή προς το τέκνο του (άρθρο 1507 ΑΚ) ή συγγενή του. Συνεπώς, το τραυματισθέν από αδικοπραξία τρίτου άτομο, που δέχεται τις αυξημένες περιποιήσεις και φροντίδες της μητέρας του ή άλλων στενών συγγενικών του προσώπων για την αποκατάσταση της υγείας του, δικαιούται να απαιτήσει από τον υπόχρεο προς αποζημίωση τουλάχιστον το ποσό που θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει σε τρίτον, που θα προσλάμβανε για το σκοπόν αυτό, έστω και αν στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν καταβάλει κανένα τέτοιο ποσό στα προαναφερθέντα πρόσωπα (ΑΠ 833/2005 Νόμος, ΑΠ 371/2001 ΕλλΔνη 2003/419, ΕφΑΘ 7007/2003 ΕλλΔνη 2004/836, Αθ. Κρητικός, Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα, εκδ. 1998, αρ. 440, 441, 442, 443, 444, 449).

Περαιτέρω, από το συνδυασμό των άρθρων 914, 919 και 298 ΑΚ συνάγεται ότι σε αδικοπραξία που είχε ως συνέπεια την βλάβη του σώματος ή της υγείας προσώπου μπορεί να ζητηθεί αποζημίωση για μελλοντική περιουσιακή ζημία και τέτοια εννοείται η ζημία η οποία προκλήθηκε από ζημιογόνο γεγονός, πλην όμως πιθανολογείται ότι θα επέλθει στο μέλλον ως άμεση και βεβαία συνέπεια της παρούσης καταστάσεως και η έκταση της δύναται να εκτιμηθεί πλήρως από το δικαστήριο (ΕφΑΘ. 5432/1979 Νοβ 27 1633). Εξάλλου κατά το άρθρο 930 παρ. 1 ΑΚ η αποζημίωση των δύο προηγούμενων άρθρων που αναφέρεται στο μέλλον καταβάλλεται σε χρηματικές δόσεις κατά μήνα. Όταν υπάρχει σπουδαίος λόγος η αποζημίωση μπορεί να επιδικαστεί σε κεφάλαιο εφάπαξ. Κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως σπουδαίος λόγος για την επιδίκαση της αποζημιώσεως κατ΄ εξαίρεση σε κεφάλαιο εφάπαξ θεωρείται ότι υπάρχει, όταν συγκεντρωμένη η αποζημίωση μπορεί να εξυπηρετήσει καλύτερα τα συμφέροντα του δικαιούχου της αποζημιώσεως ή όταν υπάρχουν δυσμενείς προσωπικοί ή οικονομικοί λόγοι στην πλευρά του υπόχρεου της αποζημιώσεως (ΑΠ 1073/2001 ΝΟΒ 2002.1835, ΕφΔωδ 216/2006 Δημοσίευση Νόμος). 

Αποζημίωση επί Μονίμου Αναπηρίας ή Παραμόρφωσης (ΑΚ 931)
Από τη διάταξη του άρθρου 931 Α.Κ., που ορίζει ότι “η αναπηρία ή παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημιώσεως, αν επιδρά στο μέλλον του”, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 298, 299, 914, 929 και 932 Α.Κ. προκύπτει ότι η αναπηρία ή η παραμόρφωση, που προξενείται στον παθόντα, ανεξαρτήτως φύλου, εκτός από την επίδραση, την οποία μπορεί να ασκήσει τόσο στο ύψος των χρηματικών ποσών, που θα στερείται ο παθών στο μέλλον ή θα ξοδεύει επιπλέον εξαιτίας της αυξήσεως των δαπανών του, όσο και στο ύψος της χρηματικής ικανοποιήσεως, που θα επιδικασθεί για την ηθική βλάβη, μπορεί να θεμελιώσει και αυτοτελή αξίωση για αποζημίωση, αν επιδρά στο μέλλον του. Η διατύπωση της διατάξεως του άρθρου 931 Α.Κ. παρέχει βάση για τέτοια αξίωση, αν και εφόσον, κατά την αληθή έννοια της, η αναπηρία ή η παραμόρφωση επιδρά στο οικονομικό μέλλον του παθόντος, που δεν μπορεί να καλυφθεί εντελώς με τις παροχές, οι οποίες προβλέπονται από τις διατάξεις άρθρων 929 και 932 Α.Κ., που συνθέτουν την ως άνω έννοια της αναπηρίας ή της παραμορφώσεως στο μέλλον του παθόντος. Η κατά τα άνω, όμως, αυτοτελής αξίωση αφορά στον καθορισμό και μόνον αποζημιώσεως για περιουσιακή ζημία και μάλιστα μελλοντική και όχι για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, η οποία αποκαθίσταται κατά το άρθρο 932 ΑΚ και η οποία δεν μπορεί να βρει έρεισμα και στη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ, στην οποία γίνεται λόγος για “αποζημίωση” (ΟλΑΠ 18/2008 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). …..

Υποκατάσταση ΙΚΑ
…. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 10 παρ. 5 ν. δ/τος 4104/1960, όπως αντικατασταθείσα ισχύει, 18 ν. 4476/1965 και 18 ν. 1654/1986 προκύπτει ότι η απαίτηση του παθόντος κατά του υπαίτιου τρίτου προς αποζημίωση μεταβιβάζεται στο ΙΚΑ αυτοδικαίως εκ του νόμου κατά το ποσό που η απαίτηση αυτή ανταποκρίνεται στις παροχές του Ι ΚΑ ή, με άλλα λόγια, κατά το ποσό που ο παθών ασφαλισμένος εισέπραξε ή δικαιούται να εισπράξει από αυτό (ΙΚΑ) ως οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης. Η μεταβίβαση αυτή επέρχεται αυτόματα από τότε που γεννήθηκε η αξίωση, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου χωρίς να απαιτείται η έκδοση απόφασης του Διοικητή του ΙΚΑ με αποτέλεσμα έκτοτε φορέας της αντίστοιχης αξίωσης να μην είναι, κατά το μέρος αυτό, ο παθών ασφαλισμένος, αλλά το ΙΚΑ, τυχόν δε παραίτηση, εκχώρηση ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο αλλοίωση της αξίωσης προς αποζημίωση από τον παθόντα είναι άκυρη κατά το μέρος που αφορά τις αξιώσεις του ΙΚΑ. Έτσι, σύμφωνα με όλα τα ανωτέρω, σε περίπτωση που ο εναγόμενος τρίτος ισχυριστεί ότι ο παθών ενάγων είναι ασφαλισμένος στο ΙΚΑ και αυτό δεν αμφισβητείται από αυτόν τον τελευταίο, χωρίς όμως συγκεκριμενοποίηση του ποσού που έλαβε ή δικαιούται να απαιτήσει από το ΙΚΑ, ανακύπτει ανάγκη αποσαφήνισης του θέματος της θεμελίωσης και της έκτασης της αξίωσης του παθόντος να απαιτήσει από το ΙΚΑ ασφαλιστικές παροχές, οπότε σε καταφατική περίπτωση πρέπει να γίνει συσχετισμός των παροχών του ΙΚΑ με την απαίτηση αποζημιώσεως του ενάγοντος κατά του υπόχρεου, κατά τα ανωτέρω (βλ. σχεΑΠ 389/2002 αδημ, ΕφΑΘ 2661/2000 ΕλΔνη 42/2001.187). Το εάν και σε ποια έκταση ο ενάγων δικαιούται ασφαλιστικές παροχές από το ΙΚΑ μόνον το τελευταίο μπορεί κατά τρόπο αυθεντικό να διαγνώσει. Διευκόλυνση προς την κατεύθυνση αυτή προσφέρει η διάταξη του άρθρου 249 του ΚΠολΔ σύμφωνα με την οποία, αν η διάγνωση της διαφοράς (εν προκειμένω η βασιμότητα της αγωγής), εξαρτάται ολικά ή εν μέρει από την ύπαρξη ή ανυπαρξία μιας έννομης σχέσεως ή από ζήτημα που κρίνεται ή πρόκειται να κριθεί από διοικητική αρχή, το δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου να διατάξει την αναβολή της συζητήσεως, εωσότου περατωθεί τελεσίδικα ή αμετάκλητα ή εωσότου εκδοθεί από τη διοικητική αρχή απόφαση που δεν μπορεί να προσβληθεί. Αν η διοικητική αρχή δεν έχει ασχοληθεί ακόμη με την υπόθεση, το δικαστήριο ορίζει προθεσμία μέσα στην οποία ο διάδικος οφείλει να προκαλέσει με αίτηση την ενέργεια της αρχής” (ΕΑ 7482/2007 ΕλλΔνη 2008, 534).

Συνθήκες ατυχήματος – Υπαιτιτότητα
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα, που εξετάστηκε νόμιμα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, των εγγράφων που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αρ. 3, 448 παρ.2, 457 παρ.4 ΚΠολΔ), είτε για να χρησιμεύσουν προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα, από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (αρθρ. 336 τιαρ.4 ΚΠολΔ) σε συνδυασμό και με την επ’ ακροατηρίου προφορική διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: 
Στις 12-09-2007 και περί ώρα 14:30 η δεύτερη ενάγουσα της πρώτης αγωγής, Χ1, οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφορίας ΜΙΜ ____ ΙΧΕ αυτοκίνητο ιδιοκτησίας της, στο οποίο επέβαινε στο εμπρόσθιο κάθισμα του συνοδηγού η ενάγουσα της δεύτερης αγωγής, Χ2, και στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου και στο δεξιό τμήμα αυτού η πρώτη ενάγουσα της με αριθμό κατάθεσης 1859/ΕΓα 211/15-05-2008 αγωγής, Χ3. Το εν λόγω αυτοκίνητο κινούνταν στην 3,5 χ/θ της Παλαιάς Εθνικής Οδού Λαμίας – Αθηνών με κατεύθυνση προς Αθήνα. Η οδός αυτή είναι διπλής κατεύθυνσης με δύο λωρίδες κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση και η ορατότητα επαρκής καθόσον δεν εμποδίζεται από φυσικά ή τεχνητά εμπόδια. Οι καιρικές συνθήκες ήταν καλές και το οδόστρωμα της άνω οδού ξηρό, η δε κυκλοφορία των οχημάτων αραιή, ενώ ο φωτισμός ήταν καθόλα επαρκής, δεδομένου ότι το ένδικο ατύχημα έλαβε χώρα περί ώρα 14:30 το μεσημέρι. Στο σημείο δε που η ανωτέρω οδός τέμνεται κάθετα από την οδό εισόδου- εξόδου του Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος Λαμίας, η οδηγός του εν λόγω οχήματος ακινητοποίησε αυτό προ του υπάρχοντος ερυθρού σηματοδότη, αναμένοντας την ενεργοποίηση του σε πράσινο προκειμένου να συνεχίσει την πορεία τους. Κατά τον ίδιο χρόνο ο πρώτος εναγόμενος οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφορίας ΥΧΕ ____ ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του, το οποίο ήταν ασφαλισμένο κατά το χρόνο του ατυχήματος, για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη από την κυκλοφορία του, στην δεύτερη εναγόμενη της με αριθμό κατάθεσης 1859/ΕΓα 211/15-05-2008 αγωγής ανώνυμη εταιρία γενικών ασφαλειών με την επωνυμία «ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΡΟΝΟΙΑ ΑΕΓΑ». Ειδικότερα, ο πρώτος εναγόμενος από αμέλεια του, ήτοι από έλλειψη της προσοχής που όφειλε και μπορούσε να επιδείξει, κατά παράβαση των κανόνων οδικής κυκλοφορίας και μολονότι στο σημείο αυτό η οδός είναι ευθεία και ως εκ τούτου η ορατότητα δεν περιορίζεται, δεν αντιλήφθηκε τον ερυθρό φωτεινό σηματοδότη, με αποτέλεσμα να επιπέσει με σφοδρότητα στο ακινητοποιημένο έμπροσθεν αυτού όχημα της Χ1, παρασύροντας το για πολλά μέτρα, περίπου 55,50, όπως προκύπτει από το σχεδιάγραμμα της τροχαίας. Ειδικότερα, ο πρώτος εναγόμενος, Ψ1 οδηγούσε χωρίς σύνεση και προσοχή, χωρίς να έχει συνεχώς τεταμένη την προσοχή του στην οδήγηση και με υπερβολική ταχύτητα για τις περιστάσεις, η οποία υπερέβαινε κατά πολύ τα 50χιλ/ώρα, με συνέπεια την επέλευση του ένδικου ατυχήματος. Τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά αποδεικνύονται από το σχεδιάγραμμα και την έκθεση αυτοψίας, που συνέταξαν αξιωματικοί του Τμήματος Τροχαίας Φθιώτιδας, στα οποία απεικονίζονται οι αρχικές πορείες των οχημάτων, το σημείο σύγκρουσης, όπως φαίνεται από τα απεικονιζόμενα θραύσματα ύαλων και ____ εξαρτήματα αυτοκινήτων και οι τελικές θέσεις των οχημάτων. Άλλωστε, το γεγονός αυτό δεν αναιρείται από κανένα αποδεικτικό μέσο (ο πρώτος εναγόμενος δεν εξέτασε μάρτυρες), ούτε από το δελτίο ιχνών τροχοπέδησης οδικού τροχαίου ατυχήματος της Αστυνομικής Διεύθυνσης Φθιώτιδας, σύμφωνα με την οποία ο πρώτος εναγόμενος έβαινε με ταχύτητα 51 χιλ/ώρα περίπου, καθόσον σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη από το Δικαστήριο, στην περίπτωση που ο Ψ1 έβαινε με τη νόμιμη ταχύτητα, ήτοι 50 χιλ/ώρα, ενόψει του ότι κινούνταν εντός κατοικημένης περιοχής, θα προλάβαινε να ακινητοποιήσει το όχημα του. Περαιτέρω, η σύγκρουση δεν θα ήταν σφοδρή, καταστρέφοντας το οπίσθιο τμήμα του αυτοκινήτου των εναγουσών (βλ. τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες), ενώ τα δύο οχήματα δεν θα ακινητοποιούνταν 55,50 μ. περίπου από το σημείο της σύγκρουσης, όπως εμφαίνεται στο σχεδιάγραμμα της τροχαίας. Άλλωστε, ανεξάρτητα από την ταχύτητα του οχήματος του πρώτου εναγομένου, δεν αναιρείται η ευθύνη του τελευταίου στην επέλευση του επίδικου ατυχήματος, δεδομένου ότι αυτός έπρεπε να ακινητοποιήσει το όχημα του προ του ερυθρού σηματοδότη και του προπορευόμενου, έμπροσθεν αυτού οχήματος των εναγουσών. Συνεπώς, αποκλειστικά υπαίτιος της ένδικης σύγκρουσης, με βάση τα προαναφερόμενα περιστατικά, που έγιναν δεκτά κατά την κρίση του Δικαστηρίου, κρίνεται ο πρώτος εναγόμενος, ο οποίος κατά προφανή παράβαση των ρυθμιστικών της κυκλοφορίας διατάξεων των άρθρων 12 παρ.1, 19 παρ.1 και 2 ΚΟΚ (ν.2696/1999), που φανερώνουν έλλειψη καταβολής της επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου, που θα βρισκόταν κάτω από ανάλογες περιστάσεις, οδηγούσε χωρίς να έχει τεταμένη την προσοχή του στην οδήγηση, και με υπερβολική ταχύτητα, με αποτέλεσμα να συγκρουστεί με το αυτοκίνητο, που οδηγούσε η δεύτερη ενάγουσα της πρώτης αγωγής, Χ1, κατά τον προαναφερόμενο τρόπο. Αντίθετα, στην επέλευση, του ατυχήματος δεν συντέλεσε πταίσμα της τελευταίας, η οποία κινούνταν κανονικά στο ρεύμα πορείας της και με μικρή ταχύτητα, ενώ κατά το χρόνο του ατυχήματος είχε ακινητοποιήσει το αυτοκίνητο της, ως όφειλε, προ του ερυθρού σηματοδότη, οπότε ήταν αδύνατη οποιαδήποτε αντίδραση εκ μέρους της για την αποφυγή του ατυχήματος, και της υπερβολικής ταχύτητας του πρώτου εναγομένου. Επομένως, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι όλοι οι αντίθετοι ισχυρισμοί του εναγομένου, Ψ1, που συνιστούν τη νομίμως προβληθείσα κατά τα αναφερόμενα παραπάνω ένσταση συνυπαιτιότητας της Χ1 στην πρόκληση του ατυχήματος.

Σωματικές Βλάβες – Νοσήλια
Περαιτέρω, από τα ίδια πιο πάνω αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι η Χ3 εξαιτίας της σφοδρότητας της σύγκρουσης τραυματίστηκε σοβαρά και μεταφέρθηκε άμεσα στο Γενικό Νοσοκομείο Λαμίας, όπου από το γενόμενο έλεγχο διαπιστώθηκε εξάρθρημα των Α5 και Α6 σπονδύλων με νευρολογική συμπτωματολογία και κάκωση κεφαλής με θλαστικό άνω χείλους και ρινός (βλ. τα με αριθμ. πρωτ. 1/20542/28-09-2007, 1/25890/2-10-2008 και Ι/26044/03-10-2008 πιστοποιητικά του Γενικού Νομαρχιακού Νοσοκομείου Λαμίας). Λόγω μάλιστα της βαρύτατης κλινικής κατάστασης της, διεκομίσθη αυθημερόν στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, όπου διαπιστώθηκε ότι έφερε κάταγμα – εξάρθρημα των Α5 και Α6 σπονδύλων με τετραπληγία. Αμέσως υπεβλήθη σε πολύωρη χειρουργική επέμβαση πρόσθιας ανάταξης, αποσυμπίεσης και σπονδυλοδεσίας και παρέμεινε νοσηλευόμενη στο ως άνω Νοσοκομείο (ορθοπεδική κλινική) έως την 26-09-2007 (βλ. το από 26-09-2007 εξιτήριο του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας), οπότε και εξήλθε προκειμένου να ακολουθήσει ειδικό πρόγραμμα αποκατάστασης στο εξειδικευμένο θεσσαλικό Κέντρο Ελάχιστης Μονάδας Ιατρικής Αποκατάστασης Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες «ΑΡΩΓΗ ΑΕ». Στις 18-10-2007 παρουσίασε υψηλό πυρετό και μεταφέρθηκε εκ νέου στη Δ’ Παθολογική Κλινική του ως άνω Νοσοκομείου, όπου και παρέμεινε νοσηλευόμενη έως την 23-10-2007 (βλ. το από 23-10-2007 εξιτήριο του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας). Στο ως άνω κέντρο αποκατάστασης παρέμεινε έως την 13-04-2008, υποβαλλόμενη καθημερινώς σε πρόγραμμα αποκατάστασης, με αποτέλεσμα τη μικρή βελτίωση της κινητικότητας της από τα άνω άκρα. Όπως αποδεικνύεται δε από τις από 17-03- 2008 και 25-07-2008 Βεβαιώσεις του Ιατρικού Διευθυντή της Ορθοπεδικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, η Χ3 υπέστη κάταγμα εξάρθρημα Α4, Α5 και Α6 σπονδύλων με τετραπληγία και αντιμετωπίσθηκε χειρουργικά με πρόσθια ανάταξη, αποσυμπίεση και σπονδυλοδεσία. Δεν δύναται να αυτοεξυπηρετηθεί, δεν ορθοστατεί και δεν βαδίζει, η κατάσταση της δε είναι μόνιμη χωρίς προσδοκία επανάκτησης λειτουργικότητας. Ενόψει των ανωτέρω και ειδικότερα των εν λόγω βεβαιώσεων δεν κρίνεται αναγκαία από το Δικαστήριο η διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης προκειμένου αυτό να μορφώσει ασφαλή δικανική πεποίθηση, καθόσον προκύπτει με σαφήνεια η κατάσταση της υγείας της ενάγουσας Χ3, ήτοι ότι αυτή υπέστη κάταγμα εξάρθρημα των αυχενικών Α4, Α5 και Α6 σπονδύλων με τετραπληγία, δεν ορθοστατεί, ενώ έχει επέλθει μία μικρή βελτίωση κινητικότητας των άνω άκρων. Από τις ανωτέρω βεβαιώσεις δε προκύπτει και η μονιμότητα της κατάστασης της υγείας της, καθόσον σύμφωνα με τη γνωμάτευση του Διευθυντή της Ορθοπεδικής Κλινικής του παραπάνω νοσοκομείου δεν υπάρχει προσδοκία επανάκτησης λειτουργικότητας. Εξάλλου, για την έκταση των πιο πάνω βλαβών της Χ3 αποκλειστικά υπαίτιος είναι ο πρώτος εναγόμενος, διότι λόγω της σφοδρότητας της σύγκρουσης αν αυτή δεν ήταν προσδεδεμένη με τη ζώνη ασφαλείας θα εκτινάσσονταν εκτός του οχήματος. Άλλωστε η ζώνη ασφαλείας συγκράτησε αυτή στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, στο οποίο βρέθηκε σφηνωμένη και απεγκλωβίστηκε μετά από επέμβαση της πυροσβεστικής υπηρεσίας. Κατά συνέπεια πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικός αβάσιμος ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός των εναγομένων. 

Συνεπεία του προαναφερόμενου σοβαρότατου τραυματισμού της, και ειδικότερα της ανικανότητας να αυτοεξυπηρετηθεί η Χ3 αναγκάστηκε να προσλάβει αποκλειστική νοσοκόμο κατά τη βραδινή βάρδια του χρόνου νοσηλείας της στο ως άνω νοσοκομείο, για την αμοιβή της οποίας κατέβαλε: α) ….. Συνολικά δε, δαπάνησε το ποσό των 987,70 ευρώ, εκ των οποίων έλαβε από το ΙΚΑ, στο οποίο η εν λόγω ενάγουσα είναι ασφαλισμένη, το ποσό των 760,66 (βλ. τις υπ’ αριθμ. ….αποφάσεις του ΙΚΑ), πρέπει συνεπώς να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν το υπόλοιπο ποσό των 227,04 ευρώ. Επίσης, κατά το χρονικό διάστημα από 12-9-2007 έως 13-4-2007, χρόνο νοσηλείας της ενάγουσας στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας καθώς και στο εξειδικευμένο κέντρο αποκατάστασης με την επωνυμία «ΑΡΩΓΗ ΑΕ», η τελευταία ήταν κλινήρης και ως εκ τούτου ήταν αδύνατο να αυτοσυντηρηθεί, για το λόγο αυτό δε ήταν επιβεβλημένη και αναγκαία, λόγω της κατάστασης της και της πλήρους ακινησίας της, για την αντιμετώπιση των ποικίλων αναγκών της, η συνεχής παρουσία και απασχόληση αποκλειστικής νοσοκόμου κατά την πρωινή βάρδια (από 7:00 έως 14:00). Τις υπηρεσίες δε αυτές παρείχε ο πατέρας της, ωστόσο η ενάγουσα δικαιούται να ζητήσει το ποσό αυτό που θα δαπανούσε εάν απασχολούσε τρίτο επ’ αμοιβή πρόσωπο, η αποφυγή δε της δαπάνης αυτής, ενόψει της προαναφερόμενης παροχής υπηρεσιών από τον πατέρα της, δεν απαλλάσσουν τον υπόχρεο σε αποζημίωση, διότι το γεγονός ότι κάποιος άλλος έχει υποχρέωση εκ του νόμου ή εξ άλλου λόγου να διατρέφει τον παθόντα, δεν μπορεί να καταλήξει σε ωφέλεια των υποχρεώσεων του εναγομένου και σε αποφυγή καταβολής από αυτόν της σχετικής αποζημίωσης (930 παρ.3 ΑΚ). Η εν λόγω δαπάνη αποτιμάται με βάση την αμοιβή που θα καταβάλλονταν για τις αντίστοιχες υπηρεσίες, κατά το προαναφερθέν χρονικό διάστημα (210 ημερών) της νοσηλείας του, στο συνολικό ποσό των 10.500 (=50 ευρώ Χ 210 ημέρες) (βλ. ΕφΛαρ. 1007/2006 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ). 

Αποκλειστική Νοσοκόμος
Περαιτέρω, μετά την έξοδο της ενάγουσας, Χ3, από το Κέντρο Ειδικής Αποκατάστασης την 13-4-2008 και μέχρι το χρόνο κατάθεσης της αγωγής, ήτοι την 15-5-2008, λόγω της πλήρους ανικανότητας της προς κάθε κίνηση και για την εξυπηρέτηση των βασικών οικιακών αναγκών της (καθάρισμα, μαγείρεμα κλπ) προσέλαβε οικιακή βοηθό, η οποία εκτελεί και χρέη αποκλειστικής νοσοκόμου, για το χρονικό διάστημα δε από 13-4-2008 έως 15-5-2008, δαπάνησε το ποσό των 900 ευρώ (βλ. την από 13-5-2008 απόδειξη παροχής υπηρεσιών της ____), ποσό, το οποίο θα υποχρεωθούν να καταβάλουν οι εναγόμενοι. Ακολούθως, η ενάγουσα λόγω της ισόβιας και πλήρους ανικανότητας της προς κάθε κίνηση θα υποχρεωθεί να απασχολεί καθημερινώς οικιακή βοηθό για την εξυπηρέτηση των στοιχειωδών αναγκών της εφ’ όρου ζωής, ήτοι τουλάχιστον μέχρι το 65° έτος της ηλικίας της, που αντιστοιχεί στο προσδόκιμο όριο ζωής. Συμπερασματικά, θα υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει σύμφωνα με τις κρατούσες στην αγορά εργασίας αμοιβές για είκοσι χρόνια, ενόψει της ηλικίας της (45 ετών)μηνιαίως το ποσό των 900 ευρώ και συνολικά το ποσό των 216.000 ευρώ. Από το ποσό αυτό οι εναγόμενοι θα πρέπει να υποχρεωθούν να καταβάλουν εφάπαξ το ποσό των 86.400 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε οκτώ έτη, διότι δια της εφάπαξ καταβολής του εν λόγω ποσού θα δυνηθεί να επενδύσει σταθερά, ώστε να αποκομίζει το μήνα τα αναγκαία, ενώ ως προς το υπόλοιπο, το αίτημα της ενάγουσας για εφάπαξ καταβολή κρίνεται υπερβολικό και ως εκ τούτου θα πρέπει να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να το καταβάλουν σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις. 

Βελτιωμένη Τροφή
Το κονδύλιο της αγωγής, το οποίο αφορά στην αποζημίωση της ενάγουσας λόγω της βελτιωμένης διατροφής της κατά 10 ευρώ ημερησίως επί 30 ημέρες και ειδικότερα για το διάστημα από 14-4-2008, οπότε και εξήλθε από το Ειδικό Κέντρο Αποκατάστασης, έως την 15-5-2008, συνολικού ύψους 300,00 ευρώ, απορρίπτεται ως ουσιαστικώς αβάσιμο, καθόσον δεν αποδείχθηκε, ότι οποιαδήποτε τυχόν βελτίωση της διατροφής της ενάγουσας έγινε κατόπιν υποδείξεως των θεραπόντων ιατρών της, αφού δεν προσκομίσθηκε κάποια σχετική απόδειξη, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι είχε παρέλθει ήδη αρκετό χρονικό διάστημα από την επέλευση του τροχαίου ατυχήματος (βλ. Αθ. Κρητικού “Αποζημίωση από τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα”, 1998 § 221. ΜΠρΑΘ 4695/1995 αδημ). Ακολούθως, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικώς αβάσιμο και το κονδύλιο των 3.650 ευρώ για λήψη βελτιωμένης διατροφή για το μεταγενέστερο της άσκησης της αγωγής χρονικό διάστημα. Επιπρόσθετα, αποδείχθηκε ότι μετά την έξοδο της από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας, όπου νοσηλευόταν, η ενάγουσα Χ3, αναγκάστηκε να εισαχθεί στο εξειδικευμένο Θεσσαλικό Κέντρο Ελάχιστης Μονάδας Ιατρικής Αποκατάστασης Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες «ΑΡΩΓΗ ΑΕ», προκειμένου να ακολουθήσει ειδικό πρόγραμμα αποκατάστασης. Για το λόγο αυτό αναγκάστηκε να καταβάλει στο εν λόγω Κέντρο τα εξής ποσά, που αντιστοιχούσαν σε αυτή για τη νοσηλεία της, δεδομένου ότι το υπόλοιπο ποσό το κάλυπτε το ΙΚΑ: ___ 
(ΣΣ εν συνεχεία η απόφαση αναφέρεται στα επί μέρους κονδύλια)

…. Επίσης, λόγω της προαναφερόμενης κατάστασης της ενάγουσας, Χ3, ήταν απαραίτητη η αγορά ειδικών βοηθητικών συσκευών και συγκεκριμένα αυτή προμηθεύτηκε: 1) δύο νάρθηκες για υποπόδια με πλαίσιο ρύθμισης έσω-έξω στροφής, 2) ένα αυχενοθωρακικό κηδεμόνα τύπου Μίηβη/3 (ρυθμιζόμενου ύψους) και 3) ένα αερόστρωμα ηλεκτρικό με σωληνωτούς αεροθαλάμους και κάλυμμα, για την αγορά των οποίων κατέβαλε τα ποσά των 260,00 ευρώ, 270,00 ευρώ και 280,00 ευρώ και συνολικά το ποσό των 810,00 ευρώ (βλ. τις υπ’ αριθμ. 1298/25-10- 2007, 1150/20-9-2007 και 1118/14-9-2007 αποδείξεις είσπραξης της ____). Από τα στοιχεία του φακέλου, όμως, δεν προκύπτει αν ο ενάγων έλαβε ή δικαιούται να απαιτήσει από το ΙΚΑ παροχές για τα προαναφερόμενα κονδύλια (νοσηλεία στο Κέντρο Αποκατάστασης και αγορά βοηθητικών συσκευών). Άλλωστε, ως προ τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε η ενάγουσα, λόγω της νοσηλείας της στο ανωτέρω Κέντρο Αποκατάστασης, όπως η ίδια συνομολογεί, έλαβε κάποιο ποσό από το ΙΚΑ, το οποίο και αφαιρεί από τα αιτούμενο εν λόγω κονδύλιο, χωρίς ωστόσο να προσκομίζει βεβαίωση του ΙΚΑ από την οποία να προκύπτει το ακριβές ποσό που έλαβε. Πρέπει, συνεπώς, να αναβληθεί η εκδίκαση της υπόθεσης ως προς τα ανωτέρω κονδύλια, μέχρι να προσκομισθεί απόφαση της αρμόδιας αρχής του ΙΚΑ, από την οποία να προκύπτει αν η ενάγουσα, Χ3, έλαβε ή δικαιούται να απαιτήσει από το ΙΚΑ παροχές σχετικές με τα ανωτέρω κονδύλια και σε ποια έκταση, σημειουμένου ότι σε κάθε περίπτωση δυνατότητα πρόκλησης της σχετικής βεβαίωσης της αρμόδιας υπηρεσίας του ΙΚΑ και προσαγωγής της στο Δικαστήριο έχει οποιοσδήποτε διάδικος. Πρέπει, επομένως, κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση να προσκομιστεί, με επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων, σχετική βεβαίωση του ΙΚΑ. 

Αποθετική Ζημία
Επιπρόσθετα, από τα προεκτεθέντα αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα πριν το ατύχημα εργαζόταν περιστασιακά ως οικιακή βοηθός και συγκεκριμένα αποδείχθηκε ότι το κατά το χρόνο της σύγκρουσης εργαζόταν στην κ. ____, ενώ το προγενέστερο χρονικό διάστημα στην κ. ____ στον κ. ____, αποκομίζοντας κατά την εύλογη κρίση του Δικαστηρίου το ποσό των 600 ευρώ μηνιαίως, ενώ το επιπλέον ποσό των 150 ευρώ, το οποίο αιτείται η ενάγουσα, κρίνεται υπερβολικό και ως εκ τούτου απορριπτέο, ενόψει της περιστασιακής απασχόλησης της. Άλλωστε, οι μηνιαίες αποδοχές της ενάγουσας, ύψους 764,72 ευρώ, που εμφαίνονται στο από 3-10-2008 έγγραφο του ΙΚΑ, αντιστοιχούν στην εργασία που προσέφερε αυτή ως πωλήτρια για περιορισμένο χρονικό διάστημα και ειδικότερα από 4-12-2005 έως 19-5-2007 κο δεν αντιστοιχούν σι ι– αποδοχές της ως οικιακής βοηθού. Συνεπώς, κατά το χρονικό διάστημα από 12-9-2007 μέχρι και την 15-5-2008, ημέρα κατάθεσης της υπό κρίση αγωγής, η ενάγουσα δεν μπόρεσε να εργαστεί, στην ανωτέρω εργασία, την οποία θα συνέχιζε κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και θα εξακολουθούσε να εισπράττει τις ίδιες αποδοχές, αν δεν μεσολαβούσε ο τραυματισμός της, με αποτέλεσμα το προαναφερόμενο διάστημα να απωλέσει εισοδήματα συνολικού ύψους 4.800 ευρώ (600 ευρώ Χ 8μήνες). Περαιτέρω, η ενάγουσα θα εργαζόταν και στο μέλλον κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων αν δεν είχε μεσολαβήσει ο τραυματισμός της ως οικιακή βοηθός, απασχολούμενη σε διάφορες οικίες της Λαμίας μέχρι τη συμπλήρωση 15ετίας, δηλ. από 15-5-2008 μέχρι τις 15-5-2023, αποκομίζοντας το ανωτέρω ποσό των 600 ευρώ μηνιαίως. Εξαιτίας, όμως, της μόνιμης αναπηρίας της δεν μπορεί να εργαστεί και επομένως θα απωλέσει τα εισοδήματα που αντιστοιχούν στο παραπάνω χρονικό διάστημα, ύψους 108.000 ευρώ. Το αίτημα της ενάγουσας να της επιδικαστεί ο μισθός που θα αποκόμιζε από την εργασία της για πέντε επιπλέον έτη, ήτοι μέχρι τις 15-5-2028, είναι κατά την κρίση του Δικαστηρίου υπερβολικό και ως εκ τούτου απορριπτέο, καθόσον κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας δεν θα ηδύνατο η ενάγουσα να ασκεί τη συγκεκριμένη εργασία μέχρι την ηλικία των 65 ετών, αποκομίζοντας μηνιαίως το άνω ποσό. Το ποσό αυτό δε πρέπει να καταβληθεί σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις παρά την επίκληση σπουδαίου λόγου για την καταβολή του ποσού εφάπαξ, διότι κατά την κρίση του Δικαστηρίου δεν συντρέχει σπουδαίος λόγος προς τούτο. 

Ακολούθως, πρέπει να αναβληθεί η εκδίκαση της υπόθεσης και ως προς το κονδύλιο της αγωγής που αφορά τα διαφυγόντα κέρδη της ενάγουσας για το προγενέστερο της αγωγής χρονικό διάστημα, μέχρι να προσκομισθεί απόφαση της αρμόδιας αρχής του ΙΚΑ, από την οποία να προκύπτει αν η ενάγουσα, Χ3, έλαβε ή δικαιούται να απαιτήσει από το ΙΚΑ παροχές σχετικές με το ανωτέρω κονδύλιο και σε ποια έκταση. Αντίθετα, το κονδύλιο της αγωγής που αφορά διαφυγόντα κέρδη αυτής για το μέλλον δεν χρειάζεται να αναβληθεί για το λόγο αυτό, δεδομένου ότι σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 625/9-5-2008 απόφαση του κ. Διευθυντή του ΙΚΑ Λαμίας, κατά της οποίας δεν έχει ασκηθεί ένσταση (βλ. την υπ’ αριθμ. πρωτ.583/13-01-2009 βεβαίωση του ΙΚΑ), η τελευταία δεν δικαιούται σύνταξη αναπηρίας από τον ως άνω ασφαλιστικό Οργανισμό ελλείψει χρονικών προϋποθέσεων, καθόσον δεν έχει συμπληρώσει τον απαραίτητο αριθμό ενσήμων. Επιπλέον, το αίτημα της ενάγουσας για την επιδίκαση αποζημίωσης λόγω του ότι η αναπηρία της επιδρά στο μέλλον της και ειδικότερα θα έχει επίδραση στην οικονομική και επαγγελματική ζωή, αφού αυτή λόγω της μονιμότητας της αναπηρίας της δεν θα μπορέσει να ξαναεργαστεί, ούτε να απασχοληθεί σε οποιαδήποτε παραγωγική δραστηριότητα, πρέπει να απορριφθεί στην ουσία του, διότι καλύπτεται πλήρως από τις παροχές από το 929 ΑΚ. καθόσον αποκαθίσταται η ζημία της για τα διαφυγόντα κέρδη της παθούσας στο μέλλον έως και το 60 έτος της ηλικίας της καθώς και τις δαπάνες στις οποίες αυτή θα υποβληθεί (οικιακή βοηθός κλπ) έως το 65° έτος της ηλικίας της, που είναι το προσδόκιμο όριο ζωής. 

Ηθική Βλάβη 
Τέλος, ενόψει των συνθηκών του ατυχήματος, την έκταση και τις συνέπειες του τραυματισμού της ενάγουσας, δεδομένης της μόνιμης αναπηρίας της, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών (όχι και της εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρίας, διότι η ευθύνη της είναι εγγυητική» βλ. σχετ. Αθ. Κρητικός ο.α, έκδ. 1998, 976 σελ. 341), καθώς και του βαθμού πταίσματος του υπαίτιου οδηγού, το Δικαστήριο κρίνει ότι θα πρέπει να επιδικασθεί στη Χ3, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που έχει υποστεί (άρθρο 932 ΑΚ) από την ψυχική της ταλαιπωρία, προς σκοπό ηθικής παρηγοριάς, ψυχικής της ανακούφισης και εξισορροπήσεως, το ποσό των 200.000 ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο, με βάση τις περιστάσεις αυτές.