Πολλές φορές ο ιδιοκτήτης ενός αυτοκινήτου κάποιας ηλικίας που έχει εμπλακεί σε τροχαίο ατύχημα βρίσκεται μπροστά σε ένα εκβιαστικό δίλημμα προκειμένου να εισπράξει την αποζημίωση του από την ασφαλιστική εταιρία του ζημιογόνου αυτοκινήτου. Εάν θέλει να εισπράξει ολόκληρο το ποσό για την επισκευή των υλικών ζημιών θα πρέπει να τοποθετήσει στο αυτοκίνητο του ανταλλακτικά αντίστοιχης παλαιότητας ενώ αν επιλέξει να τοποθετήσει καινούργια ανταλλακτικά η αποζημίωση θα είναι μειωμένη (η αποκαλούμενη στην ασφαλιστική αγορά «συμμετοχή») με αποτέλεσμα να μην πάρει πίσω ολόκληρο το ποσό που πλήρωσε για την επισκευή του αυτοκινήτου.
Εκ πρώτης όψεως για έναν πολίτη που δεν είναι εξοικειωμένος με το Δίκαιο της Αποζημίωσης η απαίτηση της ασφαλιστικής επιχείρησης για τοποθέτηση μεταχειρισμένων ανταλλακτικών ή μείωση της αποζημίωσης φαίνεται λογική. Το αυτοκίνητο πριν την επισκευή έφερε ένα ανταλλακτικό (πχ πόρτα) δεκαετίας συνεπώς εάν κάποιος θέλει να τοποθετήσει μία ολοκαίνουργια πόρτα θα πρέπει να δεχτεί να του καταβληθεί μειωμένη αποζημίωση.
Είναι όμως αυτός ο ισχυρισμός της ασφαλιστικής νόμιμος; Ας εξετάσουμε τι άποψη έχουν και τα Ελληνικά Δικαστήρια.
Σύμφωνα με την άποψη που έχει επικρατήσει εδώ και τουλάχιστον 30 χρόνια στην ελληνική νομολογία η παραπάνω απαίτηση των ασφαλιστικών εταιριών (η οποία από νομική άποψη συνιστά αξίωση για συνυπολογισμό του οφέλους στην ζημία του ιδιοκτήτη) δεν είναι νόμιμη και συνεπώς ο ιδιοκτήτης έχει το δικαίωμα να τοποθετήσει καινούργια ανταλλακτικά.
Δηλαδή σύμφωνα με την απόλυτη και παγιωμένη άποψη των Ελληνικών Δικαστηρίων από τις προκληθείσες υλικές ζημίες ουδέποτε δεν επέρχεται αύξηση της εμπορικής αξίας του αυτοκινήτου αλλά αντιθέτως κατά κανόνα προκαλείται μείωση της εμπορικής του αξίας.
Μάλιστα ακόμα και αν η επισκευή είναι άρτια και τα ανταλλακτικά που τοποθετήθηκαν καινούργια πάλι θα έχουμε μείωση της εμπορικής αξίας του αυτοκινήτου γιατί και μόνο η εμπλοκή εντός αυτοκινήτου σε τροχαίο ατύχημα το κατατάσσει πλέον στην κατηγορία των τρακαρισμένων αυτοκινήτων και εγείρει υποψίες στο αγοραστικό κοινό για ύπαρξη κρυφών ελαττωμάτων. Αυτός είναι και ο λόγος που τα αυτοκίνητα που δεν έχουν εμπλακεί σε τροχαίο ατύχημα κατά την πώληση τους η ιδιότητα τους ως «ατρακάριστου» τονίζεται ιδιαίτερα για την επίτευξη υψηλότερης τιμής πώλησης.
Η μοναδική περίπτωση που υπάρχει υποχρέωση τοποθέτησης μεταχειρισμένων ανταλλακτικών είναι όταν με την τοποθέτηση καινούργιων ανταλλακτικών το κόστος της επισκευής ανεβαίνει σε τέτοιο βαθμό που υπερβαίνει την εμπορική αξία του οχήματος, π.χ. σε ένα αυτοκίνητο 10ετίας και εμπορικής αξίας 7.000 ευρώ μπορούν να τοποθετηθούν καινούργια ανταλλακτικά αρκεί το κόστος της επισκευής να μην ξεπεράσει το ποσό των 7.000 ευρώ.
Συνεπώς δεν έχει καμία σημασία αν τοποθετήσουμε καινούργια ή μεταχειρισμένα ανταλλακτικά;
Ως προς το κονδύλιο αποκατάστασης του κόστους επισκευής των υλικών ζημιών καμία απολύτως αρκεί το ύψος της δαπάνης επισκευής να μην υπερβαίνει την αξία του οχήματος όπως προαναφέρθηκε.
Η μοναδική επίδραση έχει που έχει η τοποθέτηση καινούργιων ή όχι ανταλλακτικών είναι στο κονδύλιο για την μείωση της εμπορικής αξίας του αυτοκινήτου, το οποίο όμως εξαιρετικά σπάνια καταβάλλεται εξωδίκως από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Έτσι ορθά τα Ελληνικά Δικαστήρια δέχονται ότι όταν ένα αυτοκίνητο επισκευαστεί με καινούργια ανταλλακτικά η εμπορική αξία του θα μειωθεί λιγότερο σε σχέση με επισκευή όπου θα υπάρξει τοποθέτηση μεταχειρισμένων ανταλλακτικών.
Συμπέρασμα:
Το ζήτημα που παραπάνω αναπτύχθηκε μολονότι νομικά έχει επιλυθεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια εξακολουθεί να ταλαιπωρεί χιλιάδες ιδιοκτήτες τρακαρισμένων αυτοκινήτων που εισπράττουν μειωμένες αποζημιώσεις σε σχέση με αυτές που δικαιούνται. Τα ανωτέρω καταδεικνύουν την ανάγκη αφενός για την θέσπιση ενός προστατευτικότερου για τον πολίτη εποπτικού πλαισίου ελέγχου των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και αφετέρου για την πληρέστερη ενημέρωση των πολιτών ως προς τα δικαιώματα τους.