facebook

ΤΟ  ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ  ΚΕΚΤΗΜΕΝΟ ΣΤΗΝ  ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ  ΑΣΦΑΛΙΣΗ   ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ  ΚΑΙ Η  ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ  ΤΟΥ  ΣΤΗΝ   ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΕΝΝΟΜΗ  ΤΑΞΗ

 

ΜΕ   ΑΦΟΡΜΗ

1) Την πρόσφατη, και με καθυστέρηση  είκοσι επτά  (27) περίπου ετών, αντικατάσταση του άρθρου 7 του νόμου 489/1976 (Εξαίρεση από την υποχρεωτική Ασφάλιση  Αστικής Ευθύνης του οδηγού-κυρίου-κατόχου ασφαλισμένου κ.λ.π του ζημιογόνου αυτοκινήτου)  

ΚΑΙ

2) Τη διατήρηση σε ισχύ της διάταξης του άρθρου 19 παρ.5 του ίδιου πάρα πάνω νόμου (περιορισμός της ευθύνης του Επικουρικού Κεφαλαίου όταν συντρέχει ως υπόχρεως Οργανισμός Κοινωνικής Ασφάλισης ή Ασφαλιστικό Ταμείο, παρά την αντίθεση αυτής προς τη νομοθεσία της Ε.Ε).

 

Υπό  Γεωργίου  Κ. Αμπατζή

 

Δικηγόρου ε.τ.

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

Αν ρίξει κάποιος μία ματιά στη νομοθεσία μας που αναφέρεται στην υποχρεωτική Ασφάλιση  Αστικής  Ευθύνης θα διαπιστώσει την ύπαρξη μελανών σημείων, τα οποία συρρικνώνουν το εύρος και την έκταση της ασφαλιστικής κάλυψης, με συνέπεια να ακυρώνεται στην ουσία η λειτουργία του θεσμού σε αυτές τις περιπτώσεις. Η πρώτη περίπτωση είναι εκείνη του πρόσφατα καταργηθέντος άρθρου 7 του νόμου 489/1976, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το  άρθρο 4  του ΠΔ 264/1991, και η δεύτερη περίπτωση του άρθρου 19 παρ. 5 του ίδιου νόμου, όπως αυτή διαμορφώθηκε με το άρθρο 5 παρ.3 του  ίδιου ΠΔ.

Η αρνητική χροιά αυτών των μελανών σημείων  οφείλεται στο γεγονός ότι το ελληνικό κράτος έχει δείξει αδικαιολόγητη αδράνεια στο να ενσωματώσει έγκαιρα και αποτελεσματικά στη νομοθεσία της χώρας μας, όπως υποχρεούται, τις σχετικές διατάξεις των  Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό συμβαίνει κυρίως και κατά έναν περίεργο τρόπο, όταν οι Οδηγίες αυτές έχουν ως στόχο την αποτελεσματικώτερη προστασία των ζημιωθέντων σε τροχαίο ατύχημα έναντι του ασφαλιστή.

Σκοπός αυτής της μελέτης είναι να αναδείξει τις, εν μέρει άγνωστες ακόμα και στον νομικό κόσμο της χώρας μας, δύο πάρα πάνω περιπτώσεις μη εφαρμογής, ή της πολύ καθυστερημένης, ενσωμάτωσης των Οδηγιών αυτών στο εσωτερικό μας δίκαιο, με συνέπεια την περιωρισμένη προστασία των ζημιωθέντων έναντι του ασφαλιστή, σε σύγκριση με τους πολίτες των άλλων κρατών μελών της Ένωσης, και τη συνακόλουθη παραβίαση του κοινοτικού κεκτημένου.

 

 

A.-  ΠΡΩΤΗ  ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

 

Ι.  ΟΙ  ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ  ΤΗΣ  ΔΙΑΤΑΞΗΣ  ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 7  ΤΟΥ  ΝΟΜΟΥ 489/1976

(Καταργηθείσα Διάταξη)

 

Στο άρθρο 7 του νόμου 489/1976 ορίζονταν τέσσερις κατηγορίες προσώπων, των οποίων η ζημιά που είχε ως γενεσιουργό αιτία την σωματική τους βλάβη η οποία τους προξενήθηκε από αυτοκινητικό ατύχημα δεν εκαλύπτετο από τον ασφαλιστή, επειδή τα πρόσωπα αυτά δεν εθεωρούντο τρίτοι κατά τη διατύπωση του νόμου.

Τα πρόσωπα αυτά, τα οποία εξαιρούντο από την ασφαλιστική κάλυψη για τις ζημιές που υφίσταντο τα ίδια, είναι τα ακόλουθα.

  1)Ο οδηγός  του αυτοκινήτου που προξένησε τη ζημιά. 2)  Κάθε πρόσωπο του οποίου  η ευθύνη καλύπτετο από τη σύμβαση ασφάλισης. ( Πρόκειται για τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 6 παρ.1 του εν λόγω νόμου, δηλαδή τον κύριο και τον συγκύριο, τον κάτοχο και τον συγκάτοχο, τον προστηθέντα στην οδήγηση ή τον υπεύθυνο του ασφαλισμένου αυτοκινήτου . 3) Εκείνος που έχει καταρτίσει με τον ασφαλιστή  την ασφαλιστική σύμβαση και 4) Οι νόμιμοι εκπρόσωποι  νομικού προσώπου που είναι ασφαλισμένο ή εταιρίας που δεν έχει αποκτήσει νομική προσωπικότητα. Ετσι δεν λειτουργεί  υπέρ των προσώπων που ανήκουν σε μία από τις πάρα πάνω κατηγορίες  η ασφαλιστική προστασία που προβλέπεται για τους τρίτους στα άρθρα 2 παρ.1 εδ.α και 6 παρ.2 εδ.α΄ αυτού του νόμου. Κατά συνέπεια αν αυτά τα πρόσωπα υφίσταντο σωματική βλάβη δεν εδικαιούντο αποζημίωσης από την ασφαλιστική εταιρία η οποία εκάλυπτε το ζημιογόνο αυτοκίνητο. Επίσης και οι συγγενείς αυτών των προσώπων δεν εδικαιούντο να λάβουν  χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, αν τα πρόσωπα αυτά εθανατώνονταν.  Η άρση αυτή της ασφαλιστικής κάλυψης επεκτεινόταν και στην αντίστροφη περίπτωση κατά την οποία ο συγγενής του θανατωθέντος είχε μια από τις πάρα πάνω ιδιότητες, οπότε αυτός δεν εδικαιούτο  να λάβει από την ασφαλιστική εταιρία χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης.

Με το άρθρο 50 του νόμου 4949/2022 (ΦΕΚ Α΄126/30-6-2022), αντικαταστάθηκε το πάρα πάνω άρθρο 7 του νομού 489/1976 και υπό τη νέα αυτή διατύπωση καλύπτονται πλέον ασφαλιστικά όλα τα πάρα πάνω πρόσωπα που εξαιρούντο από την ασφαλιστική κάλυψη, εκτός από τον οδηγό του αυτοκινήτου  που προξένησε τη ζημιά[1].

 

ΙΙ. Η   ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ   ΤΟΥ   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ    ΚΕΚΤΗΜΕΝΟΥ

 

Με την θέσπιση από τον έλληνα νομοθέτη της διάταξης  του άρθρου  7   του νόμου 489/1976 εισήχθη στην  ελληνική έννομη τάξη μία επιβαρυντική για τον έλληνα πολίτη ρύθμιση, η οποία παράλληλα παραβίαζε καταφανώς το κοινοτικό κεκτημένο. Και αυτό διότι, αν παρόμοια με τα πάρα πάνω αναφερόμενα αυτοκινητικά ατυχήματα συνέβαιναν σε οποιαδήποτε άλλη χώρα  που είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εφαρμοστέο ήταν στο ατύχημα αυτό το εθνικό δίκαιο της χώρας αυτής, θα επιδικαζόταν αποζημίωση  με τη μορφή της αποκατάστασης των ζημιών του παθόντος ή των συγγενών του, και στα πρόσωπα τα οποία φέρουν τις προαναφερόμενες ιδιότητες που καθορίζονται στην εν λόγω διάταξη, εκτός από τον υπαίτιο οδηγό.

Ως κοινοτικό κεκτημένο νοείται, σύμφωνα με τις πάγιες διακηρύξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το κοινό υπόβαθρο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που συνδέει το σύνολο των κρατών -μελών της Ένωσης και περιλαμβάνει, μεταξύ των άλλων, τη νομοθεσία που έχει εκδοθεί σε εφαρμογή των συνθηκών και τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ).

Με τη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία υπέγραψε η Ελλάδα, εκχωρήθηκαν με την συναίνεση του ελληνικού κράτους ορισμένα δικαιώματα στα όργανα της Ένωσης. Αυτό θεσπίζεται με το άρθρο 28 παρ.1 του Συντάγματος, το οποίο προσδίδει υπερνομοθετική ισχύ στις διεθνείς συμβάσεις οι οποίες επικυρώνονται με νόμο, αλλά τονίζεται ιδιαίτερα και στην ερμηνευτική δήλωση που έχει τεθεί στο πάρα πάνω άρθρο του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου αποτελούν το θεμέλιο για τη συμμετοχή της χώρας μας στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

 

IΙΙ. ΟΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΟΥ ΡΥΘΜΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 7 ΤΟΥ Ν. 489/76 ΠΡΟΣ ΑΥΤΕΣ

Η ασφαλιστική προστασία των παθόντων σε τροχαίο ατύχημα όπως και ο κύκλος των προσώπων τα οποία υπάγονται σε αυτή την προστασία, ρυθμίζεται από τον κοινοτικό νομοθέτη με τις ακόλουθες οδηγίες: 1) Με την Οδηγία 72/166/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24-4-1972, την αποκαλούμενη Πρώτη Οδηγία[2], η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το π.δ. 1019/1981. Η διάταξη του άρθρου 3 παρ. 1 αυτής της Οδηγίας ορίζει ότι «….κάθε κράτος μέλος λαμβάνει……..όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η αστική ευθύνη η σχετική με την κυκλοφορία οχημάτων με συνήθη στάθμευση στο έδαφός του να καλύπτεται από ασφάλιση. Η έκταση της καλυπτόμενης ευθύνης και οι όροι και συνθήκες καλύψεως καθορίζονται με βάση τα μέτρα αυτά». 2) Με την Οδηγία 85/5/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 30-12-1983, η οποία αναφέρεται ως Δεύτερη Οδηγία[3] και έγινε εσωτερικό δίκαιο με το π.δ. 264/1991. Με το άρθρο 1 παρ. 1 αυτής της Οδηγίας, θεσπίσθηκε ο κανόνας ότι «…. Η ασφάλιση που αναφέρεται στο άρθρο 3 παρ. 1 της Οδηγίας 72/166/ΕΟΚ καλύπτει υποχρεωτικά τις υλικές ζημίες και τις σωματικές βλάβες». Το άρθρο 3 παρ. 1 εξάλλου της ίδιας Οδηγίας προβλέπει ότι: «…..Τα μέλη της οικογένειας του ασφαλισμένου, του οδηγού ή κάθε άλλου προσώπου το οποίο φέρει σε περίπτωση ατυχήματος την αστική ευθύνη η οποία καλύπτεται από την ασφάλιση του άρθρου 1 παρ. 1 δεν μπορούν να αποκλεισθούν, λόγω του δεσμού συγγενείας από το δικαίωμα ασφάλισης για τις σωματικές βλάβες τους…». 3) Η διάταξη του άρθρου 1 της Οδηγίας 90/232/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14-5-1990, αποκαλούμενης Τρίτης Οδηγίας[4] ορίζει ότι «…η ασφάλιση που προβλέπει το άρθρο 3 παρ. 1 της Οδηγίας 72/166/ΕΟΚ (δηλαδή της Πρώτης Οδηγίας), καλύπτει την ευθύνη για σωματικές βλάβες όλων των επιβατών, πλην του οδηγού που προκύπτουν από την κυκλοφορία ενός οχήματος.

Η τελευταία αυτή Οδηγία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το ΠΔ 314/1993, αλλά μόνο εν μέρει και ειδικώτερα ως προς τα άρθρα 3 και 4 αυτής. Με το άρθρο 6 παρ. 2 αυτής της Οδηγίας χορηγήθηκε στην ελληνική δημοκρατία προθεσμία έως την 31-12-1995, προκειμένου να ενσωματώσει στο εσωτερικό δίκαιο, τόσο το πάρα πάνω άρθρο 1 αυτής όσο και το άρθρο 2, το οποίο αναφέρεται στο ενιαίο ασφάλιστρο και τη διασφάλιση της ασφαλιστικής κάλυψης σε όλο το έδαφος της Κοινότητας.

Οι Οδηγίες αυτές κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο κείμενο με την 2009/103/ΕΚ Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16-9-2009. Οι διατάξεις που αναφέρονται πάρα πάνω μεταφέρθηκαν σχεδόν αυτούσιες χωρίς καμία τροποποίηση του περιεχομένου τους, ενώ μεταβλήθηκε απλά η αρίθμησή τους. Ειδικώτερα η πρώτη διάταξη στη νέα Οδηγία αριθμείται ως άρθρο 3 εδαφ. α΄ και β΄, η δεύτερη ως άρθρο 3 εδαφ. δ΄και ως άρθρο 12 παρ. 2 και η τρίτη ως άρθρο 12 παρ. 1.

Οι προαναφερόμενες διατάξεις αυτών των Οδηγιών αποτελούν ένα στεγανό πλέγμα ρυθμίσεων που έχουν εσωτερική συνάφεια και αλληλεξάρτηση, αλληλοσυμπληρώνονται και ρυθμίζουν έτσι με ενιαίο τρόπο την κάλυψη της αστικής ευθύνης των παθόντων σε τροχαίο ατύχημα. Για την αποφυγή οποιασδήποτε παρανόησης πρέπει να τονισθεί ότι οι διατάξεις αυτές των Κοινοτικών Οδηγιών που μνημονεύονται πάρα πάνω αναφέρονται αποκλειστικά στην υποχρεωτική ασφάλιση της αστικής ευθύνης και όχι στην προαιρετική ασφάλιση. Αυτό προκύπτει από το ίδιο το κείμενο της Πρώτης Οδηγίας η οποία στην επικεφαλίδα της αναφέρεται στην «Υποχρέωση προς ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων».

(Για τις κοινοτικές οδηγίες, τη φύση και τη λειτουργία τους όπως επίσης και για τη νομική φύση και λειτουργία των αποφάσεων του ΔΕΕ βλέπετε σχετική μελέτη μας σε ΕΣΔ 2015 σελ. 153-156)

 

ΙV. Η ΑΔΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗ ΤΩΝ ΖΗΜΙΩΘΕΝΤΩΝ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΣΧΥ ΤΗΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 7

Ενδεικτικά παραδείγματα από την νομολογία…..

BANNER-LINKEDIN

Για να διαβάσετε περισσότερα παρακαλώ συνδεθείτε συμπληρώνοντας τα στοιχειά σας