Άρθρα-Απόψεις
ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΕΣ ΑΞΙΩΣΕΙΣ
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΔΔΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
υπό Ιωάννη Παπαδόπουλου
Δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω
(Δημοσιεύεται στην ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
τεύχος Μάιος – Ιούνιος 2024)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ.
Η δέσμευση ή μη του πολιτικού δικαστηρίου, με βάση το τεκμήριο αθωότητας, από αθωωτική ποινική απόφαση, απασχόλησε αρκετά όσους από εμάς ασχολούμαστε ειδικά με υποθέσεις τροχαίων ατυχημάτων. Τι γίνεται όταν, για παράδειγμα, για το ίδιο αυτοκινητικό ατύχημα κρίνεται αναίτιος και αθώος στο ποινικό δικαστήριο ο οδηγός ενός οχήματος για πρόκληση σωματικής βλάβης ή θανάτου σε βάρος ενός άλλου οδηγού ή πεζού, ενώ στη συνέχεια ο ίδιος οδηγός κρίνεται αποκλειστικά υπαίτιος στο αστικό δικαστήριο.
- I. Το τεκμήριο αθωότητας και κατοχύρωσή του στην διεθνή – ενωσιακή και εθνική έννομη τάξη
- Τεκμήριο αθωότητας ως συστατικό στοιχείο δίκαιης δίκης και κατοχύρωση στην ΕΣΔΑ (6 ΠΑΡ.2)
Το τεκμήριο αθωότητας αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις αρχές της ποινικής δίκης, αποτελεί αναμφίβολα αναπόσπαστο – συστατικό στοιχείο της δίκαιης δίκης και μία από τις βασικές δικλείδες ασφαλείας για τον κατηγορούμενο στο σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης.
Το τεκμήριο αποτελεί βασικό θεμέλιο λίθο των περισσότερων ευρωπαϊκών δικονομικών συστημάτων, κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 παρ.2 της ΕΣΔΑ1 και επαναλαμβάνεται σχεδόν αυτούσιο στο άρθρο 14 παρ.2 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα2
Το τεκμήριο αθωότητας δεν αποτελεί μόνο ένα θεμελιώδες δικαίωμα του κατηγορουμένου, αλλά είναι ταυτόχρονα μία ανεξάρτητη υποχρέωση της πολιτείας αφού διαθέτει αυτόνομη εγγυητική λειτουργία.
- Το τεκμήριο της αθωότητας στην ενωσιακή έννομη τάξη
- Άρθρο 48 ΧΘΔΕΕ3 – Τεκμήριο αθωότητας και δικαιώματα της υπεράσπισης
Το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, ως θεμελιώδες δικαίωμα αναγνωρίζεται και διασφαλίζεται και με τη ρητή διάταξη του άρθρου 48 παρ.1 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε.
- Οδηγία (ΕΕ) 2016/343 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας.
Το τεκμήριο αθωότητας ενισχύεται με την άνω Οδηγία, η οποία προεχόντως αποτελεί κωδικοποίηση της νομολογίας του ΕΔΔΑ στο πλαίσιο της αυθεντικής ερμηνείας του άρθρου 6 παρ.2 της ΕΣΔΑ αλλά και γενικότερα των δικαιωμάτων που προβλέπονται στις τρεις παραγράφους του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ ως εκφάνσεις του δικαιώματος του υπόπτου και κατηγορουμένου σε δίκαιη δίκη.
Τα επίμαχα σημεία της Οδηγίας που άπτονται του ζητήματος είναι η αιτιολογική σκέψη 16, το άρθρο 3 και το άρθρο 4.
- Το τεκμήριο της αθωότητας στην ελληνική έννομη τάξη
Αρθ. 71 ΚΠΔ «Οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι τεκμαίρονται αθώοι μέχρι να αποδειχθεί η ενοχή τους σύμφωνα με τον νόμο».
Το τεκμήριο αθωότητας θεσπίσθηκε στο ελληνικό ποινικό δικονομικό δίκαιο με το άρθρο 6 του Ν. 4596/2019 σαν συνέπεια της ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2016/343 και ορίζεται πλέον στο άρθρο 71 ΚΠΔ.
Μέχρι τότε δεν κατοχυρωνόταν ρητά στην ελληνική έννομη τάξη, ωστόσο υποστηριζόταν ότι έχει συνταγματική ισχύ, ως απορρέον, κατά την κρατούσα άποψη, από την αρχή του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγματος , κατ’ άλλη δε άποψη ως απορρέον από την συνταγματικής περιωπής αρχή της ενοχής (nullum crimen nulla poena sine lege), ενώ, σε κάθε περίπτωση, ότι είχε υπερνομοθετική ισχύ, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, κατ’ εφαρμογή του οποίου έχουν κυρωθεί οι διεθνείς συνθήκες που το προβλέπουν.
- II. Δέσμευση πολιτικών δικαστηρίων από αθωωτική ποινική απόφαση
Το ζήτημα που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας εισήγησης εστιάζει στη δεσμευτικότητα της ποινικής αθωωτικής απόφασης στο πλαίσιο μιας επακόλουθης αστικής δίκης, κατ’ εφαρμογή του τεκμηρίου αθωότητας, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 παρ.2 της ΕΣΔΑ.
Α) Παραδοσιακή αντίληψη: θεωρεί το τεκμήριο ως μία πρόσθετη δικονομική εγγύηση υπέρ του κατηγορουμένου στο πλαίσιο της ποινικής δίκης.
Σύμφωνα, δηλαδή, με την αντίληψη αυτή το τεκμήριο υφίσταται κατ’ αρχήν για την προστασία του κατηγορουμένου και διέπει τις ποινικές διαδικασίες, δηλαδή τις διαδικασίες με αντικείμενο ποινική κατηγορία.
Β) Διασταλτική ερμηνεία μέσω νομολογίας ΕΔΔΑ: Ωστόσο το Δικαστήριο του Στρασβούργου (ΕΔΔΑ) έχει επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 6 παρ.2 ΕΣΔΑ πέραν του στενού πλαισίου της ποινικής δίκης και εκτός δηλαδή ποινικής διαδικασίας. Επεκτείνεται, έτσι, και σε μη ποινικές αλλά συναφείς δίκες (αστικές, διοικητικές, πειθαρχικές) που έπονται της αμετάκλητης αθώωσης του κατηγορουμένου. To ΕΔΔΑ, ερμηνεύοντας το άρθρο 6 παρ.2 ΕΣΔΑ, θεωρεί ότι το τεκμήριο αθωότητας αφενός αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα του κατηγορουμένου και αφετέρου κατοχυρώνει τον σεβασμό και την αξιοπρέπεια του προσώπου που κρίθηκε τελειωτικά αθώο. Έτσι, κατ’ εφαρμογή της αρχής ne bis in idem, δεν επιτρέπεται κάθε μεταγενέστερη της αμετάκλητης αθώωσης του κατηγορουμένου δικαστική κρίση να θέτει υπό αμφισβήτηση την ορθότητα της απόφασης του ποινικού δικαστηρίου που αθώωσε τον κατηγορούμενο.
Η διασταλτική αυτή ερμηνεία του άρθρου 6 παρ.2 ΕΣΔΑ από το ΕΔΔΑ ήταν αναμενόμενο να επηρεάσει τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων και ειδικά του Αρείου Πάγου, που ασχολήθηκε αρκετές φορές με το ζήτημα της επίδρασης μιας αμετάκλητης αθωωτικής ποινικής απόφασης στην πολιτική δίκη, όταν στο πλαίσιο της τελευταίας οι αξιώσεις του ενάγοντος σχετίζονται με το ίδιο βιοτικό συμβάν που κρίθηκε αμετάκλητα από το ποινικό δικαστήριο.
Θα προσπαθήσω λοιπόν να προσεγγίσω το ζήτημα, παραθέτοντας κατ’ αρχήν τη σχετική νομολογία του ΕΔΔΑ που ερμηνεύει αυθεντικά την ΕΣΔΑ.
III. Νομολογία ΕΔΔΑ
Προς τούτο θα αναφερθώ στις πιο χαρακτηριστικές αποφάσεις στην εξέλιξη της νομολογίας του ΕΔΔΑ
- Ηλίας Παπαγεωργίου κατά Ελλάδας της 10.12.2020 (αρ. προσφ. 44101/13)
Πραγματικά περιστατικά
– Ο προσφεύγων ενεπλάκη σε τροχαίο ως οδηγός οχήματος και ο συνεπιβάτης του τραυματίστηκε.
– Ο προσφεύγων-οδηγός, κατά την ανίχνευση αλκοόλης, βρέθηκε υπό την επήρεια μέθης άνω του επιτρεπομένου ορίου.
– Σε βάρος του ασκήθηκε ποινική δίωξη για το αδίκημα της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλ.
Αθωώθηκε από το ποινικό δικαστήριο
– Ο συνεπιβάτης άσκησε αγωγή αποζημίωσης κατά του προσφεύγοντος και της ασφαλιστικής του εταιρείας.
– Η ασφαλιστική εταιρεία άσκησε παρεμπίπτουσα αγωγή εναντίον του προσφεύγοντος.
– Το πρωτοβάθμιο αστικό δικαστήριο διέταξε τον προσφεύγοντα και την ασφαλιστική εταιρεία να καταβάλλουν αποζημίωση στον συνεπιβάτη, αλλά απέρριψε την αξίωση της ασφαλιστικής εταιρείας έναντι του προσφεύγοντος.
– Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κατόπιν έφεσης, έκρινε ότι δεν δεσμεύεται από την απαλλαγή του προσφεύγοντος στα ποινικά δικαστήρια και ότι, σύμφωνα με τους όρους της ασφαλιστικής σύμβασης, η συμπεριφορά του προσφεύγοντος απαλλάσσει την ασφαλιστική εταιρεία από την ευθύνη.
– Ο ΑΠ (215/2013) έκρινε ότι το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ δεν επιτάσσει να δεσμεύονται τα αστικά δικαστήρια από το δεδικασμένο των ποινικών δικαστηρίων και ως εκ τούτου το Εφετείο δεν είχε θέσει υπό αμφισβήτηση το τεκμήριο αθωότητας του προσφεύγοντος.
Απόφαση ΕΔΔΑ
– Η απαλλαγή από την ποινική δίκη δεν αποκλείει τη θέσπιση αστικής ή άλλης μορφής ευθύνης που απορρέει από τα ίδια πραγματικά περιστατικά με βάση ένα λιγότερο αυστηρό βάρος απόδειξης.
– Η διαδικασία ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων όχι μόνο κινήθηκε αργότερα, αλλά διεξήχθη επίσης ενώπιον διαφορετικού δικαστηρίου με διαφορετική σύνθεση δικαστών. Ως εκ τούτου, δεν ήταν ούτε προγενέστερη της ποινικής διαδικασίας, ούτε προέκταση της ποινικής διαδικασίας.
– Η ασφαλιστική εταιρεία είχε το δικαίωμα να βασίζεται στη ρήτρα εξαίρεσης, ανεξάρτητα από το εάν ο εναγόμενος αθωώθηκε.
– Το ζήτημα της αποζημίωσης αποτέλεσε αντικείμενο χωριστής νομικής αξιολόγησης βάσει κριτηρίων και προτύπων αποδεικτικών στοιχείων που διέφεραν σημαντικά από εκείνα που ισχύουν για την ποινική ευθύνη.
– Η γλώσσα που χρησιμοποιείται είναι κρίσιμη.
– Το Εφετείο Αθηνών κατέστησε σαφές ότι εξετάζεται η εξαίρεση από την ασφαλιστική σύμβαση και δεν υφίσταται πρόθεση αναγνώρισης της ποινικής ευθύνης του εναγόμενου.
– Η αιτιολογία από το Εφετείο Αθηνών ότι «οδηγούσε υπό την επήρεια αλκοόλ» δεν μπορούσε λογικά να εκληφθεί ως άμεση ή έμμεση απόδοση ποινικής ευθύνης στον προσφεύγοντα, καθώς η έκφραση δεν προορίζεται αποκλειστικά στη σφαίρα του ποινικού δικαίου, αλλά χρησιμοποιείται εξίσου και στο αστικό δίκαιο σχετικά με τις αδικοπραξίες.
– Συνεπώς, δεν υπήρξε παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας.
- Fleischner κατά Γερμανίας της 3/10/2019 (αρ.προσφ. 61985/12)
Επρόκειτο περί υπόθεσης απαγωγής κάποιου προσώπου τελεσθείσα από τον προσφεύγοντα και άλλους συγκατηγορουμένους.
– Η ποινική διαδικασία εναντίον του προσφεύγοντος διακόπηκε, καθώς κρίθηκε ακαταλόγιστος.
– Ακολούθως το απαχθέν πρόσωπο άσκησε αγωγή αποζημίωσης ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων.
– Τα πολιτικά Δικαστήρια αναγνώρισαν την αστική ευθύνη του προσφεύγοντος και την υποχρέωση του για καταβολή αποζημίωσης παρά την θέση της ποινικής υπόθεσης στο αρχείο.
– Στο αιτιολογικό γίνεται αναφορά στις διαπιστώσεις των πραγματικών περιστατικών που περιέχονται στην απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, δηλαδή ότι ο προσφεύγων και οι άλλοι κατηγορούμενοι πληρούσαν ορισμένα στοιχεία για το έγκλημα απαγωγής.
Απόφαση ΕΔΔΑ
– Η απαλλαγή από την ποινική δίκη δεν αποκλείει τη θέσπιση αστικής ή άλλης μορφής ευθύνης που απορρέει από τα ίδια πραγματικά περιστατικά με βάση ένα λιγότερο αυστηρό βάρος απόδειξης.
– Κρίσιμη είναι η γλώσσα που χρησιμοποιείται.
– Σε περιπτώσεις που τίθεται ζήτημα λεκτικής διατύπωσης, κρίνεται σκόπιμο να εξετάζεται το πλαίσιο έκδοσης της απόφασης και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης.
Εν προκειμένω κρίθηκαν τα εξής:
– Η ως άνω διατύπωση του πολιτικού δικαστηρίου δεν συνιστά δήλωση σχετικά με την ποινική ενοχή του προσφεύγοντος. Το Δικαστήριο χρησιμοποίησε σκόπιμα τον τεχνικό νομικό όρο “συστατικά στοιχεία” για να καταστήσει σαφές ότι είχε αξιολογήσει μόνο ορισμένα στοιχεία μιας ποινικής διάταξης που θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση τόσο για την ποινική όσο και για την αστική ευθύνη.
– Μολονότι τα γεγονότα που θεμελίωσαν την αστική ευθύνη του προσφεύγοντος συνδέονταν με γεγονότα για τα οποία είχε κατηγορηθεί, στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας, αντικείμενο της πολιτικής δίκης αποτέλεσε αποζημίωση επί τη βάση της αδικοπραξίας, συνεπώς η πολιτική διαδικασία δεν αφορούσε τα «ίδια πραγματικά περιστατικά».
– Το πολιτικό δικαστήριο προέβη σε χωριστή εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών προκειμένου να εξακριβώσει αν είχαν εκπληρωθεί τα συστατικά στοιχεία ενός αδικήματος, αλλά επίσης θεμελίωσε την κρίση του σε επιπρόσθετα στοιχεία της αδικοπρακτικής ευθύνης, ενώ δεν εξέφερε κρίση ως προς την ενοχή του προσφεύγοντος.
– Συνεπώς δεν παραβιάστηκε το άρθρο 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ.
- Alkasi κατά Τουρκίας της 18.10.2016
Θα αναφερθώ τώρα στην υπόθεση αυτή καθόσον το ΕΔΔΑ δέχθηκε στην περίπτωση αυτή ότι υπήρξε παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας.
Για περισσότερα πατήστε στις εικόνα
Εάν είστε συνδρομητής κάντε πρώτα login εδώ
Για να διαβάσετε περισσότερα παρακαλώ συνδεθείτε συμπληρώνοντας τα στοιχειά σας