facebook
Αρχική Newsletters NEWSLETTERS :ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΜΟΝΟΜΕΛΗ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΘ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

NEWSLETTERS :ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΜΟΝΟΜΕΛΗ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΘ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΜΟΝΟΜΕΛΗ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΗ

ΚΑΘ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

Ο μύθος της επιτάχυνσης και του εξορθολογισμού της Δικαιοσύνης

(ν.3994/2011)

 

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΜΟΝΟΜΕΛΗ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΘ’ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

Ο μύθος της επιτάχυνσης και του εξορθολογισμού της Δικαιοσύνης (ν.3994/2011)*

 

Υπό Ηλία Ι. Κλάππα, Δικηγόρου Πειραιά, Μέλους Δ.Σ. του Δ.Σ.Πειραιά

 

Η διάπλαση των δικαιϊκών κανόνων και, στην προκειμένη περίπτωση, των δικονομικών κανόνων είναι μία αέναη διαδικασία που δεν σταματά με την ψήφιση ενός νόμου όσο μεγάλες αλλαγές και αν φέρνει.

Για το λόγο αυτό, με το παρόν άρθρο εκφράζονται κριτικές σκέψεις και απόψεις για επιμέρους δικονομικές αλλαγές που επέφερε ο ν.3994/2011, με έμφαση στην ίδρυση δευτεροβάθμιων μονομελών δικαστηρίων και την αύξηση της καθ’ ύλην αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων, προς το σκοπό να κρατηθεί ζωντανός σε επιστημονικό επίπεδο ο διάλογος για την ορθότητα ή όχι συγκεκριμένων ρυθμίσεων που επιλέχθηκαν και ήδη έχουν περιβληθεί με την ισχύ τυπικού νόμου, ευελπιστώντας σε μελλοντικές νομοθετικές βελτιώσεις.

Α ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΘΕΣΜΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ ο εύλογος χρόνος εκδίκασης μιας δικαστικής υπόθεσης ανεξαρτήτως της φύσης της (αστική, ποινική και κάθε άλλη με αντικείμενο ή συνέπειες περιουσιακές ή με συνέπειες εν γένει επί αστικών δικαιωμάτων) αποτελεί μία από τις θεμελιώδεις εγγυήσεις του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη.[1]


* Το παρόν άρθρο βασίστηκε σε εισήγηση που παρουσιάστηκε στις 2-10-2011 στην 3ηΕπιστημονική Διημερίδα της Ένωσης Νομικών Δικαίου Ιδιωτικής Ασφάλισης και Αστικής Ευθύνης Τροχαίων Ατυχημάτων(ΕΝΔΙΑΑΕΤΑ), η οποία διοργανώθηκε το διήμερο 1/2/-10-2011 στο Ναύπλιο σε συνεργασία με τον Δικηγορικό Σύλλογο Ναυπλίου, με θέμα«Τροχαία Ατυχήματα και Ιδιωτική Ασφάλιση: Αστικά, Ποινικά και Δικονομικά ζητήματα μετά τις τελευταίες νομοθετικές ρυθμίσεις»

 

[1] Η Ελλάδα έχει επανειλημμένα απασχολήσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) σχετικά με την υπέρβαση της λογικής προθεσμίας εκδίκασης μιας δικαστικής υπόθεσης και έχει πολλές φορές καταδικαστεί για την αιτία αυτή. Αναφέρονται ενδεικτικά οι αποφάσεις ΕΔΔΑ από 16-1-2003 στην υπόθεση Καραγιάννης κ..λ.π κατά Ελλάδος, από 25-1-2000 στην υπόθεση Αγγά κατά Ελλάδος, από 23-9-1998 στην υπόθεσηΠόρτιγκτον κατά Ελλάδας, από 27-6-1997 στην υπόθεση Φίλη ΙΙ κατά Ελλάδας κ.λ.π.

—————————————————————-

* Το παρόν άρθρο βασίστηκε σε εισήγηση που παρουσιάστηκε στις 2-10-2011 στην 3ηΕπιστημονική Διημερίδα της Ένωσης Νομικών Δικαίου Ιδιωτικής Ασφάλισης και Αστικής Ευθύνης Τροχαίων Ατυχημάτων(ΕΝΔΙΑΑΕΤΑ), η οποία διοργανώθηκε το διήμερο 1/2/-10-2011 στο Ναύπλιο σε συνεργασία με τον Δικηγορικό Σύλλογο Ναυπλίου, με θέμα«Τροχαία Ατυχήματα και Ιδιωτική Ασφάλιση: Αστικά, Ποινικά και Δικονομικά ζητήματα μετά τις τελευταίες νομοθετικές ρυθμίσεις»

 

[1] Η Ελλάδα έχει επανειλημμένα απασχολήσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) σχετικά με την υπέρβαση της λογικής προθεσμίας εκδίκασης μιας δικαστικής υπόθεσης και έχει πολλές φορές καταδικαστεί για την αιτία αυτή. Αναφέρονται ενδεικτικά οι αποφάσεις ΕΔΔΑ από 16-1-2003 στην υπόθεσηΚαραγιάννης κ..λ.π κατά Ελλάδος, από 25-1-2000 στην υπόθεση Αγγά κατά Ελλάδος,

—————————————————————–

Ο νομοθέτης επιχειρώντας να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις για απονομή δικαιοσύνης εντός εύλογης προθεσμίας ανέλαβε επανειλημμένως την τελευταία δεκαετία νομοθετικές πρωτοβουλίες για επιτάχυνση της παροχής δικαστικής προστασίας στη πολιτική δίκη.[2]

Με το νόμο 3994/2011, ο οποίος έχει τον φιλόδοξο τίτλο «Εξορθολογισμός και Βελτίωση στην απονομή της πολιτικής δικαιοσύνης»[3], εισάγονται τροποποιήσεις που πράγματι βελτιώνουν την παροχή έννομης προστασίας και αίρουν υπάρχουσες διαφωνίες και αμφισβητήσεις.

Ωστόσο, χωρίς να υποτιμάται η εργώδης προσπάθεια που έχει γίνει από τρεις, μάλιστα, Νομοπαρασκευαστικές Επιτροπές κατά τα έτη 2008-2011, οι ρυθμίσεις του νέου νόμου λύνουν μεν επιμέρους δικονομικά ζητήματα, δείχνουν, όμως, άτολμες, αποσπασματικές, αποφεύγουν τις μεγάλες τομές και εν τέλει δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εξορθολογίζουν την πολιτική δίκη. Οι θεσμικές αλλαγές που εισάγονται είναι αμφισβητούμενης αποτελεσματικότητας, κάποιες δε εξ αυτών, όπως η θέσπιση δευτεροβάθμιων μονομελών δικαστηρίων, θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια δικαίου.[4]

Εξορθολογισμός δεν είναι να χρειάζονται τρεις+τρεις δικαστές στους δύο βαθμούς ουσίας για να δικάσουν μία αγωγή διετούς διάστασης και να αρκούμαστε σε έναν+έναν δικαστές (εκ των οποίων ο πρώτος μπορεί να είναι και Πάρεδρος) για να δικάσουν ένα εργατικό ή τροχαίο ατύχημα με θάνατο ή βαρύτατο τραυματισμό και αμφισβητούμενη υπαιτιότητα, στηριζόμενοι στην ψευδαίσθηση ότι στις ειδικές διαδικασίες τα νομικά προβλήματα είναι τάχα λιγότερα.



από 23-9-1998 στην υπόθεση Πόρτιγκτον κατά Ελλάδας, από 27-6-1997 στην υπόθεσηΦίλη ΙΙ κατά Ελλάδας κ.λ.π.

[1] Στους πιο πρόσφατους νόμους σχετικά με την επιτάχυνση της πολιτικής δίκης, περιλαμβάνονται οι νόμοι 2915/2001, 3043/2002, 3388/2005,3714/2008

[3] Η άποψη που διατυπώνεται στην υπ’ αρ. 7/14-4-2011 απόφαση της Διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, είναι ότι ο τίτλος του σχεδίου νόμου είναι πιο μετριοπαθής από ό,τι αν περιλάμβανε τον όρο «επιτάχυνση». Πλην όμως, ο όρος «Εξορθολογισμός» είναι ευρύτερος και πολύ πιο απαιτητικός, καθώς δεν εξαντλείται στην επιτάχυνση της διαδικασίας, αλλά συνδέει την επιτάχυνση με τα αιτήματα για ορθότερη, αποτελεσματικότερη, απλούστερη και ουσιαστικότερη απονομή της δικαιοσύνης.

[4] Κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου παραλείφθηκε, ευτυχώς, η πρόβλεψη στο άρθρο 4 παρ. 3 του σχεδίου νόμου για συγκρότηση τμημάτων του Αρείου Πάγου τριμελούς σύνθεσης. Η ρύθμιση αυτή, η οποία, άλλωστε, ήταν αμφίβολης πρακτικής σημασίας, θα είχε ως συνέπεια την εν τοις πράγμασι επιβάρυνση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, αφού σε περίπτωση μειοψηφίας ενός μέλους, οπότε η απόφαση θα λαμβανόταν με πλειοψηφία μιας ψήφου, θα ήταν υποχρεωτική, κατ’ άρθρον 563 παρ. 2 περ. β εδ. γ ΚΠολΔ, η παραπομπή της υπόθεσης στην Ολομέλεια.

————————————————————————————–

Εξορθολογισμός δεν είναι να νομοθετούμε την ηλεκτρονική κατάθεση δικογράφων, όταν δεν έχουμε επιλύσει ακόμα το πρόβλημα των αποφάσεων που εκδίδονται ακαθαρόγραφες πολλούς μήνες μετά τη συζήτηση της υπόθεσης και χρειάζεται μεγάλος κόπος και πρόσθετη πολύμηνη ταλαιπωρία για να καθαρογραφούν και να θεωρηθούν.

Εξορθολογισμός δεν είναι να υφίστανται διαφορετικές προθεσμίες άσκησης ενδίκων μέσων και διαφορετικές ρυθμίσεις ακόμη και για το πινάκιο στις ειδικές διαδικασίες.

Ο νομικός κόσμος είναι ώριμος για ενοποίηση των διατάξεων στις ειδικές διαδικασίες, είναι ώριμος να συζητήσει την ανακατανομή της ύλης ανάμεσα στις μονομελείς και πολυμελείς συνθέσεις στον πρώτο βαθμό, έτσι ώστε να επιτευχθεί ο σκοπός που το ίδιο το νομοσχέδιο θέτει για απλούστερη και ουσιαστικότερη απονομή της δικαιοσύνης και για ομοιόμορφη ρύθμιση όμοιων δικονομικών καταστάσεων, αλλά για όλα αυτά χρειάζεται θεσμική παρέμβαση με συνολική θεώρηση των προβλημάτων της πολιτικής δίκης και όχι παρεμβάσεις με αποσπασματικό χαρακτήρα, ώστε να καθιδρυθεί «ένα σύστημα δικονομικό που να αποτελεί εγγύηση και ασφάλεια για τον πολίτη και να είναι συμβατό με τις συνταγματικές μας παραδόσεις και το νομικό πολιτισμό μας»[5].

Σωστά παρατηρείται στην αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου ότι «τα προβλήματα της απονομής δικαιοσύνης στην χώρα μας δεν έχουν κατά κανόνα θεσμικό αλλά λειτουργικό υπόβαθρο»[6].

Αντί λοιπόν να διορθώσουμε τα λειτουργικά προβλήματα της δικαιοσύνης, όπως είναι μεταξύ πολλών άλλων οι ελλείψεις στις οργανικές θέσεις των δικαστών και των δικαστικών υπαλλήλων, η απουσία ελεύθερων δικαστικών αιθουσών, τα προβλήματα υλικοτεχνικής υποδομής των δικαστηρίων, αλλά και ο υδροκεφαλισμός του Πρωτοδικείου και του Εφετείου της Αθήνας, επιχειρούνται θεσμικές αλλαγές αμφίβολης αποτελεσματικότητας, οι οποίες είναι ενδεχόμενο όχι μόνο να μην βοηθήσουν στον εξορθολογισμό και στην επιτάχυνση της δικαιοσύνης, αλλά αντίθετα να δημιουργήσουν πολλαπλάσια προβλήματα.


[5] Νικ. Κλαμαρής στον τόμο «Προτάσεις της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής για την αναμόρφωση του ΚΠολΔ, 33ο Πανελλήνιο Συνέδριο, Βόλος 2008», Αθήνα 2009, σελ.267[6] Αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου, σελ. 1

 

——————————————————————————————-

Η επιτάχυνση της δικαιοσύνης δεν είναι ζήτημα ανακατανομής της ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων και μείωσης της αρμοδιότητας των πολυμελών συνθέσεων, όπως παρουσιάστηκε με τον εν λόγω νόμο.

Προφανώς, την εποχή της οικονομικής κρίσης, τα πρακτικά μέτρα επίλυσης των προβλημάτων της Δικαιοσύνης μοιάζουν ουτοπικά, ελλείψει κονδυλίων, και για το λόγο αυτό οι παρεμβάσεις του νομοθέτη περιορίζονται σε μεταφορά και διασπορά του προβλήματος της σωρευθείσας δικαστικής ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων ξεχνώντας, μάλιστα, ότι ακόμη και οι πετυχημένες στη θεωρία θεσμικές αλλαγές για να πετύχουν στην πράξη χρειάζονται συγκεκριμένες υλικές πράξεις για την επίλυση των λειτουργικών προβλημάτων.

Β ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΘ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

Με το νέο νόμο (άρθρο 2), η καθύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου στις χρηματικά αποτιμητές διαφορές, αυξάνεται από 12.000 ευρώ σε 20.000 ευρώ και παράλληλα αυξάνεται και η αρμοδιότητά του για τις διαφορές από μίσθωση ώστε να καταλαμβάνει τις διαφορές με μηνιαίο μίσθωμα ως 600 ευρώ.

Τα ήδη υπερφορτωμένα Ειρηνοδικεία, στα οποία έχουν ανατεθεί πρόσφατα και οι υποθέσεις ρύθμισης χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, καλούνται να διαχειριστούν ένα πολύ μεγάλο όγκο νέων υποθέσεων χωρίς, μάλιστα, να έχει προηγηθεί αύξηση των οργανικών θέσεων των ειρηνοδικών και των δικαστικών υπαλλήλων αλλά ούτε και αντιμετώπιση των τεράστιων ελλείψεων σε έμψυχο δυναμικό που υπάρχουν.

Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση μεγάλου όγκου υποθέσεων, την ακόμη μεγαλύτερη σε σχέση με την υφιστάμενη ήδη καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων, με κίνδυνο να οδηγηθούμε σε φαινόμενα εν τοις πράγμασι αρνησιδικίας. [7]

Η αύξηση της καθύλην αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων σε σχέση, μάλιστα, με την ανάθεση σε Μονομελή Πρωτοδικεία της εκδίκασης

——————————————————————————————-

Η επιτάχυνση της δικαιοσύνης δεν είναι ζήτημα ανακατανομής της ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων και μείωσης της αρμοδιότητας των πολυμελών συνθέσεων, όπως παρουσιάστηκε με τον εν λόγω νόμο.

Προφανώς, την εποχή της οικονομικής κρίσης, τα πρακτικά μέτρα επίλυσης των προβλημάτων της Δικαιοσύνης μοιάζουν ουτοπικά, ελλείψει κονδυλίων, και για το λόγο αυτό οι παρεμβάσεις του νομοθέτη περιορίζονται σε μεταφορά και διασπορά του προβλήματος της σωρευθείσας δικαστικής ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων ξεχνώντας, μάλιστα, ότι ακόμη και οι πετυχημένες στη θεωρία θεσμικές αλλαγές για να πετύχουν στην πράξη χρειάζονται συγκεκριμένες υλικές πράξεις για την επίλυση των λειτουργικών προβλημάτων.

Β ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΘ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

Με το νέο νόμο (άρθρο 2), η καθύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου στις χρηματικά αποτιμητές διαφορές, αυξάνεται από 12.000 ευρώ σε 20.000 ευρώ και παράλληλα αυξάνεται και η αρμοδιότητά του για τις διαφορές από μίσθωση ώστε να καταλαμβάνει τις διαφορές με μηνιαίο μίσθωμα ως 600 ευρώ.

Τα ήδη υπερφορτωμένα Ειρηνοδικεία, στα οποία έχουν ανατεθεί πρόσφατα και οι υποθέσεις ρύθμισης χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, καλούνται να διαχειριστούν ένα πολύ μεγάλο όγκο νέων υποθέσεων χωρίς, μάλιστα, να έχει προηγηθεί αύξηση των οργανικών θέσεων των ειρηνοδικών και των δικαστικών υπαλλήλων αλλά ούτε και αντιμετώπιση των τεράστιων ελλείψεων σε έμψυχο δυναμικό που υπάρχουν.

Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση μεγάλου όγκου υποθέσεων, την ακόμη μεγαλύτερη σε σχέση με την υφιστάμενη ήδη καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων, με κίνδυνο να οδηγηθούμε σε φαινόμενα εν τοις πράγμασι αρνησιδικίας. [7]

Η αύξηση της καθύλην αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων σε σχέση, μάλιστα, με την ανάθεση σε Μονομελή Πρωτοδικεία της εκδίκασης

——————————————————————————————-

Η επιτάχυνση της δικαιοσύνης δεν είναι ζήτημα ανακατανομής της ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων και μείωσης της αρμοδιότητας των πολυμελών συνθέσεων, όπως παρουσιάστηκε με τον εν λόγω νόμο.

Προφανώς, την εποχή της οικονομικής κρίσης, τα πρακτικά μέτρα επίλυσης των προβλημάτων της Δικαιοσύνης μοιάζουν ουτοπικά, ελλείψει κονδυλίων, και για το λόγο αυτό οι παρεμβάσεις του νομοθέτη περιορίζονται σε μεταφορά και διασπορά του προβλήματος της σωρευθείσας δικαστικής ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων ξεχνώντας, μάλιστα, ότι ακόμη και οι πετυχημένες στη θεωρία θεσμικές αλλαγές για να πετύχουν στην πράξη χρειάζονται συγκεκριμένες υλικές πράξεις για την επίλυση των λειτουργικών προβλημάτων.

Β ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΘ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

Με το νέο νόμο (άρθρο 2), η καθύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου στις χρηματικά αποτιμητές διαφορές, αυξάνεται από 12.000 ευρώ σε 20.000 ευρώ και παράλληλα αυξάνεται και η αρμοδιότητά του για τις διαφορές από μίσθωση ώστε να καταλαμβάνει τις διαφορές με μηνιαίο μίσθωμα ως 600 ευρώ.

Τα ήδη υπερφορτωμένα Ειρηνοδικεία, στα οποία έχουν ανατεθεί πρόσφατα και οι υποθέσεις ρύθμισης χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, καλούνται να διαχειριστούν ένα πολύ μεγάλο όγκο νέων υποθέσεων χωρίς, μάλιστα, να έχει προηγηθεί αύξηση των οργανικών θέσεων των ειρηνοδικών και των δικαστικών υπαλλήλων αλλά ούτε και αντιμετώπιση των τεράστιων ελλείψεων σε έμψυχο δυναμικό που υπάρχουν.

Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση μεγάλου όγκου υποθέσεων, την ακόμη μεγαλύτερη σε σχέση με την υφιστάμενη ήδη καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων, με κίνδυνο να οδηγηθούμε σε φαινόμενα εν τοις πράγμασι αρνησιδικίας. [7]

Η αύξηση της καθύλην αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων σε σχέση, μάλιστα, με την ανάθεση σε Μονομελή Πρωτοδικεία της εκδίκασης

——————————————————————————————-

Η επιτάχυνση της δικαιοσύνης δεν είναι ζήτημα ανακατανομής της ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων και μείωσης της αρμοδιότητας των πολυμελών συνθέσεων, όπως παρουσιάστηκε με τον εν λόγω νόμο.

Προφανώς, την εποχή της οικονομικής κρίσης, τα πρακτικά μέτρα επίλυσης των προβλημάτων της Δικαιοσύνης μοιάζουν ουτοπικά, ελλείψει κονδυλίων, και για το λόγο αυτό οι παρεμβάσεις του νομοθέτη περιορίζονται σε μεταφορά και διασπορά του προβλήματος της σωρευθείσας δικαστικής ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων ξεχνώντας, μάλιστα, ότι ακόμη και οι πετυχημένες στη θεωρία θεσμικές αλλαγές για να πετύχουν στην πράξη χρειάζονται συγκεκριμένες υλικές πράξεις για την επίλυση των λειτουργικών προβλημάτων.

Β ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΘ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

Με το νέο νόμο (άρθρο 2), η καθύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου στις χρηματικά αποτιμητές διαφορές, αυξάνεται από 12.000 ευρώ σε 20.000 ευρώ και παράλληλα αυξάνεται και η αρμοδιότητά του για τις διαφορές από μίσθωση ώστε να καταλαμβάνει τις διαφορές με μηνιαίο μίσθωμα ως 600 ευρώ.

Τα ήδη υπερφορτωμένα Ειρηνοδικεία, στα οποία έχουν ανατεθεί πρόσφατα και οι υποθέσεις ρύθμισης χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, καλούνται να διαχειριστούν ένα πολύ μεγάλο όγκο νέων υποθέσεων χωρίς, μάλιστα, να έχει προηγηθεί αύξηση των οργανικών θέσεων των ειρηνοδικών και των δικαστικών υπαλλήλων αλλά ούτε και αντιμετώπιση των τεράστιων ελλείψεων σε έμψυχο δυναμικό που υπάρχουν.

Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση μεγάλου όγκου υποθέσεων, την ακόμη μεγαλύτερη σε σχέση με την υφιστάμενη ήδη καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων, με κίνδυνο να οδηγηθούμε σε φαινόμενα εν τοις πράγμασι αρνησιδικίας. [7]

Η αύξηση της καθύλην αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων σε σχέση, μάλιστα, με την ανάθεση σε Μονομελή Πρωτοδικεία της εκδίκασης

——————————————————————————————-

Η επιτάχυνση της δικαιοσύνης δεν είναι ζήτημα ανακατανομής της ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων και μείωσης της αρμοδιότητας των πολυμελών συνθέσεων, όπως παρουσιάστηκε με τον εν λόγω νόμο.

Προφανώς, την εποχή της οικονομικής κρίσης, τα πρακτικά μέτρα επίλυσης των προβλημάτων της Δικαιοσύνης μοιάζουν ουτοπικά, ελλείψει κονδυλίων, και για το λόγο αυτό οι παρεμβάσεις του νομοθέτη περιορίζονται σε μεταφορά και διασπορά του προβλήματος της σωρευθείσας δικαστικής ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων ξεχνώντας, μάλιστα, ότι ακόμη και οι πετυχημένες στη θεωρία θεσμικές αλλαγές για να πετύχουν στην πράξη χρειάζονται συγκεκριμένες υλικές πράξεις για την επίλυση των λειτουργικών προβλημάτων.

Β ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΘ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

Με το νέο νόμο (άρθρο 2), η καθύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου στις χρηματικά αποτιμητές διαφορές, αυξάνεται από 12.000 ευρώ σε 20.000 ευρώ και παράλληλα αυξάνεται και η αρμοδιότητά του για τις διαφορές από μίσθωση ώστε να καταλαμβάνει τις διαφορές με μηνιαίο μίσθωμα ως 600 ευρώ.

Τα ήδη υπερφορτωμένα Ειρηνοδικεία, στα οποία έχουν ανατεθεί πρόσφατα και οι υποθέσεις ρύθμισης χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, καλούνται να διαχειριστούν ένα πολύ μεγάλο όγκο νέων υποθέσεων χωρίς, μάλιστα, να έχει προηγηθεί αύξηση των οργανικών θέσεων των ειρηνοδικών και των δικαστικών υπαλλήλων αλλά ούτε και αντιμετώπιση των τεράστιων ελλείψεων σε έμψυχο δυναμικό που υπάρχουν.

Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση μεγάλου όγκου υποθέσεων, την ακόμη μεγαλύτερη σε σχέση με την υφιστάμενη ήδη καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων, με κίνδυνο να οδηγηθούμε σε φαινόμενα εν τοις πράγμασι αρνησιδικίας. [7]

Η αύξηση της καθύλην αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων σε σχέση, μάλιστα, με την ανάθεση σε Μονομελή Πρωτοδικεία της εκδίκασης

——————————————————————————————-

Η επιτάχυνση της δικαιοσύνης δεν είναι ζήτημα ανακατανομής της ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων και μείωσης της αρμοδιότητας των πολυμελών συνθέσεων, όπως παρουσιάστηκε με τον εν λόγω νόμο.

Προφανώς, την εποχή της οικονομικής κρίσης, τα πρακτικά μέτρα επίλυσης των προβλημάτων της Δικαιοσύνης μοιάζουν ουτοπικά, ελλείψει κονδυλίων, και για το λόγο αυτό οι παρεμβάσεις του νομοθέτη περιορίζονται σε μεταφορά και διασπορά του προβλήματος της σωρευθείσας δικαστικής ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων ξεχνώντας, μάλιστα, ότι ακόμη και οι πετυχημένες στη θεωρία θεσμικές αλλαγές για να πετύχουν στην πράξη χρειάζονται συγκεκριμένες υλικές πράξεις για την επίλυση των λειτουργικών προβλημάτων.

Β ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΘ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

Με το νέο νόμο (άρθρο 2), η καθύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου στις χρηματικά αποτιμητές διαφορές, αυξάνεται από 12.000 ευρώ σε 20.000 ευρώ και παράλληλα αυξάνεται και η αρμοδιότητά του για τις διαφορές από μίσθωση ώστε να καταλαμβάνει τις διαφορές με μηνιαίο μίσθωμα ως 600 ευρώ.

Τα ήδη υπερφορτωμένα Ειρηνοδικεία, στα οποία έχουν ανατεθεί πρόσφατα και οι υποθέσεις ρύθμισης χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, καλούνται να διαχειριστούν ένα πολύ μεγάλο όγκο νέων υποθέσεων χωρίς, μάλιστα, να έχει προηγηθεί αύξηση των οργανικών θέσεων των ειρηνοδικών και των δικαστικών υπαλλήλων αλλά ούτε και αντιμετώπιση των τεράστιων ελλείψεων σε έμψυχο δυναμικό που υπάρχουν.

Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση μεγάλου όγκου υποθέσεων, την ακόμη μεγαλύτερη σε σχέση με την υφιστάμενη ήδη καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων, με κίνδυνο να οδηγηθούμε σε φαινόμενα εν τοις πράγμασι αρνησιδικίας. [7]

Η αύξηση της καθύλην αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων σε σχέση, μάλιστα, με την ανάθεση σε Μονομελή Πρωτοδικεία της εκδίκασης

——————————————————————————————-

Η επιτάχυνση της δικαιοσύνης δεν είναι ζήτημα ανακατανομής της ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων και μείωσης της αρμοδιότητας των πολυμελών συνθέσεων, όπως παρουσιάστηκε με τον εν λόγω νόμο.

Προφανώς, την εποχή της οικονομικής κρίσης, τα πρακτικά μέτρα επίλυσης των προβλημάτων της Δικαιοσύνης μοιάζουν ουτοπικά, ελλείψει κονδυλίων, και για το λόγο αυτό οι παρεμβάσεις του νομοθέτη περιορίζονται σε μεταφορά και διασπορά του προβλήματος της σωρευθείσας δικαστικής ύλης μεταξύ των Δικαστηρίων ξεχνώντας, μάλιστα, ότι ακόμη και οι πετυχημένες στη θεωρία θεσμικές αλλαγές για να πετύχουν στην πράξη χρειάζονται συγκεκριμένες υλικές πράξεις για την επίλυση των λειτουργικών προβλημάτων.

Β ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΘ ΥΛΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ

Με το νέο νόμο (άρθρο 2), η καθύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου στις χρηματικά αποτιμητές διαφορές, αυξάνεται από 12.000 ευρώ σε 20.000 ευρώ και παράλληλα αυξάνεται και η αρμοδιότητά του για τις διαφορές από μίσθωση ώστε να καταλαμβάνει τις διαφορές με μηνιαίο μίσθωμα ως 600 ευρώ.

Τα ήδη υπερφορτωμένα Ειρηνοδικεία, στα οποία έχουν ανατεθεί πρόσφατα και οι υποθέσεις ρύθμισης χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, καλούνται να διαχειριστούν ένα πολύ μεγάλο όγκο νέων υποθέσεων χωρίς, μάλιστα, να έχει προηγηθεί αύξηση των οργανικών θέσεων των ειρηνοδικών και των δικαστικών υπαλλήλων αλλά ούτε και αντιμετώπιση των τεράστιων ελλείψεων σε έμψυχο δυναμικό που υπάρχουν.

Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση μεγάλου όγκου υποθέσεων, την ακόμη μεγαλύτερη σε σχέση με την υφιστάμενη ήδη καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων, με κίνδυνο να οδηγηθούμε σε φαινόμενα εν τοις πράγμασι αρνησιδικίας. [7]

Η αύξηση της καθύλην αρμοδιότητας των Ειρηνοδικείων σε σχέση, μάλιστα, με την ανάθεση σε Μονομελή Πρωτοδικεία της εκδίκασης