facebook
Αρχική Νομολογία Αποζημίωση επί θανατώσεως προσώπου Παράσυρση από μοτοποδήλατο πεζής Θάνατος παθούσης μεταγενέστερα του τραυματισμού

Παράσυρση από μοτοποδήλατο πεζής Θάνατος παθούσης μεταγενέστερα του τραυματισμού

Παράσυρση υπό μοτοποδηλάτου ηλικιωμένης Πεζής
που διέσχισε το μείζον του οδοστρώματος (1)
εκτός διαβάσεων

Υπαιτιότητα 70% του άνευ αδείας ικανότητας οδηγού του μοτοποδηλάτου ο οποίος οδηγώντας με υπερβολική για τις επικρατούσες συνθήκες ταχύτητα (νύκτα, εντός κατοικημένης περιοχής – σταθμευμένα εκατέρωθεν του οδοστρώματος αυτοκίνητα – πυκνή κυκλοφορία), δεν αντιλήφθηκε έγκαιρα την πεζή, η οποία κινούνταν αργά λόγω της ηλικίας της και είχε διανύσει το μείζον του πλάτους του οδοστρώματος, με αποτέλεσμα να την παρασύρει και να την τραυματίσει σοβαρά.
(παράβ. άρθρ. 12 παρ. 1 και 19 παρ. 3 ΚΟΚ). 
Υπαιτιότητα 30% της 83ετους πεζής η οποία δεν χρησιμοποίησε τις διαβάσεις πεζών (άρθρ. 38 ΚΟΚ παρ. 4 ΚΟΚ ), αλλά κινούμενη αρχικά ανάμεσα από σταθμευμένα αυτοκίνητα, διέσχισε το αντίθετο ρεύμα πορείας, από αυτό στο οποίο κινούνταν το μοτοποδήλατο, εισήλθε στο ρεύμα πορείας του τελευταίου, και προσέγγιζε στο πεζοδρόμιο. 


Θάνατος παθούσης μεταγενέστερα
του τραυματισμού και νοσηλείας της (2)

Η παθούσα νοσηλευόμενη για τον τραυματισμό της σε τροχαίο ατύχημα (υποκεφαλικό κάταγμα αριστερού βραχιονίου, κάταγμα περιφερικής κερκίδας αριστερά και υποκεφαλικό κάταγμα αριστερού ισχύου), απεβίωσε σε χρόνο ενάμισι μήνα μετά το ατύχημα. Κρίθηκε ότι αν και έπασχε από καρκίνο του παχέως εντέρου, η αιτία του θανάτου της (λιπώδης εμβολή) – συνδέεται αιτιωδώς με τον ανωτέρω τραυματισμό της. 


Αιτιώδης Συνάφεια
Αναιρετική Διαδικασία
Παραβάσεις του ΚΟΚ
δεν θεμελιώνουν αυτή καθ΄ εαυτή υπαιτιότητα

Αιτιώδης συνάφεια υπάρχει, όταν η πράξη ή παράληψη του ευθυνόμενου προσώπου ήταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή και μπορούσε αντικειμενικά να επιφέρει, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα.
Η κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας ότι τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ως αποδεχθέντα επιτρέπουν το συμπέρασμα να θεωρηθεί ορισμένο γεγονός ως πρόσφορη αιτία της ζημίας υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, γιατί είναι κρίση νομική, αναγόμενη στην ορθή ή μη υπαγωγή από το Δικαστήριο της ουσίας των διδαγμάτων της κοινής πείρας στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας. 
Η παράβαση διατάξεων του Κ.Ο.Κ. δεν θεμελιώνει αυτή καθ’ εαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση του αυτοκινητιστικού ατυχήματος, αποτελεί όμως στοιχείο η στάθμιση του οποίου από το Δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης πράξης και του επελθόντος αποτελέσματος.





Αναιρετική Διαδικασία

Κρίθηκε απορριπτέος ως αβάσιμος ο εκ του άρθρ. 559 αριθμ. 19 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης, για ανεπαρκείς και ασαφείς αιτιολογίες της απόφασης με το ζήτημα της υπαιτιότητας, όσο και ως προς το ζήτημα της ύπαρξης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του εκ του ενδίκου τροχαίου ατυχήματος τραυματισμού της παθούσας και του επελθόντος θανάτου αυτής, καθώς και ως προς το ζήτημα της οδήγησης του ζημιογόνου οχήματος από τον πρώτο των ήδη αναιρεσειόντων (οδηγό του μοτοποδηλάτου) χωρίς άδεια ικανότητας, στοιχεία τα οποία θεμελιώνουν την παρεμπίπτουσα αγωγή (αναγωγής) της τελευταίας των ήδη αναιρεσιβλήτων ασφαλιστικής εταιρείας.
Ομοίως απορριπτέος ως αβάσιμος κρίθηκε και ο εκ του άρθρ.ο 559 αρ. 11 Κ.Πολ.Δικ. λόγος αναίρεσης, για μη λήψη υπόψη από το Εφετείο των αναφερομένων στο λόγο αυτό εγγράφων, ειδικότερα το φύλλο νοσηλείας της παθούσας, διότι από την περιεχομένη εις την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση βεβαίωση ότι το Εφετείο κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα και από τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, ουδεμία καταλείπεται αμφιβολία ότι ελήφθησαν υπόψη από εκείνο (δικάσαν Εφετείο) και τα ως άνω φερόμενα ως μη ληφθέντα υπόψη έγγραφα.




Απόφ. ΑΠ 1360/2010
Πρόεδρος : Σπυρίδωνας Ζιάκας (κωλυομένου του Αντιπροέδρου 
Διονυσίου Γιαννακόπουλου)
Εισηγητής : Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου
Μέλη : Ελευθέριος Μάλλιος – Γεωργία Λαλούση – Ευτύχιος Παλαιοκαστρίτης
Δικηγόροι : Ηλίας Ηλιακόπουλος – Ελένη Τσώλου-Κουγιουμτζή
Αλέξανδρος Τζανετάκης



Σχόλια & Παρατηρήσεις

1) Παράσυρση Πεζού που διέσχισε το μείζον του οδοστρώματος
Υπαιτιότητα 60 % του μέθη οδηγού του οχήματος που παρέσυρε τον πεζό, καθότι δεν είχε ρυθμίσει την ταχύτητά του ανάλογα με τις κρατούσες συνθήκες, (νύκτα με αμυδρό φωτισμό), αλλά εκινείτο με ταχύτητα που υπερέβαινε το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο των 50 χ/ω, καθόσον επρόκειτο για κατοικημένη περιοχή, με αποτέλεσμα να αντιληφθεί καθυστερημένα τον ενάγοντα πεζό, ο οποίος είχε διανύσει ολόκληρο το αντίθετο προς αυτόν ρεύμα κυκλοφορίας και το 1/3 περίπου του ρεύματος, όπου αυτός εκινείτο. 
Συνυπαιτιότητα 40% του πεζού ο οποίος επιχείρησε βιαστικά να διασχίσει διαγώνια την ανωτέρω οδό από σημείο, όπου δεν υπήρχαν διαβάσεις πεζών χωρίς, να ελέγξει την κίνηση των οχημάτων και να λάβει υπόψη του την ταχύτητά τους και χωρίς να βεβαιωθεί ότι δεν θα παρεμποδίζει την κυκλοφορία αυτών. Βλ. ΑΠ 1715/2010 ΕΣυγκΔ 2011/27 και τα υπ΄αυτής σχόλια & παρατηρήσεις και σχετική νομολογία.

2) Θάνατος Παθόντος μεταγενέστερα του τραυματισμού και νοσηλείας & Απότοκος του ατυχήματος

Επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης στα μέλη της οικογενείας του ενάγοντος παθόντος, όταν ο θάνατός του επήλθε σε μεταγενέστερο χρόνο και μετά την άσκηση αγωγής από αυτόν (τον παθόντα), αλλά και ικανοποίηση της σχετικής αξίωσης του για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Η αξίωση λόγω ψυχικής οδύνης των μελών της οικογένειας από το εδ. γ του άρθρου 932 ΑΚ είναι εξ ιδίου δικαίου αυτοτελής και διαφορετική από εκείνη της χρηματικής ικανοποιήσεως του παθόντος, με βάση τα εδ. α και β του ίδιου άρθρου. ΑΠ 126/2009 ΕΣυγκΔ 2009/149

Καρδιακή Προσβολή και Θάνατος του τραυματισθέντος 80 ετούς πεζού μετά διετία από το ατύχημα συνεπεία του ατυχήματος. Ο βαρέως τραυματισθείς και εν συνεχεία μετά διετία αποθανών, κατά τον προ του θανάτου αυτού χρόνο είχε εγείρει την πρώτη από τις διαληφθείσες αγωγές, προς αποκατάσταση των ζημιών και της ηθικής βλάβης την οποία υπέστη. Κατά τη διάρκεια δε της επιδικίας – εκκρεμοδικίας η οποία επήλθε από την έγερση της προαναφερόμενης αγωγής, ο ως άνω παθών απεβίωσε, κληρονομηθείς εξ αδιαθέτου από τους τρεις πρώτους ενάγοντες υιούς, κατιόντες αυτού και μόνους εξ- αδιαθέτου κληρονόμους τούτου, νομιμοποιουμένους, αφενός εκ κληρονομικού δικαιώματος εις συνέχιση της ανοιγείσης δίκης καθόλα τα περιλαμβανόμενα εις αυτών κονδύλια, και, αφετέρου, εις άσκηση της δεύτερης αγωγής, προς αποκατάσταση ζημιών προσγενομένων στον πατέρα αυτών καθόν χρόνο έζη και μη περιληφθεισών στην πρώτη από τις ανωτέρω αγωγές, τούτο δε εξ ιδίων αυτών δικαίου, τόσον αυτοί οι ίδιου όσο και οι θυγατέρες του πρώτου ενάγοντος και εγγονές του θανόντος προς αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης την οποία υπέστησαν εξαιτίας του προαναφερομένου θλιβερού συμβάντος. Εφ.Αθ. 7741/2003 ΣΕΣυγκΔ 2004/279

Επιδείνωση Νόσου – Θάνατος μετά από παραμονή επί διετία σε κατάσταση άγρυπνου κώματος. Αποζημίωση επί Μονίμου Αναπηρίας – ΑΚ 931. Δεκτός ο ισχυρισμός του εναγομένου Επικουρικού Κεφαλαίου κατ΄άρθρ. 527 ΚΠολΔ ότι ο παθών αποβιώσας μετά διετία από του ατυχήματος δεν δικαιούται την επιδικασθείσα με την εν μέρει οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου αποζημίωση εξ ΑΚ 931 (75.000 ευρώ), καθότι η αναπηρία του διήρκησε δύο μόνο έτη, δηλαδή μικρή χρονική περίοδο ώστε τα βλαπτικά αποτελέσματά της δεν εκτείνονται σε βάθος χρόνου. Εφ.Λαρ. 919/2005 ΣΕΣυγκΔ 2006/282

ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΘΟΝΤΟΣ (μετά μακρά νοσηλεία) ολίγον προ της 5 ετίας. Δεν αποδυναμώνεται το δικαίωμα αποζημιώσεως των εξ Αδιαθέτου Κληρονόμων. οι οποίοι συνεχίζουν την δίκην, αλλά και με Αγωγή τους ζητούν ΨΥΧΙΚΗ ΟΔΥΝΗ, Έξοδα Κηδείας. Μον.Πρ.Αθ. 822/1995 ΣΕΣυγκΔ 1999/444


Ζητήματα Παραγραφής
Αν η αρχική απρόβλεπτη και συνδεόμενη αιτιωδώς με το ατύχημα ζημία του παθόντος και δη η αιφνίδια επιδείνωση της υγείας του εμφανιστεί μεταγενέστερα και μάλιστα μετά την πάροδο της διετίας από την ημέρα του ατυχήματος, τότε η διετής παραγραφή (κατά του ασφαλιστή) αρχίζει από τη στιγμή που καθίσταται αντικειμενικά δυνατή η πρόβλεψη της νέας δυσμενούς κατάστασης του παθόντος. Συνεπώς αν συνεπεία του ατυχήματος, επέρχεται η θανάτωση του παθόντος μετά παρέλευση διετίας από τον αρχικό τραυματισμό του, η διετής παραγραφή του άρθρου 10 παρ. 2 ν.489/1976 για την αξίωση των μελών της οικογένειας για ψυχική οδύνη (ΑΚ 932) αρχίζει όχι από την ημέρα του ατυχήματος, αφού τότε δεν είχε ακόμη γεννηθεί η αξίωση, αλλά από το χρόνο επέλευσης του θανάτου. Εφ.Λαρ. 127/2005 ΣΕΣυγκΔ 2005/115

ΣΣ Με το άρθρο 7 του Ν.3557/2007, αντικαταστάθηκε η παρ.2 του άρθρου 10 του Π.Δ.237/1986 και έλαβε την ακόλουθη διατύπωση : «Η αξίωση παραγράφεται μετά πάροδο πέντε (5) ετών από την ημέρα του ατυχήματος, επιφυλασσομένων των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για την αναστολή και τη διακοπή της παραγραφής». Έναρξη ισχύος από 14/05/2007 
Υπόψη ότι η πενταετής παραγραφή καταλαμβάνει και τις περιπτώσεις, για τις οποίες, κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του ανωτέρω νόμου, δεν είχε συμπληρωθεί ο χρόνος της διετίας, που όριζε για την παραγραφή των εν λόγω αξιώσεων, η παρ.2 του άρθρου 10 του Π.Δ.237/1986. βλ. σχετικώς και Άρθρο Ευθύμιου Καραϊσκου «Η Παραγραφή μετά τον Ν.3557/2007 & Θέματα Διαχρονικού Δικαίου» ΕΣυγκΔ 2010/146, ως και ΑΠ 258/2002 ΕΣυγκΔ 2011/16 με τα υπ΄αυτής σχόλια και σχετική νομολογία.



Κείμενο Απόφ. ΑΠ. 1360/2010

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης, για την οποία ιδρύεται το από το άρθρο 559 αριθ. 19 Κ.Πολ.Δικ. λόγος αναίρεσης, υπάρχει όταν δεν προκύπτουν σαφώς από το αιτιολογικό εκείνης (απόφασης) τα περιστατικά, που είναι αναγκαία για την κρίση στη συγκεκριμένη περίπτωση περί της συνδρομής των όρων και προϋποθέσεων για την εφαρμογή της διάταξης που εφαρμόστηκε ή περί της μη συνδρομής τούτων (όρων και προϋποθέσεων) που αποκλείει την εφαρμογή της, καθώς και όταν η απόφαση έχει ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες σε ό,τι αφορά το νομικό χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών, τα οποία έγιναν δεκτά και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Αντίθετα δεν υπάρχει έλλειψη νόμιμης βάσης, όταν πρόκειται για ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος. Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 300, 330 και 914 Α.Κ. συνάγεται ότι προϋπόθεση της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία είναι η υπαιτιότητα του υπόχρεου, η οποία υπάρχει και στην περίπτωση της αμέλειας, δηλαδή όταν δεν καταβάλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, η παράνομη συμπεριφορά του υπόχρεου σε αποζημίωση έναντι εκείνου που ζημιώθηκε και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της ζημίας. Η παράνομη συμπεριφορά ως όρος της αδικοπραξίας μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη, αλλά και σε παράληψη, εφόσον στην τελευταία περίπτωση εκείνος που υπέπεσε στην παράληψη ήταν υποχρεωμένος σε πράξη είτε από τον νόμο ή τη δικαιοπραξία είτε από την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη. Αιτιώδης δε συνάφεια υπάρχει, όταν η πράξη ή παράληψη του ευθυνόμενου προσώπου ήταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή και μπορούσε αντικειμενικά να επιφέρει, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα. Η κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας ότι τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ως αποδεχθέντα επιτρέπουν το συμπέρασμα να θεωρηθεί ορισμένο γεγονός ως πρόσφορη αιτία της ζημίας υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, γιατί είναι κρίση νομική, αναγόμενη στην ορθή ή μη υπαγωγή από το Δικαστήριο της ουσίας των διδαγμάτων της κοινής πείρας στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας. Τέλος η παράβαση διατάξεων του Κ.Ο.Κ. δεν θεμελιώνει αυτή καθ’ εαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση του αυτοκινητιστικού ατυχήματος, αποτελεί όμως στοιχείο η στάθμιση του οποίου από το Δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης πράξης και του επελθόντος αποτελέσματος. 

Στην προκειμένη περίπτωση το δικάσαν Εφετείο δέχθηκε τα εξής:
“Στις 20-5-2003 και ώρα 21.45 μ.μ. ο πρώτος εναγόμενος της κύριας αγωγής οδηγώντας το … δίκυκλο μοτοποδήλατο, στερούμενος της απαιτούμενης άδειας οδηγήσεως και με συνεπιβαίνουσα την αδελφή του Χ3, ιδιοκτησίας του δευτέρου εναγομένου, ασφαλισμένο για τις έναντι τρίτων σωματικές βλάβες και υλικές στην τρίτη εναγομένη ασφαλιστική εταιρία, κινούνταν στην οδό … με κατεύθυνση από βορειοανατολικά προς νοτιοδυτικά. Όταν το πιο πάνω μοτοποδήλατο έφθασε πλησίον της συμβολής των οδών …, η οποία στο σημείο εκείνο είναι διπλής κατευθύνσεως με πλάτος 7-8 μέτρων, εκατέρωθεν της οδού υπήρχαν σταθμευμένα οχήματα που περιόριζαν την ορατότητα, κατά τον χρόνο δε εκείνο η κίνηση των οχημάτων ήταν πυκνή και υπήρχε τεχνητός φωτισμός, ο πρώτος εναγόμενος από έλλειψη προσοχής που όφειλε και μπορούσε κατά τις περιστάσεις να καταβάλει, ως μέσος συνετός οδηγός, δεν ρύθμισε την ταχύτητα του μοτοποδηλάτου ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες με αποτέλεσμα να τραυματίσει την Ζ, ηλικίας 83 ετών, μητέρα του πρώτου ενάγοντος, πεθερά της δεύτερης και γιαγιά του τρίτου, η οποία επιχείρησε να διασχίσει κάθετα την οδό … με κατεύθυνση από αριστερά προς τα δεξιά σε σχέση με την πορεία του οχήματος. Η πιο πάνω πεζή κινήθηκε ανάμεσα από σταθμευμένα αυτοκίνητα, διέσχισε το αντίθετο ρεύμα πορείας, από αυτό στο οποίο κινούνταν το μοτοποδήλατο, εισήλθε στο ρεύμα πορείας του τελευταίου, ο οδηγός του οποίου αντιλαμβανόμενος αυτή από απόσταση 10 μέτρων περίπου, αν και ελάττωσε την ταχύτητα του οχήματός του και πραγματοποίησε μικρό αποφευκτικό ελιγμό προς τα δεξιά επέπεσε στην πεζή, η οποία είχε διανύσει το μεγαλύτερο μέρος του ρεύματος πορείας του και προσέγγιζε στο πεζοδρόμιο, κτυπώντας αυτή στη δεξιά πλευρά του σώματος της, με αποτέλεσμα αυτή να καταπέσει στο οδόστρωμα με την αριστερή πλευρά του σώματός της. 
Σύμφωνα με τα παραπάνω περιστατικά το ένδικο ατύχημα οφείλεται σε υπαιτιότητα του πρώτου εναγομένου, ο οποίος από αμέλειά του, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε και μπορούσε να καταβάλει στη συγκεκριμένη περίπτωση, στερούμενος της απαιτούμενης άδειας ικανότητας οδηγήσεως, δεν οδηγούσε με διαρκώς τεταμένη την προσοχή του, ούτε ασκούσε τον απαραίτητο έλεγχο και εποπτεία στο όχημά του, ώστε να είναι ικανός ανά πάσα στιγμή να εκτελέσει τους κατάλληλους χειρισμούς προς αποφυγή οποιουδήποτε δυναμένου να προβλεφθεί ορατού εμποδίου και δεν ρύθμισε την ταχύτητα του οχήματός του, ανάλογα με τις συνθήκες (νύκτα, σταθμευμένα αυτοκίνητα, πυκνή κυκλοφορία οχημάτων), αλλά κινούνταν σε κατοικημένη περιοχή με ταχύτητα που υπερέβαινε το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας (50 χιλ/ώρα), με αποτέλεσμα λόγω της απειρίας του στην οδήγηση να εκτιμήσει εσφαλμένα τις συνθήκες, να μην αντιληφθεί έγκαιρα την πεζή, η οποία κινούνταν αργά λόγω της ηλικίας της και να αντιδράσει με καθυστέρηση, ενεργώντας δε με τον προαναφερόμενο τρόπο παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 1 και 19 παρ. 3 ΚΟΚ. 
Συνυπαίτια, όμως, του παραπάνω ατυχήματος κατά ποσοστό 30% είναι και η πεζή η οποία, ενώ όφειλε, προκειμένου να διασχίσει με ασφάλεια το οδόστρωμα να χρησιμοποιήσει διαβάσεις πεζών (άρθρο 38 παρ. 4 ΚΟΚ), κινήθηκε ανέλεγκτα και εκτός διαβάσεων εκτιμώντας εσφαλμένα ότι προλαβαίνει να περάσει απέναντι.

Περαιτέρω προέκυψε ότι η παθούσα Ζ λόγω του ατυχήματος υπέστη υποκεφαλικό κάταγμα αριστερού βραχιονίου, κάταγμα περιφερικής κερκίδας αριστερά και υποκεφαλικό κάταγμα αριστερού ισχύου. Μετά το ατύχημα διακομίσθηκε στην Πανεπιστημιακή Ορθοπεδική Κλινική του Νοσοκομείου …, όπου για μεν τα κατάγματα του αριστερού άνω άκρου τέθηκε γύψινος πηχεοκαρπικός επίδεσμος, για δε το υποκεφαλικό κάταγμα του αριστερού ισχύου υπεβλήθη κατά την 22-5-2003 σε ημιαθρωπλαστική χειρουργική επέμβαση, πλην όμως, αμέσως μετά, εμφάνισε έντονη δύσπνοια και ελλιπή οξυγόνωση, γι’ αυτό και διακομίσθηκε επειγόντως στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) της Καρδιοχειρουργικής Κλινικής. Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στη ΜΕΘ και στις 26-5-2003, λόγω επιδεινώσεως της γενικής της καταστάσεως, κρίθηκε απαραίτητη η διασωλήνωση και τραχειοτομή με μηχανική υποστήριξη αυτής. Η κατάσταση αυτή παρέμεινε βαριά μέχρι τις 11-6-2003, λόγω δε βελτιώσεώς της, διακομίσθηκε κατά την παραπάνω ημερομηνία στην Πανεπιστημιακή Ορθοπεδική Κλινική, όπου, όμως, την ίδια ημέρα, εμφάνισε νέα επιδείνωση της υγείας της, λόγω οξείας αναπνευστικής ανεπάρκειας, γι’ αυτό και αμέσως διεκομίσθηκε εκ νέου στην ΜΕΘ, όπου και πάλι τέθηκε σε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής, παραμένουσα νοσηλευόμενη στη ΜΕΘ μέχρι την 19-6-2003. Κατά την 19-6-2003 διεκομίσθηκε με κατάσταση της υγείας βελτιωμένη στην Πανεπιστημιακή Ορθοπεδική Κλινική, όπου παρέμεινε νοσηλευόμενη μέχρι την 20-6-2003, οπότε και εκτιμήθηκε ότι έπρεπε να νοσηλευτεί στην Πανεπιστημιακή Πνευμονολογική Κλινική, στην οποία και διακομίσθηκε αυθημερόν. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της παρουσίασε επιληπτικές κρίσεις. Κατά την 21-6-2003 υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία εγκεφάλου, τα αποτελέσματα της οποίας ήταν αρνητικά. Στην παραπάνω Κλινική παρέμεινε νοσηλευόμενη μέχρι την 25-6-2003, οπότε εμφάνισε αναπνευστική δυσχέρεια, γι’ αυτό και κρίθηκε αναγκαία η εκ νέου νοσηλεία της στη ΜΕΘ, στην οποία και διακομίστηκε κατά την 25-6-2003, όπου παρέμεινε νοσηλευόμενη μέχρι την 26-6-2003 και διακομίσθηκε ακολούθως στην Πανεπιστημιακή Πνευμονολογική Κλινική σε βαριά κατάσταση της υγείας της και στην οποία Κλινική παρέμεινε νοσηλευόμενη μέχρι την 3-7-2003, οπότε και απεβίωσε (βλ. … πιστοποιητικό νοσηλείας του νοσοκομείου που προαναφέρθηκε). Στην … ληξιαρχική πράξη θανάτου αναφέρονται ως αίτια θανάτου: καρκίνος τυφλού, χειρουργηθέν κάταγμα αριστερού ισχίου, κάταγμα αριστερού αντιβραχιονίου, βαριά αναπνευστική ανεπάρκεια τύπου Ε και καρδιοαναπνευστική ανεπάρκεια. Όπως προέκυψε η παθούσα έπασχε από καρκίνο παχέους εντέρου (τυφλού), εξαιτίας του οποίου χειρουργήθηκε προ τριετίας, αλλά έκτοτε δεν παρουσίασε επιπλοκή ή μετάσταση. Μετά το ατύχημα και την εισαγωγή της στο νοσοκομείο σημειώθηκε ο καρκίνος στο ιστορικό της, όπως προκύπτει από τα φύλλα νοσηλείας της ΜΕΘ της και 20-6-2003, στα οποία στη στήλη “ΑΤΟΜΙΚΟ ΑΝΑΜΝΗΣΤΙΚΟ” σημειώνεται “χειρουργηθέν Ca σιγμοειδούς προ 3ετίας”, ενώ στη στήλη “ΠΑΡΟΥΣΑ ΝΟΣΟΣ” σημειώνονται τα κατάγματα και η χειρουργική επέμβαση στο ισχύο. Από τα προσκομιζόμενα φύλλα νοσηλείας της, στα οποία σημειώνεται αναλυτικά η πορεία της υγείας της δεν προκύπτει συσχέτιση του καρκίνου με τον θάνατό της, αιτία δε της νοσηλείας της και της εισαγωγής της στην πνευμονολογική κλινική υπήρξε η επέμβαση στο ισχίο, στην οποία υποβλήθηκε για την αποκατάσταση του κατάγματος του και οι επιπλοκές που αυτή παρουσίασε στο αναπνευστικό της (λιπώδης εμβολή). 
Ενόψει όσων αναφέρθηκαν ο θάνατος της παθούσας οφείλεται στο ατύχημα και συνδέεται αιτιωδώς με αυτό. Υπό τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο που έκρινε ότι υπαίτιος σε ποσοστό 70% για το ως άνω τραυματισμό της Ζ, μητρός του πρώτου των ήδη αναιρεσιβλήτων, πενθεράς της δευτέρας και μάμμης του τρίτου ήταν ο πρώτος των ήδη αναιρεσειόντων, που οδηγούσε το ζημιογόνο υπ’ αριθμ. … δίκυκλο μοτοποδήλατο και ότι μεταξύ του τραυματισμού της ως άνω παθούσας, που σε ποσοστό 30% συντέλεσε και υπαιτιότητα (συνυπαιτιότητα) αυτής (παθούσας), και του επελθόντος θανάτου της υπάρχει αιτιώδης συνάφεια, διέλαβε επαρκείς ως προς τα ζητήματα αυτά αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή από εκείνο (δικάσαν Εφετείο) των πιο πάνω περί υπαιτιότητας και αιτιώδους συνάφειας διατάξεων των άρθρων 330, 300 και 297 και 298 Α.Κ..
Απορριπτέος επομένως ως αβάσιμος είναι ο περί του αντιθέτου πρώτος, από το άρθρ. 559 αριθμ. 19 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται η πλημμέλεια, για έλλειψη νόμιμης βάσης της προσβαλλομένης απόφασης, ένεκα ανεπάρκειας και ασάφειας αιτιολογιών, τόσο ως προς το ζήτημα της υπαιτιότητας, όσο και ως προς το ζήτημα της ύπαρξης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του εκ του ενδίκου τροχαίου ατυχήματος τραυματισμού της παθούσας και του επελθόντος θανάτου αυτής, καθώς και ως προς το ζήτημα της οδήγησης του ζημιογόνου οχήματος από τον πρώτο των ήδη αναιρεσειόντων χωρίς άδεια ικανότητας, στοιχεία τα οποία θεμελιώνουν την παρεμπίπτουσα αγωγή (αναγωγής) της τελευταίας των ήδη αναιρεσιβλήτων ασφαλιστικής εταιρείας. Ο ίδιος (πρώτος) λόγος αναίρεσης, κατά το μέρος αυτού, κατά το οποίο οι αναφερόμενες στην ανεπάρκεια των αιτιολογιών αιτιάσεις αφορούν την εκτίμηση των αποδείξεων και την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, ως προς τα ίδια ως άνω ζητήματα, είναι απορριπτέος, ως απαράδεκτος.
Ο δεύτερος από το άρθρο 559 αρ. 11 Κ.Πολ.Δικ. λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται αιτίαση για μη λήψη υπόψη από το Εφετείο των αναφερομένων στο λόγο αυτό εγγράφων, που είχαν επικαλεσθεί και προσκομίσει οι ήδη αναιρεσείοντες και ειδικότερα το φύλλο νοσηλείας της παθούσας και το από 25-9-2006 ΑΠ 18 ν/06 έγγραφο του Νοσοκομείου …, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι από την περιεχομένη εις την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση βεβαίωση ότι το Εφετείο κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα και από τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, ουδεμία καταλείπεται αμφιβολία ότι ελήφθησαν υπόψη από εκείνο (δικάσαν Εφετείο) και τα ως άνω φερόμενα ως μη ληφθέντα υπόψη έγγραφα.

Ο τρίτος, από το άρθρο 559 αρ. 10 Κ.Πολ.Δικ. λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα, σε σχέση με το αναφερόμενο στο λόγο αυτό ζήτημα, χωρίς απόδειξη, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, το Εφετείο κατέληξε στο αποδεικτικό του πόρισμα, ως προς όλα τα ζητήματα, από τα ρητώς στην αναιρεσιβαλλομένη μνημονευόμενα αποδεικτικά μέσα και στοιχεία. Μετά από αυτά, η αίτηση αναίρεσης, η οποία περιέχει μόνους τους ως άνω κριθέντες ως απορριπτέους λόγους, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικασθούν οι ηττηθέντες αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων (άρθ. 176 και 183 ΚΠολΔ), κατά τα αναφερόμενα στο διατακτικό (χωριστά για την τελευταία των αναιρεσιβλήτων, η οποία παραστάθηκε με διαφορετικό δικηγόρο και κατέθεσε χωριστό δικόγραφο προτάσεων). 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 
Απορρίπτει την από 7-8-2009 αίτησή της για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 42/2008 απόφασης του Εφετείου Θράκης.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ, για τους τρεις πρώτους εξ αυτών και στο ίδιο ποσό για την τελευταία εξ αυτών (ασφαλιστική εταιρεία). 
Κρίθηκε
———————————–