facebook
Αρχική Νομολογία Τροχαίο και Ασφαλιστικό - Ιδιωτική Ασφάλιση - Αστική ευθύνη επί τροχαίων ατυχημάτων Επιδείνωση Νόσου μετά από Συμβιβασμό με Ασφαλιστή Εξοφλητική Απόδειξη Ασφαλιστού Ένσταση Ασφαλιστού περί ικανοποιήσεως των απαιτήσεων της παθούσης & Απορριπτέα (1) Απόφ.Εφ. Πατρ.1320/2007 ΤΕΥΧΟΣ Μάρτιος Απρίλιος 2008 Σελ. 176

Επιδείνωση Νόσου μετά από Συμβιβασμό με Ασφαλιστή Εξοφλητική Απόδειξη Ασφαλιστού Ένσταση Ασφαλιστού περί ικανοποιήσεως των απαιτήσεων της παθούσης & Απορριπτέα (1) Απόφ.Εφ. Πατρ.1320/2007 ΤΕΥΧΟΣ Μάρτιος Απρίλιος 2008 Σελ. 176

Επιδείνωση Νόσου μετά από Συμβιβασμό με Ασφαλιστή 

Μετά από πάροδο πέντε ετών η παθούσα παρουσίασε δισμένη απρόβλεπτη επιδείνωση νόσου – μετατραυματική χονδροπάθεια αριστερής επιγονατίδας, που ήταν απότοκη του αρχικού τραυματισμού της από το ατύχημα και δεν μπορούσε προηγουμένως να προβλεφθεί. Εξετασθείσα δε από Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή του ΙΚΑ και κρίθηκε ανάπηρη σε ποσοστό άνω των 67%

Εξοφλητική Απόδειξη Ασφαλιστού
Ένσταση Ασφαλιστού περί ικανοποιήσεως 
των απαιτήσεων της παθούσης & Απορριπτέα (1)

Ο ασφαλιστή προέβαλε την ένσταση περί ικανοποιήσεως των απαιτήσεων της παθούσας. Για το λόγο αυτό προσεκόμισε εξοφλητική απόδειξη με την δήλωση της ενάγουσας ότι δεν έχει καμία άλλη αξίωση από τον τραυματισμός της κατά της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας και των εις ολόκληρο ευθυνομένων προς αποζημίωση συνιδιοκτητών και οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου. 
Απορριπτέα η ανωτέρω ένσταση καθότι κρίθηκε ότι οι δηλώσεις αυτές της ενάγουσας, ότι αποζημιώθηκε πλήρως για όλες τις ζημίες, παρούσες ή μέλλουσες κ.τ.λ. και ότι παραιτείται από κάθε αξίωσή της γι’ αυτές, έγιναν, ενόψει της τότε γνωστής κατάστασης της υγείας της.
Δεν έχουν την έννοια παραίτησης ή άφεσης χρέους και πολύ περισσότερο εξόφλησης από τις αξιώσεις προς αποζημίωση για τις ζημίες από μελλοντική δυσμενή εξέλιξη της υγείας της (επιπλοκή), συνδεομένη αιτιωδώς με το ατύχημα, μη προβλεπτή, κατά τον χρόνο του ατυχήματος και της δήλωσης.

Απόφ.Εφ. Πατρ.1320/2007
Πρόεδρος: Δημ. Τίγγας
Εισηγητής: Δημ. Νίττας
Δικηγόροι: Παν. Μεταξάς & Δημ. Ρήγας 
Ιωάν. Κανελλόπουλος & Αθαν. Καφέζας
Σχόλια – Παρατηρήσεις

1) Εξοφλητική Απόδειξη Ασφαλιστού – Ένσταση Ασφαλιστού περί ικανοποιήσεως
των απαιτήσεων της παθούσης
Στην περίπτωση κατά την οποία μετά την σύναψη του συμβιβασμού με τον οποίο έχει ρυθμιστεί \”καθολικά\” η διαφορά των μερών, (ενάγοντος παθόντος και εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας) επέρχονται συνέπειες, συνήθως δυσμενείς (για τον παθόντα), που βρίσκονται έξω από την κανονική ανθρώπινη πρόβλεψη, και οι οποίες δεν αποτέλεσαν αντικείμενο του συμβιβασμού, τότε αναγνωρίζεται στον παθόντα μία πρόσθετη αξίωση αποζημίωση για τις μεταγενέστερες δυσμενείς συνέπειες του ατυχήματος. 
Στη περίπτωση αυτή το περιεχόμενο του συμβιβασμού, χωρίς να ανατρέπεται, προσαρμόζεται στις νέες μεταβληθείσες σχέσεις, εφόσον υπάρχει μία κραυγαλέα διάσταση ή δυσαναλογία μεταξύ του ποσού του συμβιβασμού και της ζημίας σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, ώστε η εμμονή του υποχρέου στο περιεχόμενο του συμβιβασμού να αντέκειτο στην καλή πίστη. Η απόκρουση στο ζημιωθέντα περαιτέρω αξίωσης αποζημίωσης λόγω του ήδη γενομένου συμβιβασμού πρέπει να αποτελεί μεγάλη σκληρότητα η οποία να αντίκειται στην καλή πίστη (άρθρ. ΑΚ 287, 288). 
Ο συμβιβασμός που συνάπτει ένας από τους εις ολόκληρον συνοφειλέτες με τον ζημιωθέντα τρίτο, ενεργεί υπέρ και εις βάρος του συνοφειλέτη, εκτός αν περιέχει καταβολή, δόση αντικαταβολής ή άφεση χρέους, οπότε ενεργεί αντικειμενικά. 
Βλ. και Μον.Πρ.Θεσ. 18330/2004 ΣΕΣυγκΔ 2007/104 όπου απορρίπτεται η υπό κρίση αγωγή καθόσον αποδείχθηκε ότι οι επικαλούμενες βλάβες δεν συνιστούν απρόβλεπτη επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του ενάγοντα, συνεπεία του τραυματισμού του, εφόσον περιγράφοντο και στην ασκηθείσα υπ΄αυτού προ του συμβιβασμού αγωγή.

Αν η αρχική απρόβλεπτη και συνδεόμενη αιτιωδώς με το ατύχημα ζημία του παθόντος και δη η αιφνίδια επιδείνωση της υγείας του εμφανιστεί μεταγενέστερα και μάλιστα μετά την πάροδο της διετίας από την ημέρα του ατυχήματος, τότε η διετής παραγραφή (κατά του ασφαλιστή) αρχίζει από τη στιγμή που καθίσταται αντικειμενικά δυνατή η πρόβλεψη της νέας δυσμενούς κατάστασης του παθόντος. Συνεπώς αν συνεπεία του ατυχήματος, επέρχεται η θανάτωση του παθόντος μετά παρέλευση διετίας από τον αρχικό τραυματισμό του, η διετής παραγραφή του άρθρου 10 παρ. 2 ν.489/1976 για την αξίωση των μελών της οικογένειας για ψυχική οδύνη (ΑΚ 932) αρχίζει όχι από την ημέρα του ατυχήματος, αφού τότε δεν είχε ακόμη γεννηθεί η αξίωση, αλλά από το χρόνο επέλευσης του θανάτου. Εφ.Λαρ.127/2005 ΣΕΣυγκΔ 2005/115.

Έναρξη χρόνου νέας παραγραφής από τότε που ο παθών έλαβε γνώση των νέων δυσμενών συνεπειών και της αιτιώδους συνάφειάς τους με το ατύχημα. 
Αν, επομένως, με τελεσίδικη απόφαση ο παθών από αυτοκινητικό ατύχημα κρίθηκε πρόσκαιρα ανίκανος προς εργασία για ορισμένο χρονικό διάστημα και του επιδικάστηκαν για το διάστημα αυτό αποζημίωση για διαφυγόντα κέρδη και για ηθική βλάβη και με νέα αγωγή του ζητεί πρόσθετη αποζημίωση για τις ίδιες αιτίες λόγω της επικαλούμενης εφόρου ζωής ολικής ή μερικής αναπηρίας του, της οποίας έλαβε γνώση μετά την άσκηση της πρώτης αγωγής, το δικαστήριο που καλείται να δικάσει την υπόθεση δεν δεσμεύεται από το δεδικασμένο της αποφάσεως, ως προς την έκταση των ζημιών, διότι το δικαστήριο καλείται να κρίνει αξιώσεις του παθόντος από τις επιζήμιες συνέπειες του ατυχήματος που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά το χρόνο άσκησης της πρώτης αγωγής. Αντίθετα, αν πρόκειται για προβλεπτές ζημίες, η παραγραφή παρατείνεται σε εικοσαετία, υπό την αναγκαία προϋπόθεση, ότι η απόφαση κατέστη τελεσίδικη εντός του χρόνου της πενταετίας ή της διετίας, κατά περίπτωση, καθώς και ότι στο μεταξύ διάστημα, μέχρι την τελεσιδικία, δεν έχει υποκύψει η αξίωση σε τυχόν προβλεπόμενη συντομότερου χρόνου παραγραφή (ΑΠ 755/2005, ΑΠ 1100/2005). (
Στις περιπτώσεις που οι ζημιές είναι προβλεπτές, η παραγραφή διακόπτεται με την άσκηση αγωγής για την καταβολή αποζημιώσεως για μελλοντική ζημία, και ότι η διακοπείσα αυτή παραγραφή, αρχίζει εκ νέου από την τελευταία διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου (άρθρ. 261 ΑΚ). ΑΠ 39/2007 ΣΕΣυγκΔ 2007/87 (μετά σχετικών σχολίων – παρατηρήσεις μας)

Σε περίπτωση που απρόβλεπτη από την αρχή ζημία του παθόντος συνδεόμενη αιτιωδώς με το ατύχημα, εμφανίζεται μεταγενέστερα ή και ακόμη μετά την πάροδον του ατυχήματος (και οφείλεται σε αιφνίδια και απροσδόκητη – δυσμενή εξέλιξη της υγείας του παθόντος), αν ως ατύχημα, από την επέλευση του οποίου 
αρχίζει η παραγραφή, θεωρηθεί η αιφνίδια και εξωτερική επέμβαση στον οργανισμό του παθόντος εκ μέρους τρίτου, η διετής αυτή παραγραφή πρέπει για λόγους δικαιοσύνης να αρχίζει από την στιγμή που καθίσταται αντικειμενικά δυνατή η πρόβλεψη της νέας δυσμενούς καταστάσεως του παθόντος. ΑΠ 117/2004 ΣΕΣυγκΔ 2004/538.