facebook
Αρχική Νομολογία Υπαιτιότης - Συνυπαιτιότης Αναιρετική Διαδικασία για μη λήψη υπόψη όλων των Αποδεικτικών Μέσων μεταξύ των οποίων και η τοξικολογική έκθεση του παθόντος πεζού

Αναιρετική Διαδικασία για μη λήψη υπόψη όλων των Αποδεικτικών Μέσων μεταξύ των οποίων και η τοξικολογική έκθεση του παθόντος πεζού

 Αναιρετική Διαδικασία

 κατ΄άρθρ. 559 αρ.11 ΚΠολΔ

για μη λήψη υπόψη όλων των Αποδεικτικών Μέσων

 μεταξύ των οποίων και η τοξικολογική έκθεση του παθόντος πεζού

  Το δικαστήριο υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη όλα τα νόμιμα αποδεικτικά μέσα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι για άμεση και έμμεση απόδειξη, χωρίς να είναι ανάγκη να γίνεται ειδική μνεία και χωριστή αξιολόγηση του καθενός από αυτά, κατ’ αντιδιαστολή προς τα λοιπά έγγραφα και εν γένει προς τα άλλα αποδεικτικά μέσα, τα οποία φέρονται ότι ελήφθησαν υπόψη προς σχηματισμό της κρίσης του.

 Δεν αποκλείεται το δικαστήριο της ουσίας να μνημονεύει και να εξαίρει μερικά από τα αποδεικτικά μέσα, λόγω της κατά την ελεύθερη κρίση του μεγαλύτερης σημασίας τους, αρκεί να γίνεται αδίστακτα βέβαιο από το όλο περιεχόμενο της απόφασης ότισυνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν νόμιμα οι διάδικοι. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής ιδρύει το λόγο της αναίρεσης του άρθρου 559 αριθ. 11 περ. γ’ του Κ.Πολ.Δ υπό την αποκλειστική προϋπόθεση ότι το πραγματικό γεγονός που επικαλείται ο διάδικος ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκταση της δίκης.

 Αναιρείται εφετειακή απόφαση καθότι δεν καθίσταται αναμφίβολα βέβαιο ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε μαζί με τις υπόλοιπες αποδείξεις, τα προσκομισθέντα και επικαλεσθέντα έγγραφα, όπως την έκθεση ποινικής πραγματογνωμοσύνης, τηνέκθεση ανίχνευσης οινοπνεύματος της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών ερευνών της ΕΛΑΣ, την πραγματογνωμοσύνη του ειδικού μηχανολόγου – μηχανικού και ένορκη προανακριτική κατάθεση.

Απόφ.ΑΠ 68/2011

Πρόεδρος : Χαράλαμπος Ζώης

Εισηγητής : Δημητρούλα Υφαντή

Μέλη : Γεωργία Λαλούση – Βασιλική Θάνου – Χριστοφίλου – Ιωάννα Λούκα

Δικηγόροι : Παντελής Μήτσης – Αργυρώ Γρατσία-Πλατή

Σχόλια – Παρατηρήσεις

 Αναιρετέα η απόφαση κατ΄άρθρ. 559 αρ.11 ΚΠολΔ), όταν δεν αναφέρεται ο αριθμός εκάστης ένορκης βεβαίωσης και η Αρχή (συμβολαιογράφος, ειρηνοδίκης) ενώπιον του οποίου δόθηκε αυτή, ώστε να μπορεί να διαγνωσθεί εάν ελήφθησαν και συνεκτιμήθηκαν όλες από το δικαστήριο της ουσίας. ΑΠ 1750/2007 ΣΕΣυγκΔ 2007/431, ΑΠ 1495/2001 ΣΕΣυγκΔ 2003/236

 

  Το δικαστήριο της ουσία για να λάβει υπόψη του και να εκτιμήσει ως αποδεικτικό μέσοκάποιο έγγραφο, δεν αρκεί το έγγραφο αυτό να είναι συνημμένο απλώς στη δικογραφία, αλλά πρέπει ο διάδικος που το προσκομίζει να το επικαλείται με τις προτάσεις του ή με το δικόγραφο της εφέσεως.  Αν το δικαστήριο της ουσίας λάβει υπόψη του έγγραφο, του οποίου δεν έγινε επίκληση ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης του αρ 11 περ. β’ του άρθρου 559 ΚΠολΔ.  ΑΠ 596/2009 ΕΣυγκΔ  2009/381

  Από την διάταξη του άρθρου 529 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., η οποία εφαρμόζεται και στην ειδική διαδικασία του άρθρου 681Α Κ.Πολ.Δ., κατ άρθρ. 591 παρ. 1 αυτού, επιτρέπεται η επίκληση και προσκόμιση εγγράφων ως αποδεικτικών μέσων για πρώτη φορά στο Εφετείο , εκτός αν συντρέχει η προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού περίπτωση απαραδέκτου.  Αναιρείται εφετειακή απόφαση κατ άρθρ. 559 αρ.11γ ΚΠολΔ, καθόσον παραμένουν αμφιβολίες αν λήφθηκαν υπόψη και εκτιμήθηκαν τόσο τα έγγραφα των ιατρικών γνωματεύσεων , όσο και η ένορκη βεβαίωση , καθόσον για τα έγγραφα (ιατρικές γνωματεύσεις) γίνεται ειδική αναφορά μόνο σ αυτά που προσκομίστηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, γι αυτό είναι αμφίβολο αν εκτιμήθηκαν και οι ιατρικές αυτές γνωματεύσεις που προσκομίστηκαν για πρώτη φορά στο Εφετείο (χωρίς αυτά να αποκρουσθούν). ΑΠ 1531/2004 ΣΕΣυγκΔ 2004/622

Κείμενο Απόφ. ΑΠ 68/2011

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  Από την υπ’αριθ.631/20-10-2009 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αγρινίου Μ. Κ., που προσκομίζουν και επικαλούνται οι αναιρεσείοντες, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως, με την κάτω από αυτή πράξη ορισμού δικασίμου για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμου, καθώς και κλήση προς συζήτηση της αίτησης, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον πρώτο αναιρεσίβλητο, ο οποίος όμως δεν εμφανίσθηκε κατά την ως άνω δικάσιμο, κατά την οποία, η υπόθεση εκφωνήθηκε, στη σειρά της από το πινάκιο. Επομένως και σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 576 παρ.1 και 2 ΚΠολΔ πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση που επισπεύδεται από τους αναιρεσείοντες, παρά την απουσία του πιο πάνω πρώτου αναιρεσίβλητου Σ. Σ..

  Από τις διατάξεις των άρθρων 335, και 338 έως 341 του Κ.Πολ.Δ. συνάγεται ότι το δικαστήριο για να σχηματίσει τη δικανική του πεποίθηση ως προς τη βασιμότητα ή μη των προβαλλόμενων από τους διαδίκους πραγματικών γεγονότων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη όλα τα νόμιμα αποδεικτικά μέσα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι για άμεση και έμμεση απόδειξη, χωρίς να είναι ανάγκη να γίνεται ειδική μνεία και χωριστή αξιολόγηση του καθενός από αυτά, κατ’ αντιδιαστολή προς τα λοιπά έγγραφα και εν γένει προς τα άλλα αποδεικτικά μέσα, τα οποία φέρονται ότι ελήφθησαν υπόψη προς σχηματισμό της κρίσης του. Βέβαια δεν αποκλείεται το δικαστήριο της ουσίας να μνημονεύει και να εξαίρει μερικά από τα αποδεικτικά μέσα, λόγω της κατά την ελεύθερη κρίση του μεγαλύτερης σημασίας τους, αρκεί να γίνεται αδίστακτα βέβαιο από το όλο περιεχόμενο της απόφασης ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα που επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν νόμιμα οι διάδικοι. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής ιδρύει το λόγο της αναίρεσης του άρθρου 559 αριθ. 11 περ. γ’ του Κ.Πολ.Δ υπό την αποκλειστική προϋπόθεση ότι το πραγματικό γεγονός που επικαλείται ο διάδικος ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκταση της δίκης, αφού μόνο ένα τέτοιο (ουσιώδες) γεγονός καθίσταται αντικείμενο απόδειξης (Ολ. ΑΠ 14/2005 και 2/2008).

  

  Με τον δεύτερο λόγο του αναιρετηρίου αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 11 περ. γ’ του Κ.Πολ.Δ. ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του και δεν εκτίμησε για την απόδειξη του ισχυρισμού των αναιρεσειόντων για αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου αναιρεσιβλήτου για συνυπαιτιότητα του θανατωθέντος πεζού: 1) την από 16.8.2005 έκθεση ποινικής πραγματογνωμοσύνης που διατάχθηκε κατά την ποινική προανάκριση, 2) την από 14.9.2005 έκθεση ανίχνευσης οινοπνεύματος της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών ερευνών της ΕΛΑΣ, 3) την από 20.8.2005 πραγματογνωμοσύνη του ειδικού μηχανολόγου – μηχανικού Β. Λ. και 4) την ένορκη προανακριτική κατάθεση του Θ. Κ., τα αποδεικτικά δε αυτά στοιχεία είχαν νόμιμα επικαλεσθεί και προσκομίσει με τις προτάσεις τους στο Εφετείο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Από την περιλαμβανόμενη στην προσβαλλόμενη απόφαση ρητή βεβαίωση του Εφετείου, ότι στο αποδεικτικό του πόρισμα κατέληξε, αφού έλαβε υπόψη, πλην άλλων αποδεικτικών μέσων, όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που του είχαν επικαλεσθεί και προσκομίσει νομίμως οι διάδικοι, και από το όλο περιεχόμενο εκείνης της απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε ρητά ο ισχυρισμός των αναιρεσειόντων για αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου αναιρεσιβλήτου οδηγού δεν καθίσταται αναμφίβολα βέβαιο ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε μαζί με τις υπόλοιπες αποδείξεις, και τα πιο πάνω έγγραφα για να καταλήξει στο απορριπτικό αποδεικτικό του πόρισμα, ο δε σχετικός λόγος αναίρεσης κρίνεται βάσιμος, αφού και από την κατ’αρθρ.561 παρ.2 του ΚΠολΔ επισκόπηση των εγγράφων προτάσεων των αναιρεσειόντων, που κατέθεσαν στο Εφετείο, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι επικαλέσθηκαν αυτοί ειδικά και προσκόμισαν νομίμως όλα τα πιο πάνω έγγραφα, και πρέπει να γίνει δεκτός συνακόλουθα δε και η αίτηση αναιρέσεως. Άρα πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων και να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές (αρθρ.580 παρ.3 ΚΠολΔ) και να καταδικασθούν οι αναιρεσίβλητοι στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων (αρθρ.176 και 185 ΚΠολΔ) όπως στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την 327/2008 απόφαση του Εφετείου Ιωαννίνων.

Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές.

Καταδικάζει τους αναιρεσίβλητους στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, που ορίζει σε τρείς χιλιάδες (3000) ευρώ.

Κρίθηκε

———————–