Άρθρα-Απόψεις
Ατυχήματα σε διαβάσεις πεζών
ή πλησίον αυτών με θύματα πεζούς
Κατανομή υπαιτιότητας & Νομολογιακές εφαρμογές
Υπό Αθανασίου Γ. Κρητικού,
Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου ε.τ., Δ.Ν.
Ι. Το πρόβλημα
ΙΙ. Νομοθετική ρύθμιση
ΙΙΙ. Σημασία της ρυθμίσεως
IV. Κατηγορίες περιπτώσεων
Α. Ατύχημα με θύμα πεζό που επιχειρεί να διασχίσει το οδόστρωμα σε σημείο
όπου λείπει διάβαση πεζών
1. Αποκλειστική υπαιτιότητα οδηγού
2. Συρρέουσα υπαιτιότητα οδηγού και πεζού
Περιπτώσεις από τη νομολογία
Β. Ατυχήματα σε διαβάσεις πεζών ή εγγύς διαβάσεων
Ι. Ατυχήματα μέσα σε σηματοδοτούμενη διάβαση πεζών
1. Με πράσινο σήμα για πεζούς
2. Με ερυθρό σήμα για πεζούς
α) Αποκλειστική υπαιτιότητα πεζού
β) Συρρέουσα ευθύνη πεζού και οδηγού ατυχήματος
II. Ατυχήματα σε διάβαση μη σηματοδοτούμενη
1. Αποκλειστική υπαιτιότητα οδηγού
2. Συρρέουσα υπαιτιότητα οδηγού και πεζού.
ΙΙΙ. Ατύχημα εκτός διαβάσεως και σε απόσταση απ’ αυτή.
1. Παράσυρση πεζού εκτός διαβάσεως (σηματοδοτούμενης ή μη) που βρίσκεται
σε μικρή απόσταση η εγγύς αυτής
2. Παράσυρση πεζού εκτός διαβάσεως που βρίσκεται σε απόσταση από το σημείο
του ατυχήματος από 7,80 μ. μέχρι 11,50 μ.
3. Παράσυρση πεζού εκτός διαβάσεως που βρίσκεται σε απόσταση από το σημείο
του ατυχήματος 30 μ. και περισσότερο
Ι. Το πρόβλημα
Η δημόσια κυκλοφορία σε οδούς γίνεται από οχήματα, πεζούς και ζώα. Μεταξύ τους δημιουργείται σχέση εντάσεως, όταν πεζοί ή ζώα πρόκειται να διασχίσουν ή κινηθούν σε οδόστρωμα χρησιμοποιούμενο για την οδική κυκλοφορία. Όλοι επιθυμούν χάριν της ταχύτητας να έχουν προτεραιότητα έναντι των άλλων. Τα οχήματα έναντι των πεζών και οι τελευταίοι έναντι των οχημάτων. Η ανάγκη ανακύπτει, όταν πρέπει να διακοπεί η κυκλοφορία των οχημάτων προκειμένου πεζός ή πεζοί να διασχίσουν συγκεκριμένο οδόστρωμα για να περαιωθούν είτε σε νησίδα ασφαλείας είτε στο έναντι πεζοδρόμιο. Η σύγκρουση αυτή μεταξύ των χρηστών της κυκλοφορίας επιχειρείται να λυθεί με τη ρυθμιστική παρέμβαση του νομοθέτη σε σύμπραξη με την αρμόδια διοικητική υπηρεσία. Ειδικότερα τούτο επιδιώκεται να γίνει με τη δημιουργία διαβάσεων πεζών με σηματοδότηση ή όχι για πεζούς και οχήματα.
Η κίνηση πεζού μέσα σε σηματοδοτούμενη διάβαση πεζών θεωρητικώς κατά κανόνα προσφέρει μείζονα ασφάλεια των πεζών που χρησιμοποιούν τη διάβαση έναντι των οχημάτων που χρησιμοποιούν το οδόστρωμα στο οποίο υπάρχει η σηματοδοτούμενη διάβαση πεζών. Μικρότερη ασφάλεια προσφέρει σε πεζούς η κίνηση αυτών απλώς μέσα σε διάβαση πεζών. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για πεζούς που πρόκειται να διασχίσουν οδόστρωμα χωρίς σ’ αυτό να υπάρχουν διαβάσεις πεζών. Οι σχετικές ρυθμίσεις γίνονται συνήθως με κριτήριο κυρίως την πυκνότητα της κυκλοφορίας οχημάτων και πεζών.
ΙΙ. Νομοθετική ρύθμιση
Η σχετική νομοθετική ρύθμιση περιέχεται στα άρθρα 6 και 7 του ΚΟΚ όπως προσθέτως και στα άρθρα 38 &4 και 39 & 1 στοιχεία α΄ και β΄, 42 και παρ.4 του ΚΟΚ.
ΙΙΙ. Σημασία της ρυθμίσεως
Η ρύθμιση στοχεύει προεχόντως σε διευκόλυνση της κυκλοφορίας οχημάτων και πεζών. Συγχρόνως όμως αξιοποιείται, όταν συμβαίνει ατύχημα με θύμα συνήθως πεζό. Ένα από τα κρίσιμα ζητήματα που γεννώνται σε τέτοιου είδους περιπτώσεις είναι ποίο από τα συμπλεκόμενα πρόσωπα (οδηγός οχήματος ή πεζός) έχει προτεραιότητα διελεύσεως και αν και υπό ποίες προϋποθέσεις θα μπορούσε να αποφευχθεί το ατύχημα. Δηλαδή αν ο οδηγός οχήματος επιχείρησε κάποια ενέργεια ή παρέλειψε να πράξει κάτι με αποτέλεσμα η πράξη ή παράλειψη και συμβάλει αιτιωδώς στην πρόκληση και στην έκταση του ατυχήματος. Το ίδιο ισχύει όταν το ζήτημα εξετάζεται από την πλευρά του πεζού. Όλα τα σκεπτικά ζητήματα συνήθως περιστρέφονται στο ζήτημα του προσδιορισμού της υπαιτιότητας στο επελθόν ατύχημα. Δηλαδή ποίο πρόσωπο από τα εμπλεκόμενα σε ατύχημα βαρύνει η υπαιτιότητα (αποκλειστική ή συρρέουσα, εφόσον, ως συνήθως, προβληθεί σύσταση συνυπαιτιότητας κατά την ΑΚ 300). Η νομολογία έχει την ευκαιρία να αντιμετωπίσει σχετικά ζητήματα. Η έρευνα της νομολογίας από τις αποφάσεις των δικαστηρίων που δημοσιεύθηκαν σε νομικά περιοδικά την τελευταία τριακονταετία παρέχει την ακόλουθη εικόνα. Για διευκόλυνση της έρευνας επιχειρείται κατά το δυνατό κατηγοριοποίηση των περιπτώσεων.
IV. Κατηγορίες περιπτώσεων
Α. Ατύχημα με θύμα πεζό που επιχειρεί να διασχίσει το οδόστρωμα σε σημεία όπου λείπει διάβαση πεζών.
Η βασική νομοθετική ρύθμιση περιέχεται στην παρ. ε΄ της παρ.4 του άρθ. 38 ΚΟΚ που ορίζει ότι: Οι πεζοί προκειμένου να διασχίσουν το οδόστρωμα υποχρεούνται: α) &…..ε)Αν δεν υπάρχουν στο οδόστρωμα διαβάσεις πεζών, να μην κατεβαίνουν σ’ αυτό, αν δεν βεβαιωθούν ότι δεν θα παρεμποδίσουν την κυκλοφορία των οχημάτων, στη συνέχεα δε θα διασχίζουν το οδόστρωμα κάθετα προς τον άξονά του.
1. Αποκλειστική υπαιτιότητα οδηγού
Εφόσον πεζός επιχειρήσει να διασχίσει οδόστρωμα σύμφωνα με τη μνημονευόμενη παραπάνω ρύθμιση, τότε κατά κανόνα σε περίπτωση ατυχήματος με θύμα του πεζό, η αποκλειστική υπαιτιότητα θα βαρύνει τον οδηγό του οχήματος. Συνήθως η αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού θα προκύπτει από την υψηλή ταχύτητα πέρα του επιτρεπόμενου ορίου στο σημείο του ατυχήματος, και την επιδεικνυόμενη αμέλεια του οδηγού ο οποίος ενώ θα έπρεπε και θα μπορούσε δεν αντιλαμβάνεται τον πεζό διασχίζοντα το οδόστρωμα. Σε πολλές τέτοιες περιπτώσεις ο πεζός θα έχει διανύσει το μείζον τμήμα του οδοστρώματος όταν παρασύρεται από το όχημα και θα υπολείπεται μόνο μικρό τμήμα αυτού. Μεγάλη σημασία εμφανίζει το ζήτημα όταν το ατύχημα γίνεται νύκτα με ανεπαρκή τεχνητό φωτισμό ή όταν επικρατούν άσχημες καιρικές συνθήκες, παρακωλύουσες την ορατότητα (π.χ. δυνατή βροχή, καπνός, ομίχλη, χιονόπτωση κ.λ.π)
Από τη νομολογία αξίζει ν’ αναφερθούν οι παρακάτω αποφάσεις που δέχθηκαν αποκλειστική υπαιτιότητα οδηγού παρασύροντος με το όχημα πεζό διασχίζοντα το οδόστρωμα εκτός διαβάσεως που τέτοιες δεν υπήρχαν πλησίον του τόπου του ατυχήματος:
ΕφΑθ. 8443/1996 ΕπΣυγκΔ 1997,33 – ΕφΑθ 8615/1996 ΕπΣυγκΔ 1997,202 – ΕφΑθ 205/1995 ΕπΣυγκΔ 1998,552 – ΕφΑθ 12362/1988 ΕπΣυγκΔ 1990,90 – ΕφΑθ 12243/1988 ΕπΣυγκΔ 1990,428 – ΕφΑθ 2941/1981 ΕπΣυγκΔ 1983/504 – ΜπρΑθ 6168/2001 ΕπΣυγκΔ 2002,53 – ΜπρΘεσ 19275/1997 ΕπΣυγκΔ 1998,496 – ΜπρΘεσ 3054/1988 ΕπΣυγκΔ 1989,252 – ΜπρΑθ 19275/1997 ΕπΣυγκΔ 1998,554 – ΜπρΑθ 4921/1986 ΕπΣυγκΔ 1988,250 – ΜπρΑθ 947/1981 ΕπΣυγκ Δ 1981,238.
Από τις μνημονευόμενες παραπάνω αποφάσεις αξίζει να επισημανθεί η ΜπρΑθ 19275/1997 ΕπΣυγκΔ 1998,554 η οποία με βάση την παραδοχή ότι ο πεζός την 9-5-1995 και ώρα 04.30 (πρωινή) είχε διανύσει από το πλάτους 16μ. οδόστρωμα απόσταση 14,5μ. δέχθηκε αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού κρίνοντας συγχρόνως ότι η ανίχνευση στο αίμα του πεζού οινοπνεύματος σε ποσοστό 1,04%ο, δεν τελούσε σε αιτιώδη συνάφεια με το ατύχημα. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονισθεί ότι ο πεζός ενόψει της ανιχνευθείσης ποσότητας οινοπνεύματος τελούσε σε κατάσταση πλήρους μέθης η οποία κατά τα διδάγματα της ιατρικής επιστήμης επηρεάζει την ικανότητα του προσώπου να προβαίνει σε ακριβείς κατά προσέγγιση εκτιμήσεις των αποστάσεων, δηλαδή να εκτιμήσει ο εν μέθη πεζός σε ποία απόσταση βρισκόταν το όχημα όταν ξεκινούσε να διασχίσει το οδόστρωμα και να βεβαιωθεί ότι θα μπορούσε να ολοκληρώσει το πέρασμα δεδομένου του πλάτους του οδοστρώματος. Τα πράγματα καθίστανται περισσότερο δυσχερή όταν το ατύχημα υπήρξε θανατηφόρο για τον πεζό γιατί δεν μπορεί, τότε, να διευκρινισθεί το άνω ζήτημα.
2. Συρρέουσα υπαιτιότητα οδηγού και πεζού
Στις περισσότερες περιπτώσεις ατυχημάτων εκτός διαβάσεως πεζών με θύματα τους τελευταίους συναντάται συρρέουσα υπαιτιότητα των οδηγών οχημάτων και των πεζών. Εναπόκειται στην απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας να προσδιορίσει ειδικότερα την αμέλεια κάθε εμπλεκόμενου προσώπου και καθορίσει το ποσοστό υπαιτιότητας πράγμα που έχει σημασία στον τελικό καθορισμό της αποζημιώσεως για τη, ζημία που υφίσταται ο παθών- πεζός και λαμβάνεται υπόψη στον καθορισμό της ηθικής βλάβης και σε περίπτωση θανατώσεως του θύματος της ψυχικής οδύνης των μελών της οικογενείας του (ΑΚ 932)
Από το μεγάλο αριθμό των αποφάσεων που δημοσιεύονται σε νομικά περιοδικά αναφέρονται ενδεικτικώς και κατά κατηγορίες οι παρακάτω ομάδες περιπτώσεις:
1. Περιπτώσεις με προέχουσα αμέλεια του οδηγού οχήματος. Σ’ αυτές ο οδηγός βαρύνεται είτε γιατί δεν αντιλήφθηκε από ικανή απόσταση τον διασχίζοντα το οδόστρωμα είτε γιατί εκινείτο με υπερβολική ταχύτητα την οποία δεν φρόντισε να μειώσει είτε γιατί δεν προέβη σε αποφευκτικό ελιγμό. Αντιστρόφως ο πεζός βαρύνεται με αμέλεια γιατί ανελέγκτως εισήλθε στο οδόστρωμα, το οποίο επιχείρησε να διασχίσει χωρίς να συμμορφωθεί προς τις επιταγές του εδαφίου ε’ της παρ. 4 του άρθ. 38 Κ.Ο.Κ.
α. Αμέλεια του οδηγού σε ποσοστό 80% και αμέλεια του πεζού σε ποσοστό 20%. Τέτοιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις από τη νομολογία είναι οι παρακάτω: ΕφΛαρ 919/2005 ΕπΣυγκΔ 2006,285 ΕφΑθ 3653/1999 ΕπΣυγκΔ 2001,279 ΕφΠειρ 622/1995 ΕπΣυγκΔ 1995,527 ΕφΑθ 5212/1993 ΕπΣυγκΔ 1994,537
β. Αμέλεια του οδηγού σε ποσοστό 70% και αμέλεια του πεζού σε ποσοστό 30%. Τέτοιες ενδεικτικές περιπτώσεις από τη νομολογία είναι οι παρακάτω: ΕφΠατρ 768/2006 ΑχΝομ 2007,642 – ΕφΛαρ 454/2006 ΕπΣυγκΔ 206,433 – ΕφΝαυπλ 12/1999 ΕπΣυγκΔ 1999,246 – ΕφΘεσ 35781997 ΕπΣυγκΔ 1998,204 – ΕφΠειρ 829/1993 ΕπΣυγκΔ 1995,57 – ΕφΚερκ 79/1992 ΕπΣυγκΔ 1992,462 – ΕφΑθ 1924/1992 και ΜΠρΑθ 822/1995 ΕπΣυγκΔ 1999,445 – ΕφΑθ 8914/1990 ΕπΣυγκΔ 1992,195 – ΕφΑθ 10933/1990 ΕπΣυγκΔ 1992,517 – ΕφΘεσ 2409/1990 ΕπΣυγκΔ 1992,188 – ΕφΑθ 7024/1986 ΕπΣυγκΔ 1988,178 – ΕφΑθ 11062/1981 ΕπΣυγκΔ 1982,28 επ – ΜΠρΘεσ 14887/2001 ΕπΣυγκΔ 2002,155 – ΤριμΔιοικΠρΑθ 4113/1995 ΕπΣυγκΔ 1995,362 – ΜΠρΑθ 1442/1994 ΕπΣυγκΔ 1994.464 – ΜΠρΑρτ 134/1993 ΕπΣκγΔ 1995,246 – ΜΠρΦλωρ 252/1987 ΕπΣυγκΔ 1989,376 επ – ΜΠρΑθ 1678/1980 ΕπΣυγκΔ 1982,179
γ. Αμέλεια του οδηγού σε ποσοστό 60% και αμέλεια του πεζού σε ποσοστό 40%.
Τέτοιες ενδεικτικές περιπτώσεις από τη νομολογία είναι οι παρακάτω: ΕφΑθ 4279/1994 ΕπΣυγκΔ 1197,15 επ – ΕφΑθ 162/1979 (εσφαλμένως αναγράφεται ως έτος αποφάσεως 1989) ΕπΣυγκΔ 1981,233 και 1992,157 – ΕφΑθ 784/1989 ΕπΣυγκΔ 1990,316 επ και 1991,369 – ΕφΑθ 13274/1988 ΕπΣυγκΔ 1992,48 – ΜΠρΞάνθ 13/1993 ΕπΣυγκΔ 1994,541.
δ. Ίση υπαιτιότητα οδηγού οχήματος και πεζού (50%-50%). Τέτοιες ενδεικτικά περιπτώσεις είναι οι παρακάτω: ΕφΚρ 238/2000 ΕπΣυγκΔ 2000,364 – ΕφΘεσ 117/1988 ΕπΣυγκΔ 1989, 194 – ΕφΑθ 10933/1986 ΕπΣυγκΔ 1991,520 – ΜΠρΕδεσ 332/1980 ΕπΣυγκΔ 1981,240.
Περιπτώσεις από τη νομολογία με προέχουσα υπαιτιότητα πεζού έναντι του οδηγού οχήματος:
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο πεζός επιχειρεί να διασχίσει το οδόστρωμα συνήθως ανέλεγκτα δηλαδή δεν λαμβάνει υπόψη την απόσταση του ερχόμενου οχήματος και δεν εκτιμά ορθώς την ταχύτητα με την οποία το τελευταίο κινείται. Από την άλλη πλευρά ο οδηγός ενός τέτοιου οχήματος συνήθως αιφνιδιάζεται και δεν επιχειρεί την δυνατή αποφευκτική ενέργεια, η οποία θα μπορούσε να έχει θετικά αποτελέσματα. Όταν μάλιστα η είσοδος του πεζού στο οδόστρωμα γίνεται κατά τρόπο που δεν επιτρέπει στον οδηγό οποιαδήποτε αποφευκτική ενέργεια, τότε συνήθως ο πεζός θα κρίνεται αποκλειστικά υπαίτιος του ατυχήματος. Τέτοιες ενδεικτικές περιπτώσεις από τη νομολογία μπορούν να’ αναφερθούν οι παρακάτω:
1. Αμέλεια του πεζού σε ποσοστό 80% και του οδηγού οχήματος σε ποσοστό 20%: ΕφΑθ 5436/1986 ΕπΣυγκΔ 1987,12 – ΜΠρΘεσ 6212/1987 ΕπΣυγκΔ 1988,511 – ΜπρΘεσ 4013/1987 ΕπΣυγκΔ 1988,509 επ.
2. Αμέλεια του πεζού σε ποσοστό 70% και του οδηγού οχήματος σε ποσοστό 30%: ΕφΑθ 3886/1994 ΕπΣυγκΔ 1995,253 – ΕφΠατρ 327/2006 ΑχΝομ 2004,625
3. Αμέλεια του πεζού σε ποσοστό 60% και του οδηγού οχήματος σε ποσοστό 40%: ΕφΑθ 5358/2004 ΕπΣυγκΔ 2005,144
Β. Ατυχήματα μέσα σε διαβάσεις πεζών ή εγγύς διαβάσεων.
Ένας ικανός αριθμός ατυχημάτων με θύματα πεζούς γίνεται είτε μέσα σε διαβάσεις πεζών (σηματοδοτούμενες ή όχι) είτε εγγύς τέτοιων διαβάσεων. Ανάλογα με το σημείο στο οποίο γίνεται το ατύχημα και σε συνδυασμό με άλλες περιστάσεις εκτιμάται η υπαιτιότητα στο ατύχημα και προσδιορίζεται το ποσοστό της, αν η υπαιτιότητα βαρύνει αμφότερα τα εμπλεκόμενα πρόσωπα.
Ι. Ατυχήματα μέσα σε σηματοδοτούμενη διάβαση πεζών
1. Με πράσινο σήμα για τους πεζούς
Σύμφωνα με το εδάφιο (α) της παρ.1 του άρθ. 7 Κ.Ο.Κ οι πεζοί μπορούν να διασχίζουν το οδόστρωμα όταν βλέπουν για την πορεία τους πράσινο σταθερό φως με σύμβολο άτομο που βαδίζει. Αντιστοίχως οι οδηγοί οχημάτων όταν έχουν για την πορεία τους ερυθρό σταθερό φως κυκλικής μορφής υποχρεούνται να σταματήσουν προς της ειδικής γραμμής διακοπής (βλ. εδάφιο β΄ της παρ.1 του άρθρ. 6 του ΚΟΚ). Και τούτο οφείλουν να πράττουν ανεξαρτήτως αν διέρχονται ή όχι πεζοί από τη διάβαση. Αν οι χρήστες της οδού συμμορφώνονται προς τις άνω ρυθμίσεις είναι φανερό ότι κατά κανόνα δεν θα συμβαίνουν ατυχήματα. Παρόλα αυτά δεν γίνεται πάντοτε έτσι. Ειδικότερα συμβαίνουν ατυχήματα με θύματα πεζούς οι οποίοι διέρχονται τη σηματοδοτούμενη διάβαση που έχει πράσινο φως. Συνιστάται επομένως στους πεζούς και όταν ακόμη διασχίζουν σηματοδοτούμενη διάβαση με πράσινο φως να προσέχουν ιδιαίτερα αν τα οχήματα σταματούν προ του ερυθρού γι’ αυτά σηματοδότη προκειμένου να τους παραχωρήσουν προτεραιότητα.
Κατά κανόνα σε τέτοιες περιπτώσεις η αποκλειστική ευθύνη για ατύχημα που συμβαίνει θα καταλογίζεται στον οδηγό του οδικού οχήματος που συνήθως θα παραβιάζει τον ερυθρό γι’ αυτό φως του σηματοδότη. Τέτοιες ενδεικτικές περιπτώσεις από τη νομολογία αντιμετωπίσθηκαν από τις παρακάτω αποφάσεις: ΕφΑθ 705/2003 ΕπΣυγκΔ 2003,435 – ΕφΑθ 6872/1997 ΕπΣυγκΔ 2000,636 – ΕφΑθ 5088/1993 ΕπΣυγκΔ 1994,535 – ΕφΑθ 10753/1990 ΕπΣυγκΔ 1990,51 – ΕφΑθ 12362/1988 ΕπΣυγκΔ 1990,92 – ΕφΘεσ 1420/1987 ΕπΣυγκΔ 1987,365 – ΜΠρΑθ 5165,2007 ΕπΣυγκΔ 2008,404 – ΜΠρΑθ 4840/1991 ΕπΣυγκΔ 1992,75
2. Με ερυθρό σήμα για τους πεζούς
α. Αποκλειστική υπαιτιότητα πεζού
Κρίθηκε ο πεζός αποκλειστικά υπαίτιος του ατυχήματος όταν εισέρχεται στη διάβαση για να τη διασχίσει τη στιγμή που ο σηματοδότης δείχνει για την πορεία του ερυθρό (απαγορευτικό) σήμα. Βλ. έτσι ΕφΑθ 2214/1978 ΕπΣυγκΔ 1981,246 – ΜπρΘεσ 20222/2001 αναφερόμενη από τον Νικ. Σιαπέρα στη μελέτη του δημοσιευμένη στην ΕπΣυγκΔ 2005,194 (198) – ΜΠρΑθ 4631/1987 ΕπΣυγκΔ 1987,419 επ.
β. Συρρέουσα ευθύνη πεζού και οδηγού οδικού οχήματος
Τέτοια συρρέουσα ευθύνη δέχονται ενδεικτικώς οι παρακάτω αποφάσεις: ΕφΑθ 288/1989 ΕπΣυγκΔ 1989,369 (πεζός: 70% – οδηγός 30%). Η υπαιτιότητα σε βάρος του οδηγού στηρίχθηκε κυρίως, στο γεγονός, ότι εκινείτο με ταχύτητα μεγαλύτερη της επιτρεπόμενης. Ομοίως τα ίδια ποσοστά δέχθηκε και η ΕφΑθ 1425/1999 ΕπΣυγκΔ 2001,284. Η υπαιτιότητα σε βάρος του οδηγού του οχήματος στηρίχθηκε στο γεγονός ότι αυτός καίτοι αντιλήφθηκε, άλλως όφειλε ν’ αντιληφθεί τον πεζό να διασχίζει κάθετα το οδόστρωμα εντός διαβάσεως εντούτοις δεν ανέκοψε ταχύτητα.
Η απόφαση του ΕφΑθ 4392/1990 ΕπΣυγκΔ 1993,39 καταλόγισε στον μεν πεζό υπαιτιότητα σε ποσοστό 20%, στον δε οδηγό του οχήματος υπαιτιότητα σε ποσοστό 80%. Το μεγάλο ποσοστό σε βάρος του οδηγού δικαιολογείται κατά την απόφαση γιατί ο οδηγός δεν διέκοψε την πορεία του ενόψει κιτρίνου σταθερού φωτός του σηματοδότη και ενώ στην πορεία του βρισκόταν η πεζή που διέσχιζε κάθετα το οδόστρωμα, ενώ για την πεζή η συνυπαιτιότητα στηρίχθηκε στο ότι επιχείρησε κάθετη διέλευση του οδοστρώματος πριν ανάψει ο πράσινος γι’ αυτή σηματοδότης και σταματήσουν όλα τα οχήματα.
Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι ο οδηγός οχήματος καίτοι έχει για την πορεία του πράσινο φως και αντιστοίχως ερυθρό φως ο διερχόμενος τη διάβαση πεζός δεν σημαίνει ότι απαλλάσσεται από την υποχρέωση να επιχειρήσει κάθε δυνατό ελιγμό προς αποφυγή του ατυχήματος. Επομένως συνυπαιτιότητά του δύναται να στηριχθεί στο ότι εκινείτο με ταχύτητα μεγαλύτερη της επιτρεπόμενης, εφόσον αυτή συνδέεται αιτιωδώς με το ατύχημα, ή παρέλειψε κάποιο δυνατό αποφευκτικό ελιγμό που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των συνεπειών του ατυχήματος.
ΙΙ. Ατύχημα σε διάβαση μη σηματοδοτούμενη
Οι βασικές νομοθετικές ρυθμίσεις περιέχονται στο άρθ 38 §4 εδ δ΄και άρθ. 39§§1,2 και 4 του ΚΟΚ. Από τις διατάξεις αυτές και ιδίως από την πρώτη τούτων προκύπτει ότι ο πεζός δεν έχει τη δυνατότητα κατά πάντα χρόνο να κατέρχεται στο οδόστρωμα προκειμένου να διασχίσει μη σηματοδοτούμενη διάβαση. Οφείλει προηγουμένως να λάβει υπόψη και να εκτιμήσει ορθά την απόσταση και την ταχύτητα των οχημάτων που πλησιάζουν. Μόνο εφόσον κατ’ αντικειμενική κρίση μπορεί να ολοκληρώσει τέτοια προσπάθεια, επιτρέπεται τότε να διασχίσει τη διάβαση. Τότε και οι οδηγοί οχημάτων, υποχρεούνται να πλησιάζουν τη διάβαση με ταχύτητα τόσο μικρή ώστε να μην εκθέτουν σε κίνδυνο τους πεζούς που τη χρησιμοποιούν ή εισέρχονται σ’ αυτή παραχωρώντας έτσι υπό τις άνω προϋποθέσεις προτεραιότητα διελεύσεως στους πεζούς. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο πεζός δεν αποκτά προτεραιότητα έναντι των οχημάτων από τη στιγμή που θελήσει να διασχίσει διάβαση πεζών εφόσον δεν ακολουθεί την επιταγή που διατυπώνεται στο εδάφιο (ε΄) της παρ. 4 του άρθρ. 38 ΚΟΚ.
1. Αποκλειστική υπαιτιότητα οδηγού
Σε ικανό αριθμό περιπτώσεων έχει καταλογισθεί αποκλειστική υπαιτιότητα για ατύχημα (παράσυρση πεζού μέσα σε μη σηματοδοτούμενη διάβαση) στον οδηγό. Η υπαιτιότητα αυτή στηρίζεται στο γεγονός ότι ο οδηγός κινείται με υπερβολική ταχύτητα και δεν αντιλαμβάνεται την ύπαρξη διαβάσεως πεζών και τη διέλευση από αυτές πεζών, ιδιαίτερα μάλιστα όταν οι τελευταίοι έχουν διασχίσει το μείζον τμήμα της διαβάσεως που σημαίνει ότι όταν εισήλθαν στη διάβαση τα ζημιογόνα αυτοκίνητα ήσαν σε απόσταση τέτοια ώστε λαμβανομένης υπόψη και της επιτρεπόμενης ταχύτητας μπορούσαν να υπολογίζουν οι πεζοί την ακίνδυνη διέλευση της διαβάσεως. Αν αντιθέτως η παράσυρση του πεζού γίνεται στην αρχή της διαβάσεως, συνάγεται εντεύθεν ότι οι πεζοί δεν συμμορφώθηκαν με τη ρύθμιση του εδαφίου (δ) της παρ. 4 του άρθ. 38 ΚΟΚ.
Η νομολογία είχε την ευκαιρία να ασχοληθεί με τέτοιες υποθέσεις στις οποίες δέχθηκε αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού του ζημιογόνου οχήματος. Ενδεικτικώς μπορούν ν’ αναφερθούν οι παρακάτω αποφάσεις: ΕφΑθ 8878/1995 ΕπΣυγκΔ 1997,11 – ΕφΠειρ 1152/1991 ΕπΣυγκΔ 1991, 542 – ΕφΑθ 11184/1988 ΕπΣυγκΔ 1990,126 – ΕφΑθ 13714/1988 ΕπΣυγκΔ 1992,46 (αφορά περίπτωση παρασύρσεως δύο ηλικιωμένων πεζών ηλικίας 88 και 79 ετών που διέσχιζαν το οδόστρωμα μέσα σε διαβάσεις πεζών που ήσαν εμφανείς) ΜΠρΗρακλείου 60/2006 ΕπΣυγκΔ 2007,512 (αφορά περίπτωση οδηγού ΙΧΕ ο οποίος κινούμενος με υπερβολική για τις περιστάσεις ταχύτητα και υπό την επήρεια οινοπνεύματος παρέσυρε 6 χρονο που διέσχιζε με τους γονείς του το οδόστρωμα ΕΝΤΟΣ ΔΙΑΒΑΣΕΩΝ) ΜΠρΑθ 5793/1989 ΕπΣυγκΔ 1990, 313 (αφορά περίπτωση παρασύρσεως πεζών από όχημα που διέσχιζαν το οδόστρωμα εντός διαβάσεων και είχαν διέλθει το μείζον τμήμα του εκ τριών λωρίδων οδοστρώματος και υπολείπονταν ακόμη διάστημα 1,5μ.)
2. Συρρέουσα υπαιτιότητα οδηγού οχήματος και πεζού.
Σε ορισμένες περιπτώσεις έχει διαγνωσθεί με απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας συρρέουσα υπαιτιότητα του εμπλακέντος στο ατύχημα οδηγού οχήματος και του εντός των διαβάσεων παρασυρθέντος πεζού βλ. σχετικώς την απόφαση του ΕφΛαρ 179/19980 ΕπΣυγκΔ 1983,304 που δέχθηκε υπαιτιότητα του εμπλακέντος οδηγού σε ποσοστό 70% και του παρασυρθέντος εντός διαβάσεων πεζού σε ποσοστό 30%. Την αμέλεια του οδηγού στήριξε στο γεγονός εκινείτο με ταχύτητα υπερβαίνουσα την οριζόμενη βάσει πινακίδας σε 40 Χ/Ω, την οποία δεν ανέκοψε μολονότι αντιλήφθηκε τον παθόντα από ικανή απόσταση. Την συντρέχουσα αμέλεια του πεζού στήριξε στην παραδοχή ότι αυτός επιχείρησε να διέλθει την διάβαση παρά το γεγονός ότι αντιλήφθηκε την επικίνδυνη οδήγηση του οχήματος και περαιτέρω γιατί στάθμευσε αποτόμως μέσα στη διάβαση, την οποία δεν μπορούσε να προβλέψει ο οδηγός υπολαμβάνοντας ότι μέχρι να πλησιάσει τη διάβαση, ο πεζός θα είχε διέλθει.
ΙΙΙ. Ατύχημα εκτός διαβάσεως και σε απόσταση από αυτή.
Η διάταξη του εδαφίου (δ) της §4 του άρθρ. 38 ΚΟΚ με την προαναφερθείσα παραπάνω διατύπωση δεν καθιερώνει δικαίωμα προτεραιότητας υπέρ των πεζών υπό την έννοια ότι ο πεζός δύναται να κατέρχεται στο οδόστρωμα προκειμένου να διασχίσει μη σηματοδοτούμενη διάβαση πεζών και να υποχρεώνει έτσι τα διερχόμενα οχήματα να διακόπτουν υποχρεωτικά την πορεία τους προκειμένου να του παραχωρήσουν προτεραιότητα. Κάτι τέτοιο άλλωστε θα ήταν άκρως επικίνδυνο και θα προκαλούσε κινδύνους ατυχημάτων ιδιαίτερα μεταξύ των οχημάτων.
Σύμφωνα με την άνω διάταξη ο πεζός δικαιούται να διασχίσει διάβαση λαμβάνοντας υπόψη την απόσταση και την ταχύτητα των οχημάτων, τα οποία από την πλευρά τους πρέπει, εφόσον τούτο δεν συνδέεται με κινδύνους, να μειώνουν ταχύτητα για να διευκολύνουν τον πεζό μέχρι να ολοκληρώσει ο τελευταίος τη διέλευση της διαβάσεως παραχωρώντας έτσι με τον τρόπο αυτό προτεραιότητα στον πεζό σύμφωνα με το τελευταίο υποεδάφιο του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 του άρθ. 39 ΚΟΚ.
Η καθημερινή πρακτική δείχνει ότι πολλές φορές πεζοί προσπαθούν να διασχίσουν οδόστρωμα όχι ακριβώς μέσα από τις υπάρχουσες διαβάσεις πεζών (σηματοδοτούμενες ή μη) αλλά από σημείο που βρίσκονται πλησίον αυτών. Γεννάται τότε ζήτημα πως πρέπει να αντιμετωπίζονται τέτοιοι πεζοί. Κατά μία επιεική άποψη τέτοιοι πεζοί εφόσον το σημείο διελεύσεώς τους από απόσταση περίπου 10 μ. από τις ευδιάκριτες διαβάσεις πεζών πρέπει να αντιμετωπίζονται ως διερχόμενοι από διάβαση πεζών πράγμα που έχει σημασία στο θέμα της υπαιτιότητας. Πάντως όσο απομακρύνεται το σημείο ενός ατυχήματος από τις ευδιάκριτες διαβάσεις πεζών, τόσο περισσότερο πρέπει να αυξάνει η προσοχή επιμέρους του πεζού και η υπαιτιότητα να βαρύνει περισσότερο τον πεζό. Βέβαια στην τελική κρίση βαρύνουν όλες οι συνοδεύουσες ένα ατύχημα περιστάσεις που δεν είναι τις περισσότερες φορές γνωστές εκ των προτέρων.
Παρακάτω θα παρατεθούν ορισμένες ενδεικτικές περιπτώσεις από τη νομολογία και θα καταβληθεί προσπάθεια μήπως είναι δυνατό να διατυπωθούν κατευθυντήριες σκέψεις. Η παράθεση της νομολογίας θα γίνει με βάση το κριτήριο της αποστάσεως του σημείου του ατυχήματος από τις υπάρχουσες διαβάσεις πεζών.
1. Παράσυρση πεζού εκτός διαβάσεως (σηματοδοτούμενη ή μη) που βρίσκεται σε μικρή απόσταση ή εγγύς αυτής.
Σε μια τέτοια περίπτωση η νομολογία δέχθηκε με κάποια θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς, αυστηρότητα έναντι του πεζού προέχουσα μεν υπαιτιότητα του οδηγού οχήματος, αλλά παράλληλα και σε σημαντικό βαθμό υπαιτιότητα του πεζού. Εν προκειμένω μπορούν να αναφερθούν από τις δημοσιευθείσες αποφάσεις η ΕφΘεσ 1387/2004 ΕπΣυγκΔ 2004, 342 που δέχθηκε επί παρασύρσεως πεζού εκτός σηματοδοτούμενης διαβάσεως πεζών που βρισκόταν σε μικρή, αλλά μη καθοριζόμενη στην απόφαση, απόσταση από το σημείο του ατυχήματος, συμβολή στο ατύχημα του μεν οδηγού σε ποσοστό 60% του δε πεζού σε ποσοστό 40%, ενώ το ΕφΑθ 2051/1978 ΕπΣυγκΔ 1981,247 δέχθηκε σε ατύχημα που έγινε εγγύς των διαβάσεων με θύμα πεζό υπαιτιότητα του μεν οδηγού σε ποσοστό 70%, του δε πεζού σε ποσοστό 30%
2. Παράσυρση πεζού εκτός διαβάσεως που βρίσκεται σε απόσταση από το σημείο του ατυχήματος από 7,80μ. μέχρι 11,5μ.
α. Η απόφαση του ΕφΑθ 15357/1988 ΕπΣυγκΔ 1990,106 είχε να κρίνει περίπτωση παρασύρσεως πεζής που βαδίζει με τη φίλη της σε απόσταση 7,80μ. από σηματοδοτούμενη διάβαση πεζών που έδειχνε πράσινο φως για τους πεζούς γιατί αυτή (διάβαση) ήταν κατειλημμένη από σταθμεύοντα οχήματα προ του ερυθρού γι’ αυτά σηματοδότη. Ενώ η άνω πεζή πλησίαζε στο πεζοδρόμιο ο ερυθρός για τα οχήματα σηματοδότης έγινε πράσινος, οπότε και ξεκίνησε το ζημιογόνο όχημα και παρέσυρε την πεζή. Το Εφετείο τελικώς δέχθηκε αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού χωρίς καμία συνυπαιτιότητα να βαρύνει την πεζή. Κατά την απόφαση μόνη η εκτός διαβάσεων κίνηση της πεζής δεν συντέλεσε στο ατύχημα, το οποίο θα αποφευγόταν αν ο οδηγός κατέβαλε την επιβαλλόμενη προσοχή.
β. Κατά τις παραδοχές της αποφάσεως του ΜΠρΑθ 1275/2005 ΕπΣυγκΔ 2005, 568 ο ηλικίας 72 ετών πεζός επιχείρησε να διασχίσει καθέτως το οδόστρωμα της οδού Φιλολάου σε σημείο απέχων απόσταση μικρότερη των 8μ. από την υπάρχουσα διάβαση πεζών οπότε και παρασύρθηκε από διερχόμενη μοτοσικλέτα που εκινείτο με υπερβολική ταχύτητα πέρα του επιτρεπόμενου ορίου των 50χ/ω. Με την άνω απόφαση ο οδηγός της μοτοσικλέτας κρίθηκε αποκλειστικά υπαίτιος του ατυχήματος χωρίς καμία συνυπαιτιότητα να βαρύνει τον πεζό δεδομένου ότι και αν επιχειρούσε τη διάσχιση του οδοστρώματος από την εγγύς υπάρχουσα διάβαση και πάλι θα παρασυρόταν από την ιλιγγιωδώς κινούμενη μοτοσικλέτα, δηλαδή η κίνηση του πεζού εκτός διαβάσεως δεν συνδέεται αιτιωδώς με την παράσυρση.
γ. Κατά τις παραδοχές της αποφάσεως του ΕφΑθ 1324/1989 ΕπΣυγκΔ 1989,335 πεζός παρασύρθηκε όταν ανέλεγκτα επιχείρησε να διασχίσει το οδόστρωμα από σημείο που βρισκόταν σε απόσταση μη υπερβαίνουσα τα 10μ. από σηματοδοτούμενη διάβαση πεζών. Με την άνω απόφαση το μείζον ποσοστό υπαιτιότητας, ήτοι 85% καταλογίσθηκε στον οδηγό του ζημιογόνου οχήματος και μόλις ποσοστό 15% στον παρασυρθέντα πεζό γιατί ανέλεγκτα προσπάθησε να διασχίσει το οδόστρωμα.
δ. Κατά τις παραδοχές της αποφάσεως του ΕφΑθ 15125/1988 ΕπΣυγκΔ1990,371 ο πεζός παρασύρθηκε από δίκυκλο μοτοποδήλατο τη στιγμή που ανέλεγκτα επιχειρούσε την 09:00 ώρα να διασχίσει καθέτως το προς Αμπελοκήπους ρεύμα της λεωφόρου Κηφισίας εκτός διαβάσεως πεζών που βρίσκονταν σε απόσταση 11.30μ. από το σημείο του ατυχήματος. Με την άνω απόφαση καταλογίσθηκε σε καθένα από τους εμπλακέντες (οδηγός – πεζός) ίσος βαθμός υπαιτιότητας (50%). Ειδικότερα στον οδηγό καταλογίσθηκε ότι παρόλο που αντιλήφθηκε τον πεζό από απόσταση 30μ. να διασχίζει καθέτως τη λεωφόρο, εντούτοις δεν ανέκοψε την υπερβολική ταχύτητα των 60 χ/ω με την οποία εκινείτο. Στον πεζό καταλογίσθηκε το ίδιο ποσοστό υπαιτιότητας γιατί αυτός αποπειράθηκε να διασχίσει καθέτως την άνω λεωφόρο που εμφανίζει μεγάλη κυκλοφοριακή κίνηση εκτός διαβάσεων βιαστικά και ανέλεγκτα.
ε. Κατά τις παραδοχές της αποφάσεως του ΕφΑθ 6460/1987 ΕπΣυγκΔ 1989,371 το ατύχημα έγινε όταν η παθούσα επιχειρούσε να διασχίσει καθέτως την οδό Πατησίων των Αθηνών εκτός σηματοδοτούμενης διαβάσεως πεζών που απείχε από το σημείο της παρασύρσεως (17) μέτρα και έδειχνε πράσινο για τα αυτοκίνητα και ερυθρό για πεζούς. Η πεζή στην άνω βιαστική της προσπάθεια γλίστρησε και έπεσε στο οδόστρωμα και ο οδηγός του οχήματος λόγω της μεγάλης ταχύτητας, του ανεπαρκούς φωτισμού γιατί ήταν νύκτα και γιατί δεν φορούσε όπως έπρεπε τα γυαλιά μυωπίας του, την εξέλαβε ως «μαύρη σακούλα σκουπιδιών» και για το λόγο αυτό πέρασε με το οδηγούμενο απ’ αυτόν αυτοκίνητο πάνω από το σώμα της τραυματίζοντάς την θανάσιμα. Με την άνω απόφαση υπαιτιότητα σε ποσοστό 50% καταλογίσθηκε σον οδηγό του οχήματος. Το ίδιο αυτό ποσοστό καταλογίσθηκε και στην πεζή η οποία βιαστικά και απρόσεκτα κινούμενη προσπάθησε να διασχίσει το οδόστρωμα εκτός των πλησίον σηματοδοτούμενης διαβάσεως πεζών.
στ. Κατά τις παραδοχές του ΕφΑθ 6325/2000 ΕπΣυγκΔ 2005,209 η πεζή την 23:50 ώρα της 19-9-1997 επιχείρησε να διασχίσει τη λεωφόρο Μεσογείων των Αθηνών πλησίον διαβάσεως σηματοδοτούμενης που έδειχνε κόκκινο φως για τους πεζούς και πράσινο φως για τα οχήματα οπότε και παρασύρθηκε από διερχόμενο όχημα, ο οδηγός του οποίου παρά την τροχοπέδηση που ενήργησε δεν μπόρεσε ν’ αποφύγει την πεζή, η οποία και με την παλινδρόμηση επί του οδοστρώματος παραπλάνησε τον οδηγό ώστε αυτός να προβεί στους ορθούς αποφευκτικούς ελιγμούς. Με την προαναφερόμενη απόφαση η αποκλειστική υπαιτιότητα για το ατύχημα καταλογίσθηκε στην ίδια την πεζή χωρίς καμία συνυπαιτιότητα να βαρύνει τον οδηγό ο οποίος υπό τις άνω συνθήκες δεν μπορούσε ν’ αποφύγει το ατύχημα.
ζ. Κατά τις παραδοχές της αποφάσεως του ΕφΑθ 333/1999 ΕπΣυγκΔ 2000,42 επ. το ατύχημα έγινε την 04:15 (πρωινή) ώρα της 28-11-1996. Τότε ο εναγόμενος οδηγώντας το μοτοποδήλατό του εκινείτο επί της οδού Θηβών στο Αιγάλεω με κατεύθυνση προς Περιστέρι. Το μοτοποδήλατο διήλθε τη διασταύρωση της άνω οδού με την οδό Βορείου Ηπείρου τη στιγμή που οι φωτεινοί σηματοδότες έδειχναν για τα οχήματα πράσινο φως. Σε απόσταση (15) μέτρων από την άνω διασταύρωση παρέσυρε τον πεζό ο οποίος προσπαθούσε κάθετα να διασχίσει την οδό Θηβών από αριστερά προς τα δεξιά και τότε είχε διανύσει το μισό του πλάτους 9μ. οδοστρώματος. Με την άνω απόφαση το μείζον ποσοστό υπαιτιότητας (80%) καταλογίσθηκε στον πεζό, ενώ ποσοστό 20% καταλογίσθηκε στον οδηγό γιατί αυτός εκινείτο με ανεπαρκή φωτισμό παρόλο ότι ήταν νύκτα με αυξημένη ταχύτητα και δεν είχε τεταμένη την προσοχή του ώστε εν περιπτώσει ανάγκης να προβεί στον κατάλληλο αποφευκτικό ελιγμό βλ. ακόμη και ΕφΑθ 8615/1996 ΕπΣυγκΔ 1997,202
3. Παράσυρση πεζού εκτός διαβάσεως που βρίσκεται σε απόσταση από το σημείο του ατυχήματος 30μ. και περισσότερο.
Κατά τις παραδοχές της αποφάσεως του ΜΠρΑθ 1719/1989 ΕπΣυγκΔ 1990,420 πεζή που είχε διασχίσει τα 3/4 του οδοστρώματος εκτός διαβάσεως παρασύρθηκε από αυτοκίνητο που εκινείτο με υπερβολική ταχύτητα και σταμάτησε μετά την παράσυρση σε απόσταση 80μ. Με την άνω απόφαση η αποκλειστική υπαιτιότητα για το ατύχημα καταλογίσθηκε στον οδηγό χωρίς καμία συνυπαιτιότητα να βαρύνει τον ενάγουσα – πεζή, η οποία μετά από έλεγχο κατήλθε στο οδόστρωμα και εύλογα πίστευε ότι μπορούσε να το διασχίσει χωρίς κίνδυνο για την ίδια και τους τρίτους. Προστίθεται περαιτέρω στην απόφαση ότι η παράλειψη της πεζής να χρησιμοποιήσει τις αποχρωματισμένες και ευρισκόμενες σε απόσταση 30μ. διαβάσεις δεν τελούν σε αιτιώδη συνάφεια με το ατύχημα.
Αντιθέτως με τη απόφαση του ΜπρΘεσ 29816/2002 (αναφέρεται στη μελέτη Νικ. Σιαπέρα ΕπΣυγκΔ 2005,194 (198) καταλογίσθηκε υπαιτιότητα για το ατύχημα σε πεζό και σε ποσοστό 60% ο οποίος επιχείρησε να διασχίσει κάθετα το οδόστρωμα από σημείο που δεν υπήρχαν διαβάσεις πεζών (τέτοιες υπήρχαν σε απόσταση από το εν λόγω σημείο) και επιχείρησε να εξέλθει στο απέναντι πεζοδρόμιο διερχόμενος ανάμεσα από σταματημένα λόγω φωτεινού σηματοδότη οχήματα χωρίς προηγουμένως να ελέγξει και να βεβαιωθεί ότι δεν παρεμποδίζει την κυκλοφορία. Αντιθέτως στον οδηγό του ζημιογόνου οχήματος καταλογίσθηκε μικρότερο ποσοστό υπαιτιότητας (40%).
Κατά τις παραδοχές του δικαστηρίου το ατύχημα έγινε την 05:11 (πρωινή) ώρα της 25-11-1995 στην παραλιακή λεωφόρο Θεσ/νίκης πλησίον του ξενοδοχείου «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΠΑΛΛΑΣ». Τότε η οδηγός του οχήματος κινούμενη με υπερβολική ταχύτητα πέρα της επιτρεπόμενης των 50χ/ω δεν αντιλήφθηκε εγκαίρως δύο νεαρούς πεζούς οι οποίοι προσπαθούσαν εκτός διαβάσεως να διασχίσουν καθέτως το οδόστρωμα πιασμένοι χέρι & χέρι με αποτέλεσμα να τους παρασύρει. Με την απόφαση του ΕφΘεσ 215/2000 ΕπΣυγκΔ 2000,408 καταλογίσθηκε για το ατύχημα υπαιτιότητα στην μεν οδηγό 70% στους δε πεζούς 30%. Η συνυπαιτιότητα των πεζών στηρίχθηκε στη διαπίστωση ότι οι πεζοί δεν χρησιμοποίησαν τη διάβαση πεζών που υπήρχε σε απόσταση 40μ. ούτε την υπάρχουσα σε μικρότερη απόσταση αερογέφυρα χωρίς προηγουμένως να κοιτάξουν αν κινούνται οχήματα στο οδόστρωμα της λεωφόρου.
Κατά τις παραδοχές της αποφάσεως του ΜΠρΑθ 5887/1990 ΕπΣυγκΔ 1992,310 το ατύχημα συνέβη όταν ο πεζός προσπαθώντας να διασχίσει κάθετα τη λεωφόρο είχε διανύσει τις δύο από τις τρεις λωρίδες κυκλοφορίας και ενόσω βρισκόταν στην τρίτη λωρίδα κυκλοφορίας. Στον οδηγό καταλογίσθηκε υπαιτιότητα σε ποσοστό 20% γιατί δεν ανέκοψε ταχύτητα, αλλά συνέχισε την πορεία του με την ίδια ταχύτητα και δεν ενήργησε αποφευκτικό ελιγμό. Στον παθόντα πεζό καταλογίσθηκε υπαιτιότητα ποσοστό 80% γιατί επιχείρησε ανέλεγκτα και βιαστικά να διασχίσει το οδόστρωμα με πυκνή κυκλοφοριακή κίνηση και εκτός υπόγειας διαβάσεως πεζών που βρίσκονταν σε απόσταση (54μ) από το σημείο του ατυχήματος.
Κατά τις παραδοχές της αποφάσεως του ΜΠρΗρακλείου 465/1997 ΕπΣυγκΔ 1998,228 το ατύχημα συνέβη γιατί ο οδηγός παρέσυρε τον πεζό που επιχειρούσε να διασχίσει το οδόστρωμα παρόλη τη δυνατότητα που είχε ο οδηγός να αντιληφθεί τον πεζό και παρά την προσπάθειά του να ειδοποιήσει τον πεζό με ηχητικό σήμα. Με την απόφαση καταλογίσθηκε στον οδηγό υπαιτιότητα σε ποσοστό 70%. Στον παθόντα πεζό καταλογίσθηκε υπαιτιότητα σε ποσοστό 30% γιατί προσπάθησε βραδυπορώντας να διασχίσει καθέτως το οδόστρωμα εθνικής οδού στην οποία κινούνται οχήματα με αυξημένη ταχύτητα και δεν χρησιμοποίησε τη διάβαση πεζών που βρισκόταν σε απόσταση 60-70μ από το σημείο του ατυχήματος.
Κατά τις παραδοχές της αποφάσεως του ΕφΑθ 12123/1979 ΕπΣυγκΔ 1983,507 σε χρόνο που οι δύο γυναίκες επιχείρησαν πεζές να διασχίσουν το οδόστρωμα της εθνικής οδού (περιοχή Κάτω Πατησίων & Αθηνών) και σε χρόνο που αυτές είχαν διανύσει τις δύο από τις τρεις λωρίδες κυκλοφορίας. Στον οδηγό καταλογίσθηκε υπαιτιότητα σε ποσοστό 60% γιατί καίτοι η οδός ήταν ευθεία σε απόσταση 1000μ. αυτός κινούμενος με ταχύτητα 70χ/ω καθυστερημένα τις αντιλήφθηκε από απόσταση μόλις 15μ., ενώ έπρεπε νωρίτερα. Στην παθούσα πεζή καταλογίσθηκε υπαιτιότητα σε ποσοστό 40% γιατί δεν ήλεγξε προηγουμένως την κίνηση των οχημάτων και δεν χρησιμοποίησε την εναέρια διάβαση πεζών, που υπήρχαν σε απόσταση 200μ.
Σχολιάζοντας την αιτιολογία της άνω αποφάσεως σχετικώς με το ορισθέν ποσοστό συνυπαιτιότητας της αιτούσας πεζής θα μπορούσε να διατυπώσει την άποψη ότι φαίνεται μάλλον υπερβολική η αξίωση που κατευθύνεται στο βάρος του πεζού να χρησιμοποιήσει διάβαση πεζών που βρίσκεται σε τόσο μεγάλη απόσταση (βλ. σχ. Αρθ. 190 παρ.2 του ιταλικού Codice della Strada που ορίζει την απόσταση αυτή σε 100μ.). Επομένως μάλλον δεν επιτρέπεται να καταλογίζεται στον πεζό ότι δεν χρησιμοποίησε διάβαση ευρισκόμενη σε τόσο μακρινή απόσταση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ελαφρύνει τη θέση του πεζού. Ο τελευταίος προτιθέμενος να διασχίσει καθέτως εθνική οδό με πυκνή κυκλοφορία οχημάτων που αναπτύσσουν υψηλές ταχύτητες και οι οδηγοί των οποίων συνήθως δεν αναμένουν διάβαση πεζών, όταν λείπουν διαβάσεις, έχει την υποχρέωση να επιδείξει ιδιαίτερη προσοχή και να συμμορφωθεί προς τις επιταγές του εδαφίου (ε) της παρ. 4 του άρθρ. 38 ΚΟΚ, δηλαδή να διέλθει το οδόστρωμα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μη παρεμποδιστεί η κυκλοφορία των οχημάτων, ώστε τα τελευταία να μην αναγκασθούν σε αιφνίδια τροχοπέδηση που θα προκαλέσει κινδύνους γενικώς στην κυκλοφορία.
Κατά τις παραδοχές του δικαστηρίου ΕφΑθ 2209/1999 ΕπΣυγκΔ 2005,206 το ατύχημα έγινε την 04:50 πρωινή ώρα της 24-12-1993. Τότε ο ηλικίας 18 ετών που βρισκόταν υπό την επήρεια μέθης γιατί στο αίμα του ανιχνεύθηκε οινόπνευμα σε ποσοστό 1,55 %ο επιχείρησε να διασχίσει το πλάτος 15,80μ. και αποτελούμενο από (5) λωρίδες κυκλοφορίας οδόστρωμα της λεωφόρου Συγγρού. Κατά την απόφαση στον οδηγό δεν καταλογίσθηκε καμία υπαιτιότητα γιατί έβαινε κανονικά στη λωρίδα κυκλοφορίας του και δεν είχε τη δυνατότητα αποφευκτικού ελιγμού γιατί αντιλήφθηκε τον πεζό μόλις στα 5μ. όταν ο πεζός αιφνιδίως παρεμβλήθηκε στην πορεία του. Η αποκλειστική υπαιτιότητα για το ατύχημα ενόψει των άνω παραδοχών καταλογίσθηκε στον πεζό, ο οποίος μάλιστα και δεν χρησιμοποίησε τις πλησίον του ατυχήματος υπόγειες για πεζούς διαβάσεις.
Κατά τις παραδοχές του δικαστηρίου ΜΠρΑθ 3524 ΕπΣυγκΔ 1988,173 επ. ο πεζός επιχείρησε εκτός διαβάσεων (υπόγειες υπήρχαν λίγο πιο κάτω από το σημείο του ατυχήματος) να διασχίσει το οδόστρωμα της λεωφόρου Συγγρού πλάτους 13,50μ. Ο πεζός παρασύρθηκε από το όχημα όταν είχε διανύσει απόσταση 12.50μ. και υπολειπόταν ακόμη διάστημα 1μ. για να ανέλθει στο κράσπεδο της κλεισμένης με κιγκλιδώματα νησίδας ασφαλείας. Με την απόφαση στον οδηγό καταλογίσθηκε υπαιτιότητα σε ποσοστό 70% γιατί εκινείτο με υπερβολική ταχύτητα και έπρεπε να είχε αντιληφθεί τον πεζό αφού ο τελευταίος κατά την παράσυρση είχε διανύσει τόση απόσταση. Στον πεζό καταλογίσθηκε υπαιτιότητα σε ποσοστό 30% γιατί ανέλεγκτα επιχείρησε να διασχίσει το οδόστρωμα εκτός διαβάσεων που υπήρχαν σε μικρή απόσταση.