facebook
Αρχική Νομολογία Υπαιτιότης - Συνυπαιτιότης Ζώνη Ασφαλείας Συνοδηγού – Έλλειψη (1) Ένσταση Συντρέχοντος Πταίσματος – Απορριπτέα Υπόκειται στον Αναιρετικό Ελεγχο Απόφ. Α.Π. 1107/2002 ΤΕΥΧΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2005 ΣΕΛ.581

Ζώνη Ασφαλείας Συνοδηγού – Έλλειψη (1) Ένσταση Συντρέχοντος Πταίσματος – Απορριπτέα Υπόκειται στον Αναιρετικό Ελεγχο Απόφ. Α.Π. 1107/2002 ΤΕΥΧΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2005 ΣΕΛ.581

Ζώνη Ασφαλείας Συνοδηγού – Έλλειψη (1)
Ένσταση Συντρέχοντος Πταίσματος – Απορριπτέα Υπόκειται στον Αναιρετικό Ελεγχο
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 33 παρ. 1 και 88 παρ. 16 του Ν. 2094/1992 (Κ. Ο. Κ) προκύπτει, ότι και ο συνοδηγός υποχρεούται να φέρει ζώνη ασφαλείας. Η μη συμμόρφωση του προς την άνω επιβαλλόμενη σ’ αυτόν υποχρέωση, αν και δεν θεμελιώνει μόνη αυτή υπαιτιότητα στην επέλευση αυτοκινητικού ατυχήματος, αποτελεί αναμφιβόλως στοιχείο, η στάθμιση του οποίου από το δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης παραλείψεως και του επελθόντος αποτελέσματος.
Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς τη συνδρομή ή όχι συντρέχοντος πταίσματος του ζημιωθέντος στην επέλευση της ζημίας υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου ως προς το αν τα πραγματικά περιστατικά, που το δικαστήριο της ουσίας δέχεται ανελέγκτως, ως αποδειχθέντα, συγκροτούν την έννοια του συντρέχοντος πταίσματος.
Στον έλεγχο του Αρείου Πάγου υπόκειται επίσης και μάλιστα από την άποψη της παραβιάσεως των διδαγμάτων της κοινής πείρας και την ορθή υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας, κατά πόσον τα περιστατικά του πταίσματος του ζημιωθέντος, που δέχθηκε κυριαρχικώς ως αποδειχθέντα το δικαστήριο της ουσίας, επιτρέπουν το συμπέρασμα να θεωρηθεί, αντικειμενικώς ορισμένο γεγονός, ως πρόσφορη αιτία του ζημιογόνου αποτελέσματος.
Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο δέχθηκε, ότι ναι μεν ο αναιρεσίβλητος, που καθόταν στη θέση του συνοδηγού στο αυτοκίνητο, δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας, πλην όμως η πτώση και η πρόσκρουση του αυτοκινήτου ήταν τόσο σφοδρή, ώστε, και αν ακόμη φορούσε, δεν θα αποτρεπόταν ο τραυματισμός του.
Επομένως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο εκ του άρθρου 559 αρ. 1 και 19 Κ.Πολ.Δ. απορρέων αντίθετος πρώτος λόγος αναιρέσεως. Είναι δε απαράδεκτος, κατά τα λοιπά, ο ίδιος λόγος, εφόσον πλήττεται η ανέλεγκτη από το Εφετείο γενόμενη εκτίμηση των αποδείξεων (αρθρ. 561 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.).

Απόφ. Α.Π. 1107/2002
Πρόεδρος: Αντ. Παπαθεοδώρου,
Εισηγητής : Αθ. Κρητικός (ήδη Αντιπρόεδρος Α.Π.)
Δικηγόροι : Φωτ. Σταφυλά-Καζάκου – Δημ. Ντανάκας – Παρ. Λιάρτης

Σχόλια – Παρατηρήσεις

1) Η ένσταση συντρέχοντος πταίσματος, λόγω μη χρήσης της ζώνης ασφαλείας θα πρέπει να εξετασθεί από το Δικαστήριο της ουσίας με βάση τα πραγματικά περιστατικά, και πρωτίστως εάν συνέβαλλε στο επελθόν αποτέλεσμα. Στην πράξη, αρκετές φορές έχει κριθεί ότι η σφοδρότητα της σύγκρουσης ήταν τέτοια ώστε ο τραυματισμός (ή θάνατος) του παθόντος θα επήρχετο ανεξάρτητα από την χρήση της ζώνης ασφαλείας. Βλ. Μον.Πρ.Βερ. 86/ΑΥ/2000, ΣΕΣυγκΔ 2004/87, Μον.Πρ.Ροδόπ. 127/2002 ΣΕΣυγκΔ 2003/246, Μον.Πρ.ΑΘ. 4079/2003 ΣΕΣυγκΔ 2003/500, Μον.Πρ.ΑΘ. 384/2003 ΣΕΣυγκΔ 2003/632, Μον.Πρ.ΑΘ. 2891/2001 ΣΕΣυγκΔ 2002/438, Εφ.ΑΘ. 1183/2003 ΣΕΣυγκΔ 2003/565. Εφ.ΑΘ. 8731/2001 ΣΕΣυγκΔ 2004/243, Εφ.Αθ. 5218/2001 ΣΕΣυγκΔ 2001/643 Πλούσια σχετική νομολογία βλ. επίσης Ον.Ονουφριά-δη «ΤΟ ΤΡΟΧΑΙΟ ΑΤΥΧΗΜΑ» Σελ. 115.