facebook
Αρχική Νομολογία Αποζημίωση επί θανατώσεως προσώπου Ψυχική οδύνη αλλοδαπών Εφαρμοστέο άμεσα το Ελληνικό δίκαιο

Ψυχική οδύνη αλλοδαπών Εφαρμοστέο άμεσα το Ελληνικό δίκαιο

Ψυχική Οδύνη Αλλοδαπών
Εφαρμοστέο ΑΜΕΣΑ το Ελληνικό Δίκαιο (ΑΚ 26, 932)
χωρίς προσφυγή σε διατάξεις του ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου (1)

(Δημοσιεύεται στην ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ τεύχος Μάιος 2011)

Κατά την διάταξη του άρθρου 26 Α.Κ., “οι ενοχές από αδίκημα διέπονται από το δίκαιο της πολιτείας όπου διαπράχθηκε το αδίκημα”. Από την διάταξη αυτή συνάγεται ότι η κύρια σχέση η οποία δημιουργείται, με τη διάπραξη αδικήματος στην Ελλάδα από το οποίο επήλθε ο θάνατος αλλοδαπού και η αντίστοιχη αδικοπρακτική ενοχή, διέπονται από το ελληνικό δίκαιο με την έννοια της Lex causee.
Συνεπώς σε περίπτωση θανάτωσης, σε τροχαίο ατύχημα στην Ελλάδα αλλοδαπού, θα εφαρμοσθεί, ΑΜΕΣΩΣ το Ελληνικό Δίκαιο, χωρίς την παρεμβολή άλλης έρευνας, στο πλαίσιο εφαρμογής των αρχών του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, που έχει σχέση με την έννοια του προκρίματος και του προδικαστικού ζητήματος. Ειδικότερα, εφαρμοστέα είναι η διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ. με την οποία θα προσδιορισθεί, το εάν ο συγκεκριμένος ενάγων ανήκει στο κύκλο των δικαιουμένων ψυχικής οδύνης προσώπων, ανεξάρτητα εάν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, με βάση το (μη εφαρμοστέο όμως) ουσιαστικό δίκαιο της ιθαγενείας του θανόντος και εκείνων που ζητούν την επιδίκαση της χρηματικής ικανοποίησης, προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση, αναφορικά με το ζήτημα του ποιοί ανήκουν στον κύκλο εκείνων που δικαιούνται να επιδιώξουν την αντίστοιχη αξίωση ή ακόμα και σε περίπτωση δεν προβλέπεται καμία ρύθμιση.
Επομένως, ο προσδιορισμός από το δικαστήριο, των συγκεκριμένων εναγόντων, ως ανηκόντων στον κύκλο των προστατευομένων αγαθών ή υποκειμενικών δικαιωμάτων και η αντίστοιχη νομιμοποίησή τους, θα κριθεί με βάση την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ. και ειδικώς με βάση την έννοια της “οικογένειας” όπως προσδιορίζεται αποκλειστικώς από το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο.
Μόνο στην περίπτωση που αμφισβητηθεί η συγγενική ιδιότητα, αναφορικά με την ύπαρξη ή την εγκυρότητα της σχέσης εκείνης, από την οποία προέρχεται η ιδιότητα αυτή (π.χ η ύπαρξη ή όχι γάμου ή συγγενικής σχέσης γονέα και τέκνου), τότε πλέον καθίσταται αναγκαία η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 13, 14, 17-24 του ΑΚ (κατά περίπτωση), για να κριθεί, αναλόγως, το εάν ο ενάγων έχει τελικώς την ιδιότητα του συζύγου ή του τέκνου, του πατέρα ή του παππού του θανατωθέντος.

Απόφ. Ολμ. ΑΠ 10/2011
Πρόεδρος : Ηλίας Γιαννακάκης – Αντιπρόεδρος
(κωλυομένου του Προέδρου του Αρείου Πάγου Γεωργίου Καλαμίδα)
Εισηγητής : Γεώργιος Χρυσικός
Μέλη : Εμμανουήλ Καλούδης, Θεοδώρα Γκοΐνη, Ελισάβετ Μουγάκου-Μπρίλλη, Μιχαήλ Θεοχαρίδηςς, Αντιπροέδρους, Αθανάσιο Κουτρομάνος, Ανδρέας Τσόλιας, Ιωάννης Σίδερης, Νικόλαος Λεοντής, Αντώνιος Αθηναίος, Σπυρίδωνας Μιτσιάλης, Ανδρέας Δουλγεράκης, Κωνσταντίνος Φράγκος, Νικόλαος Πάσσος, Ιωάννης Παπαδόπουλος, Δημήτριος Τίγγας, Ιωάννης Γιαννακόπουλος, Χρυσόστομος Ευαγγέλου, Κωνσταντίνος Τσόλας, Ανδρέας Ξένος, Κυριακούλα Γεροστάθη, Αθανάσιο Γεωργόπουλος, Δημήτριος Κόμης, Ερωτόκριτος Καλούδης και Ιωάννα Πετροπούλου Αρεοπαγίτες, (κωλυομένων των λοιπών Δικαστών της Β΄ σύνθεσης).
Εισαγγελέας : Ιωάννης -Σπυρίδωνας Τέντες
Δικηγόροι : Χρυσόστομος Βελάκης – Ανδρέας Γιαννακόπουλος

Σχόλια & Παρατηρήσεις

Επιτέλους δικαιώνονται οι θέσεις του περιοδικού μας αλλά και ο μακροχρόνιος αγώνας που διεξήγαμε δια των στηλών του, με αντίστοιχη αρθρογραφία εκπροσώπων του νομικού μας κόσμου, αλλά και με σχόλια – παρατηρήσεις στις contra θέσεις της νομολογίας, ώστε να επιστρέψουν τα πράγματα στην αρχική θέση που είχε η νομολογίας μας, πριν εξοκείλει αιφνιδιαστικά (μετά την ΑΠ 3/2007 ΣΕΣυγκΔ 2007/269) σε ατραπούς που έπλητταν το περί δικαίου αίσθημα.

Οι αναγνώστες συνδρομητές μας είχαν την δυνατότητα να παρακολουθούν και να είναι πάντα ενήμεροι των εξελίξεων και των διεξόδων που παρείχαν τα δικονομικά φάρμακα, που προτείνοντο κατά καιρούς στα σχόλιά μας.

Παράβαλε προχείρως: Εφ.Αθ. 732/2008 ΕΣυγκΔ 2008/28, Μον.Πρ.Καστ. 47/2007 ο.π. 2008/33, Μον.Πρ.Βολ. 116/2007 ο.π. 2008/44, Μον.Πρ.Αθ. 2867/2009 ο.π. 2009/469, Μον.Πρ.Αθ. 397/2009 ο.π. 2009/515, Μον.Πρ.Αθ. 928/2009 ο.π.2009/531, Εφ.Αθ. 1159/2009 ο.π. 2009/75, Εφ.Αθ. 206/2009 ο.π. 2009/86, Εφ.Αθ. 6680/2008 ο.π. 2008/461, Εφ.Αθ. 4734/2009 ο.π. 2009/505, Εφ.Αθ. 2461/2010 ο.π. 2010/98
ΑΠ 798/2009 ο.π. 2009/497, ΑΠ 597/2010/ ο.π. 2010/221, ΑΠ 937/2010 ο.π. 2010/291,
ΑΠ 1847/2009 (παραπέμψασα το θέμα στην Ολμ.ΑΠ) ο.π. 2009/448, ΑΠ 525/2010 ο.π. 2010/88, ΑΠ 581/2010 ο.π. 2010/92, ως επίσης και
& Άρθρο Κων. Κουτρέτση Αλλοδαπότητα και Δικαιούχοι Ψυχικής Οδύνης & Εφαρμοστέο Δίκαιο ο.π. 2008/130, Εφ.Αθ. 2896/2008 ο.π. 2008/141, Εφ.Αθ. 4998/2006 ο.π. 2008/454,
& Άρθρο Γεωργίου Αμπατζή, «Το Εφαρμοστέο Δίκαιο επί Τροχαίων Ατυχημάτων με στοιχεία αλλοδαπότητας, και η διεθνής δικαιοδοσία των Ελληνικών Δικαστηρίων & Οι συνέπειες της εφαρμογής των διατάξεων του Κανονισμού 864/2007 (ΡΩΜΗ ΙΙ) ο.π. 2008/482
& Άρθρο Γεωργίου Αμπατζή «Οι Δικαιούχοι Χρηματικής Ικανοποίησης λόγω Ψυχικής Οδύνης επί τροχαίων ατυχημάτων με στοιχεία Αλλοδαπότητας» ο.π. 2009/66, και 2009/482

Επανέρχεται συνεπώς η τάξη με την μνημειώδη κατωτέρω πρωτοδημοσιευόμενη από το περιοδικό μας απόφαση Ολμ.ΑΠ 10/2011, εφόσον παύουν να ισχύουν θέσεις που ήταν δυνατόν να μας εκθέσουν διεθνώς, εφόσον εφαρμόζοντο δύο μέτρα και δύο σταθμά, καθώς στη πράξη γινόταν δεκτό ότι, οι συγγενείς ημεδαπού θανόντος σε τροχαίο ατύχημα, δικαιούντο ψυχικής οδύνης, ενώ αντίθεση με τους συγγενείς του αλλοδαπού,, με το αιτιολογικό (πρόσχημα) ότι δεν προβλέπεται στο δίκαιο του τόπου ιθαγενείας του. Μια τέτοιου είδους μεθοδολογική συλλογιστική δεν μπορούσε να αντέξει στην κρίση της ελεύθερης κοινωνίας μας, που καλείται να δεχθεί στα πλαίσια της πολιτισμικότητας την παρουσία και συμμετοχή στο κοινωνικό γίγνεσθαι των αλλοδαπών & οικονομικών μεταναστών, αφού έχει καταστεί πασίδηλο και έχει αναγνωρισθεί από την Ελληνική Πολιτεία ότι, αποτελούν πολύτιμο εργατικό δυναμικό στην ανάπτυξη της χώρας μας, καταβάλουν τις υποχρεωτικές εκ του νόμου εργοδοτικές εισφορές στα ετοιμόρροπα Ελληνικά Ασφαλιστικά Ταμεία, τα παιδιά τους φοιτούν σε Ελληνικά Σχολεία και Πανεπιστήμια, και αφομοιώνονται ομαλά και σταδιακά στην κοινωνία μας, αποδεχόμενοι ήθη και έθιμά μας.
(Ζήτω και Μπράβο στα μέλη του Ανωτάτου Ακυρωτικού μας Δικαστηρίου που αποδεικνύουν ότι ξέρουν να φυλάσσουν Θερμοπύλες).

Κείμενο Απόφ. Ολμ.ΑΠ 10/2011

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 9 Σεπτεμβρίου 2002 αγωγή των ήδη καθ ών η κλήση – αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Καβάλας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 24/2004 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 411/2005 του Εφετείου Θράκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε ο καλών – αναιρεσείων με την από 1 Μαρτίου 2007 αίτησή του, κοινοποιούμενη προς α) την Ανώνυμη Ασφαλιστική Εταιρεία με την επωνυμία “ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΙΣΤΗ Α.Ε”, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα και β) την Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία “ΜΟΧΛΟΣ Α.Ε”, που εδρεύει στο Άλιμο Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα .
Στη συνέχεια εκδόθηκε η 1847/2009 απόφαση του Δ’ Πολιτικού Τμήματος, η οποία παραπέμπει στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου τον αναφερόμενο στο σκεπτικό της, πέμπτο λόγο της αναίρεσης. Μετά την πιο πάνω απόφαση και την από 30 Ιουλίου 2010 κλήση του καλούντος η προκείμενη υπόθεση φέρεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου τούτου.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοί τους ανέπτυξαν και προφορικά τους σχετικούς ισχυρισμούς τους, που αναφέρονται στις προτάσεις τους και ζήτησαν ο μεν του αναιρεσείοντος την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης, ο δε των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους του στη δικαστική δαπάνη.
Ο Εισαγγελέας πρότεινε να απορριφθεί ως αβάσιμος ο παραπεμφθείς στην Ολομέλεια λόγος αναιρέσεως. Κατόπιν αυτών ο Πρόεδρος έδωσε εκ νέου το λόγο στους πιο πάνω πληρεξουσίους των διαδίκων, οι οποίοι αναφέρθηκαν σε όσα προηγουμένως είχαν αναπτύξει.
Κατά την 9η Ιουνίου 2011, ημέρα που συγκροτήθηκε το παρόν δικαστήριο προκειμένου να διασκεφθεί την ανωτέρω υπόθεση ήταν απόντες οι Εμμανουήλ Καλούδης, Ελισάβετ Μουγάκου – Μπρίλλη, Αντιπρόεδροι, Ιωάννης Σίδερης, Σπυρίδων Μιτσιάλης και Νικόλαος Πάσσος, Αρεοπαγίτες, οι οποίοι δήλωσαν κώλυμα αρμοδίως, παρισταμένων πλέον των δεκαπέντε (15) μελών εκ των συμμετασχόντων στη συζήτηση της υπόθεσης, κατ’ άρθρο 23 παρ. 2 του ν.1756/1988, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση με το άρθρο 44 του ν.3659/2008.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Με την από 30-7-2010 κλήση του αναιρεσείοντος νόμιμα φέρεται προς συζήτηση ενώπιον της Β’ Τακτικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ο με την υπ’αριθ.1847/2009 απόφαση του Δ’ Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου παραπεμφθείς στην Ολομέλεια (μετά την απόρριψη των λοιπών λόγων), σύμφωνα με το άρθρο 563 παρ.3 εδ.β’ του ΚΠολΔ, πέμπτος λόγος της κρινομένης αίτησης, από το άρθρο 559 αριθ.1 του ίδιου Κώδικα, γιατί η παραπάνω απόφαση επί του λόγου αυτού αναίρεσης, έχει ληφθεί με πλειοψηφία μιάς ψήφου.

ΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ.1 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου (ημεδαπού ή αλλοδαπού) στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (Ολ.ΑΠ 7/2006, 4/2005). Με το λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (παραβίαση κανόνα του ουσιαστικού δικαίου) ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμω βάσιμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται, δηλαδή, αν η αγωγή, ένσταση κ.λπ. ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν, κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ’ ουσίαν (Ολ.ΑΠ 27 και 28/1998). Περαιτέρω, κατά την διάταξη του άρθρου 26 Α.Κ., “οι ενοχές από αδίκημα διέπονται από το δίκαιο της πολιτείας όπου διαπράχθηκε το αδίκημα”. Από την διάταξη αυτή συνάγεται ότι η κύρια σχέση η οποία δημιουργείται, με τη διάπραξη αδικήματος στην Ελλάδα από το οποίο επήλθε ο θάνατος αλλοδαπού και η αντίστοιχη αδικοπρακτική ενοχή, διέπονται από το ελληνικό δίκαιο με την έννοια της Lex causee. Επομένως, κατά το δίκαιο αυτό, κρίνεται, μεταξύ άλλων, ο παράνομος χαρακτήρας της πράξης, η υπαιτιότητα, το τυχόν οικείο πταίσμα του παθόντος, το ζήτημα της πρόσφορης αιτιώδους συνάφειας, αν η ευθύνη είναι αντικειμενική ή υποκειμενική και οι προϋποθέσεις της θεμελίωσης αυτής, η ικανότητα προς καταλογισμό, ο κύκλος των προστατευόμενων έννομων αγαθών ή των υποκειμενικών δικαιωμάτων, ο υπόχρεος προς αποζημίωση, το πρόσωπο του δικαιούχου της αποζημίωσης, καθώς και οι έννομες συνέπειες της αδικοπραξίας, ήτοι η μορφή και η έκταση της αποζημίωσης, αν η αποζημίωση παρέχεται σε κεφάλαιο εφάπαξ ή σε περιοδικές παροχές, αν παρέχεται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης (αρθρ. 932 ΑΚ) ή αποζημίωση από το αρθ.931 ΑΚ, τα θέματα της αναγωγής των πλειόνων συνυποχρέων, καθώς και των οφειλόμενων τόκων από την επίδοση της αγωγής αποζημίωσης. Στην προαναφερθείσα έννοια του “κύκλου των προστατευομένων αγαθών ή των υποκειμενικών δικαιωμάτων” περιλαμβάνονται και προσδιορίζονται απευθείας, κατά την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 26 Α.Κ, και όλα εκείνα τα πρόσωπα που δικαιούνται και νομιμοποιούνται ενεργητικώς στο να προβάλλουν, κατά περίπτωση, αντίστοιχες αξιώσεις, συνδεόμενες με την ένδικη αδικοπρακτική συμπεριφορά είτε με ορισμένη ιδιότητα, είτε εξ ιδίου δικαίου. Επομένως, στην περίπτωση θανάτωσης, σε τροχαίο ατύχημα στην Ελλάδα αλλοδαπού, για να κριθεί η νομιμοποίηση εκείνων που ζητούν με αγωγή την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ψυχικής οδύνης, με την έννοια “των ανηκόντων στον κύκλο των προσώπων, που είναι φορείς εννόμων αγαθών ή υποκειμενικών δικαιωμάτων”, τα οποία προσβλήθηκαν από τις επαχθείς συνέπειες της αδικοπρακτικής θανάτωσης, θα εφαρμοσθεί, με βάση τη διάταξη του άρθρου 26 του Α.Κ. αμέσως το Ελληνικό Δίκαιο, χωρίς την παρεμβολή άλλης έρευνας, στο πλαίσιο εφαρμογής των αρχών του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, που έχει σχέση με την έννοια του προκρίματος και του προδικαστικού ζητήματος, και ειδικά η διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ. με την οποία θα προσδιορισθεί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, το εάν ο συγκεκριμένος ενάγων ανήκει στο κύκλο των δικαιουμένων προσώπων, με την προαναφερθείσα έννοια, ανεξαρτήτως του εάν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, με βάση το (μη εφαρμοστέο όμως) ουσιαστικό δίκαιο της ιθαγενείας του θανόντος και εκείνων που ζητούν την επιδίκαση της χρηματικής ικανοποίησης, προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση, ως προς τα πρόσωπα που ανήκουν στον κύκλο εκείνων που δικαιούνται να επιδιώξουν την αντίστοιχη αξίωση ή δεν προβλέπεται καμία ρύθμιση.

Ειδικότερα, κατά το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ, σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου, η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος, λόγω ψυχικής οδύνης. Στη διάταξη αυτή δεν γίνεται προσδιορισμός της έννοιας του όρου “οικογένεια του θύματος”, προφανώς γιατί ο νομοθέτης δεν θέλησε να διαγράψει δεσμευτικώς τα όρια ενός θεσμού, ο οποίος, ως εκ της φύσης του, υφίσταται αναγκαίως τις επιδράσεις από τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις, κατά τη διαδρομή του χρόνου. Κατά την αληθή, όμως, έννοια της εν λόγω διάταξης, που απορρέει από τον σκοπό της θέσπισης της, στην οικογένεια του θύματος ως αόριστης νομικής έννοιας περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και για την ανακούφιση του ηθικού πόνου των οποίων στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συζούσαν μαζί του ή διέμεναν χωριστά. Υπό την έννοια αυτή, μεταξύ των προσώπων τούτων περιλαμβάνονται ο σύζυγος, τα τέκνα, οι αδελφοί του θανόντος, οι γονείς, οι παππούδες, ενώ, σημειωτέον, η επιδίκασή της, από το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ προβλεπομένης, χρηματικής ικανοποίησης στα δικαιούμενα πρόσωπα, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα, της ύπαρξης, κατ’ εκτίμηση του δικαστή της ουσίας, μεταξύ αυτών και του θανατωθέντος, όταν ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών, είτε κάποιων ή κάποιου από αυτούς, από την επιδίκαση της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης (Ολ. ΑΠ 21/2000). Επομένως, ο προσδιορισμός, τελικώς, από το δικαστήριο, των συγκεκριμένων εναγόντων, ως ανηκόντων στον κύκλο των προστατευομένων αγαθών ή υποκειμενικών δικαιωμάτων και η αντίστοιχη νομιμοποίησή τους, θα κριθεί με βάση την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ. και ειδικώς με βάση την προαναφερθείσα έννοια της “οικογένειας” όπως προσδιορίζεται αποκλειστικώς από το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, κατά την αντίστοιχη ερμηνεία της ίδιας διάταξης που προαναφέρθηκε. Μόνο δε στην περίπτωση εκείνη που αμφισβητηθεί, στη συνέχεια, μια από τις πιο πάνω συγγενικές ιδιότητες, όσο έχει σχέση με την ύπαρξη ή την εγκυρότητα της σχέσης εκείνης, από την οποία προέρχεται η ιδιότητα αυτή (π.χ η ύπαρξη ή όχι γάμου ή συγγενικής σχέσης γονέα και τέκνου), τότε πλέον καθίσταται αναγκαία η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 13, 14, 17-24 του ΑΚ (κατά περίπτωση), για να κριθεί, αναλόγως, το εάν ο ενάγων έχει τελικώς την ιδιότητα του συζύγου ή του τέκνου, του πατέρα ή του παππού του θανατωθέντος.

Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλομένη απόφασή του, όπως προκύπτει από αυτή, το Εφετείο δέχθηκε ότι, σε περίπτωση θανάτωσης αλλοδαπού υπηκόου, συνεπεία αδικήματος διαπραχθέντος στην Ελλάδα, για το ζήτημα αν κάποιος ανήκει στην οικογένεια του θύματος και εντεύθεν έχει αξίωση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ψυχικής οδύνης, και νομιμοποιείται στη δικαστική επιδίωξή της έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 26 ΑΚ και επομένως το ζήτημα αυτό κρίνεται κατά το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο. Ακολούθως, με βάση την παραδοχή του αυτή, εφαρμόζοντας το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, έκρινε νόμιμη την αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, Αλβανών υπηκόων, με την οποία αυτοί ζήτησαν να αναγνωρισθεί, ότι οι εναγόμενοι είναι υπόχρεοι να τους καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, τα εις αυτή ποσά, ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από τον θάνατο του συζύγου της πρώτης και πατέρα των λοιπών ___ ωσαύτως Αλβανού υπηκόου, που επήλθε από το αναφερόμενο στην απόφαση τροχαίο ατύχημα, το οποίο έλαβε χώρα την 10-11-2001, στην & Δικάζοντας δε κατ’ ουσίαν την αγωγή, μετά εξαφάνιση, κατά παραδοχή της έφεσης που είχε ασκηθεί από τους ενάγοντες ήδη αναιρεσιβλήτους, κατά της πρωτόδικης απόφασης, η οποία είχε κρίνει αντιθέτως ως προς το ύψος του επιδικασθέντος ποσού χρηματικής ικανοποίησης, δέχθηκε κατά ένα μέρος αυτή. Έτσι που έκρινε το Εφετείο, δεν παραβίασε ευθέως, με εσφαλμένη εφαρμογή, την διάταξη του άρθρου 26 του ΑΚ, διότι, ως προς το προαναφερόμενο ζήτημα του προσδιορισμού των μελών της οικογένειας του θανατωθέντος, ___ τα οποία έχουν αξίωση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ψυχικής οδύνης, εφαρμοστέο ήταν το ελληνικό δίκαιο και ειδικότερα η ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ και ο με αυτή προσδιορισμός της έννοιας “της οικογένειας”. Παραλλήλως, δεν παραβίασε, με την μη εφαρμογή τους, τις διατάξεις των άρθρων 17-18 του ΑΚ, που υποδεικνύουν την εφαρμογή του Αλβανικού δικαίου, εφ’ όσον με το αναιρετήριο δεν γίνεται επίκληση ότι στο Εφετείο αμφισβητήθηκε η ιδιότητα και η προαναφερόμενη συγγενική σχέση των εναγόντων-αναιρεσιβλήτων με τον θανόντα.
Συνεπώς, ο παραπεμφθείς στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου από το άρθρο 559 αρ.1 πέμπτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση πλημμέλεια της παραβίασης των άνω διατάξεων είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και εφόσον οι λοιποί λόγοι αναίρεσης έχουν ήδη απορριφθεί με την 1847/2009 παραπεμπτική απόφαση του Δ’ Τμήματος, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων να πληρώσει τα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων για όλη την αναιρετική δίκη, κατά το νόμιμο αίτημά τους (άρθ. 176 και 183 Κ.Πολ.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τον πέμπτο λόγο της από 1.3.2007 αίτησης αναίρεσης που παραπέμφθηκε στην Τακτική Ολομέλεια του Δικαστηρίου, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 411/2005 απόφασης του Εφετείου Θράκης.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων για την όλη αναιρετική δίκη που ορίζει σε τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουνίου 2011.
———————————