facebook

Αξιόποινη Πράξη Έκδοσης Ακάλυπτης Επιταγής

Αναιρετική Διαδικασία  (κατ΄ άρθρ.  510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ)

 Αναίρεση Κατηγορουμένου  κατά καταδικαστικής απόφασης  – Απορριπτέα

Δεν αποτελεί λόγο αναίρεσης η συνδρομή ή μη του δόλου διότι ο δόλος ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση

Στη συνολική πρόταση του εισαγγελέα επί της ενοχής εμπεριέχεται και η σιωπηρή απόρριψη του αιτήματος του κατηγορουμένου για αναβολή ή διακοπή της δίκης για διενέργεια γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης.

Δεν δημιουργείται καμία απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας από την παράλειψη του Εισαγγελέα να αποφανθεί επί του ανωτέρω αιτήματος του κατηγορουμένου  

Απορριπτέα η αναίρεση του κατηγορουμένου κατά της καταδικαστικής απόφασης λόγω έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ), αφού δεν αποτελεί λόγο αναίρεσης η συνδρομή ή μη του δόλου, διότι αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και αποδεικνύεται, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών και η σχετική με αυτόν αιτιολογία εμπεριέχεται στην κύρια επί της ενοχής αιτιολογία, μόνο δε όταν αξιώνονται πρόσθετα στοιχεία για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος και συγκεκριμένα είτε η εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξης (άμεσος δόλος), είτε η επιδίωξη ορισμένου περαιτέρω σκοπού (έγκλημα υπερχειλούς υποκειμενικής υπόστασης), ο δόλος απαιτεί ιδιαίτερη αιτιολογία. Τέτοια στοιχεία, όμως, δεν αξιώνονται πλέον από το νόμο στην περίπτωση του εγκλήματος της έκδοσης ακάλυπτης. Δεν πρόκειται περί παράλειψης υποβολής πρότασης από τον Εισαγγελέα της έδρας επί του αιτήματος αναβολής ή διακοπής της δίκης, προκειμένου να διενεργηθεί γραφολογική πραγματογνωμοσύνη, αφού στη συνολική του πρόταση επί της ενοχής εμπεριέχεται οπωσδήποτε, σιωπηρώς, και πρόταση για απόρριψη αυτού και συνεπώς δεν δημιουργεί καμία απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, λόγω της ως άνω παράλειψης

AAA ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ

Αντικειμενική  και Υποκειμενική Υπόσταση 

του Αδικήματος   Έκδοσης  Ακάλυπτης Επιταγής

 α) Αντικειμενική Υπόσταση – Απαλοιφή του «εν γνώσει» στοιχείου  με το Ν. 1325/1972 ο οποίος τροποποίησε το Ν. 5960/1933 – Έγκλημα Τυπικό   

β) Υποκειμενική Υπόσταση – Αρκεί ο απλός (ή ενδεχόμενος) δόλος και δεν απαιτείται άμεσος δόλος.                                                                   

Δεν απαιτείται πλέον ο εκδότης να τελεί “εν γνώσει” της ανυπαρξίας διαθέσιμων κεφαλαίων αλλά αρκεί προς τούτο η ύπαρξη κοινού δόλου (πρόθεσης) ακόμη και ότι ο εκδότης θεωρεί την έλλειψη πιθανή και την αποδέχεται (ενδεχόμενος δόλος).

Ο δράστης του εγκλήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής μπορεί να είναι μόνον ο “εκδίδων” επιταγή χωρίς αντίκρισμα,  δηλαδή αυτός που υπογράφει το έγγραφο της επιταγής και θέτει αυτό σε κυκλοφορία, ανεξάρτητα από το πρόσωπο, για το οποίο επέρχονται οι έννομες συνέπειες, που απορρέουν από αυτή.

Επί εκδότη νομικού προσώπου, το φυσικό πρόσωπο που εκδίδει με την υπογραφή του επί του τίτλου την ακάλυπτη επιταγή στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρείας που εκπροσωπεί, υπέχει ατομική ποινική ευθύνη για την έκδοση και τη μη πληρωμή της επιταγής αυτής από το λογαριασμό της εταιρείας.

Χρόνος τέλεσης του εγκλήματος της έκδοσης μεταχρονολογημένης  ακάλυπτης επιταγής είναι ο χρόνος της εμφάνισης της επιταγής και μη πληρωμής της που προκύπτει από το σώμα του τίτλου ανεξάρτητα του πότε εκδόθηκε αυτή.

AAA ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟΕφόσον απαλείφθηκε το “εν γνώσει” της προηγούμενης του Ν.1325/1972 ρύθμισης, προκύπτει ότι το έγκλημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής είναι τυπικό και για τη στοιχειοθέτησή του απαιτείται, αντικειμενικά μεν: 1) έκδοση τυπικά έγκυρης επιταγής, δηλαδή συμπλήρωση επί του εντύπου της επιταγής των στοιχείων που προβλέπονται στο νόμο, 2) υπογραφή του εκδότη, στην οικεία θέση υπογραφής του εκδότη, αδιαφόρως αν η επιταγή εκδίδεται για ατομικό του χρέος και σύρεται επί προσωπικού του λογαριασμού ή για χρέος άλλου ή εταιρείας που εκπροσωπείται από αυτόν και σύρεται επί προσωπικού λογαριασμού του άλλου ή της εταιρείας, 3) εμπρόθεσμη εμφάνιση της επιταγής προς πληρωμή, περίπτωση που συντρέχει, όταν αυτή εμφανισθεί στην πληρώτρια τράπεζα εντός οκτώ (8) ημερών από την επομένη της έκδοσής της (άρθρο 29 σε συνδυασμό με το άρθρο 56 του ως άνω νόμου “περί επιταγής”) και 4) έλλειψη αντίστοιχων διαθέσιμων κεφαλαίων στον πληρωτή, κατά το χρόνο της έκδοσης ή της πληρωμής, υποκειμενικά δε γνώση και θέληση των στοιχείων της πράξης, δηλαδή της έκδοσης επιταγής, που είναι ακάλυπτη. Ειδικότερα, με τη νέα ρύθμιση, αναφορικά με την υποκειμενική υπόσταση του παραπάνω, αρκεί ο απλόςενδεχόμενος) δόλος και δεν απαιτείται άμεσος δόλος, με την έννοια της εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεσης της πράξης. Με βάση τις παραπάνω προϋποθέσεις και το σκοπό της διάταξης του ως άνω άρθρου, σαφώς προκύπτει, ότι ο δράστης (αυτουργός) του εγκλήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής μπορεί να είναι μόνον ο “εκδίδων” επιταγή χωρίς αντίκρισμα, δηλαδή αυτός που πραγματοποιεί την επί του τίτλου δήλωση βούλησης (υπογράφει το έγγραφο της επιταγής) και θέτει αυτό σε κυκλοφορία, ανεξάρτητα από το πρόσωπο, για το οποίο επέρχονται οι έννομες συνέπειες, που απορρέουν από αυτή…. Με τη νέα ρύθμιση, αναφορικά με την υποκειμενική υπόσταση του παραπάνω εγκλήματος, αρκεί ο απλός (ή ενδεχόμενος) δόλος και δεν απαιτείται άμεσος δόλος, με την έννοια της εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεσης της πράξης. Έτσι, για την πλήρωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος αυτού δεν απαιτείται πλέον ο εκδότης να τελεί “εν γνώσει” της ανυπαρξίας διαθέσιμων κεφαλαίων, αλλά αρκεί προς τούτο η ύπαρξη κοινού δόλου (πρόθεσης), ακόμη δε και ότι αυτός (εκδότης) θεωρεί την έλλειψη πιθανή και την αποδέχεται (ενδεχόμενος δόλος). Όταν, συνεπώς, στην καταδικαστική απόφαση για έκδοση ακάλυπτης επιταγής, διαλαμβάνεται ότι ο δράστης ενήργησε από πρόθεση (από δόλο), σημαίνει ότι αυτός γνωρίζει και αποδέχεται όλα τα στοιχεία, που κατά νόμο απαρτίζουν την έννοια της αξιόποινης πράξης του άρθρου 79 παρ. 1 του Ν. 5960/1933, μεταξύ των οποίων είναι και η έλλειψη διαθέσιμων κεφαλαίων στην πληρώτρια Τράπεζα.

 

   Κρίθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει την επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, με παράθεση όλων των στοιχείων, που απαρτίζουν τη νομοτυπική μορφή του εγκλήματος τούτου, οι αποδείξεις, που τα θεμελιώνουν, καθώς και οι συλλογισμοί, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1α’, 27 παρ1 του ΠΚ και 79 παρ. 1 του Ν. 5960/1933, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ΝΔ 1325/1972, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε με ασαφείς, ελλιπείς ή αντιφατικές αιτιολογίες και έτσι δεν στέρησε την απόφαση από νόμιμη βάση. Η ειδικότερη αιτίαση του αναιρεσείοντος ότι το Δικαστήριο της ουσίας δεν έλεγξε τη βασιμότητα του αρνητικού της κατηγορίας ισχυρισμού του ότι δεν ήταν αυτός ο υπογράφων στη θέση του εκδότη την ένδικη επιταγή και δεν περιέλαβε στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασής του την παραμικρή σκέψη, από την οποία να προκύπτει ότι είναι πράγματι ο εκδότης αυτής, είναι αβάσιμη, καθόσον το Δικαστήριο δέχθηκε με σαφήνεια ότι ο κατηγορούμενος είναι αυτός που εξέδωσε, δηλαδή υπέγραψε την επίδικη επιταγή με την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας. Για την αιτιολογία της κρίσης του Δικαστηρίου της ουσίας ότι ο αναιρεσείων είχε εκδώσει την επίδικη επιταγή αρκούσαν η έκδοση της επιταγής αυτής και το γεγονός ότι ο αναιρεσείων ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της εκδότριας εταιρείας, τα γεγονότα δε αυτά κατά τις παραδοχές της απόφασης ουδέποτε αμφισβητήθηκαν από τον κατηγορούμενο με την επίκληση της απώλειας ή της πλαστογραφίας της επιταγής.

Απορριπτέα η αναίρεση   

Απόφ. ΑΠ ……

BANNER-LINKEDIN

Για να διαβάσετε περισσότερα παρακαλώ συνδεθείτε συμπληρώνοντας τα στοιχειά σας